Πλέον διαψεύδονται οικτρά οι υποστηρικτές της λύσης για επιβολή πλαφόν στη χονδρική τιµή του ρεύµατος και για άλλη µια φορά το κόστος θα πληρώσουν οι οικιακοί καταναλωτές και οι επιχειρήσεις, σύµφωνα πάντα µε τις ανακοινώσεις της κυβέρνησης σχετικά µε τις τιµές του ρεύµατος για τον Αύγουστο.
Συγκεκριµένα, η MWh θα κυµαίνεται από 150-170 ευρώ για τα νοικοκυριά, ενώ θα υπάρχουν πολλές διαβαθµίσεις ανάλογα µε τον πάροχο, που σε κάποιες περιπτώσεις µπορεί να ξεπερνά τα 200 ευρώ. Αναφορικά δε µε τους εµπορικούς καταναλωτές, η MWh θα κυµαίνεται πάνω από τα 200 ευρώ κι όλα αυτά την ώρα που οι επιχειρήσεις πληρώνουν ήδη το πιο ακριβό ρεύµα σε όλη την Ευρώπη. Κάθε πάροχος εποµένως δύναται να λειτουργεί τη ρήτρα αναπροσαρµογής σύµφωνα µε τη δική του ερµηνεία, επιβάλλοντας υψηλές τιµές ενέργειας ακόµη και στους απροστάτευτους άνεργους, χαµηλόµισθους και χαµηλοσυνταξιούχους πολίτες.
Αντίθετα η πρότασή µας, αυτήν του ΠΑΣΟΚ – Κινήµατος Αλλαγής, για επιβολή πλαφόν στη λιανική τιµή του ρεύµατος, που θα προσδιόριζε τη MWh στα 140 ευρώ, σταθερά για ένα χρόνο και το κόστος θα µοιραζόταν µεταξύ κράτους και ηλεκτροπαραγωγών, ουδέποτε εισακούστηκε και τώρα το κόστος αυτό µεταφέρεται ολόκληρο στον Ελληνα φορολογούµενο.
Οι επιλογές αυτές θα οδηγήσουν τη χώρα µας σε αχαρτογράφητα νερά στην ενέργεια, έχοντας παράλληλα σίγουρη την ακρίβεια για τους καταναλωτές, οι οποίοι βρίσκονται πλέον σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Εάν συνυπολογίσει κανείς πως το Ταµείο Ενεργειακής Μετάβασης είναι εξαιρετικά αµφίβολο ότι θα έχει τα περιθώρια να συνεχίσει την επιδότηση της ακρίβειας τους επόµενους µήνες –αν δεν αντιµετωπιστεί ουσιαστικά η ακρίβεια των τιµών ρεύµατος–, µπορούµε να αντιληφθούµε σε τι θα κληθούµε να αντεπεξέλθουµε από τον Αύγουστο και µετά.
Αυτό που σίγουρα όµως κρατά σε εγρήγορση όλους τους πολίτες ανεξαιρέτως είναι το γεγονός ότι παρόλο που η ακρίβεια στους τοµείς της ενέργειας µπορεί στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες να είναι συνέπεια του πολέµου, στην Ελλάδα δεν παραµένει στο επίπεδο της λεγόµενης εισαγόµενης ακρίβειας, αλλά έχει καθιερωθεί σε καθεστώς αισχροκέρδειας και υπερκερδών για το καρτέλ στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας.
Στην άποψη µάλιστα αυτή συνηγορεί και το γεγονός ότι η κυβέρνηση δεν είπε κουβέντα για τη φορολόγηση των πραγµατικών υπερκερδών, που ανέρχονται σε 2,2 δισ. ευρώ το τελευταίο δωδεκάµηνο, σύµφωνα πάντα µε τα στοιχεία της Ανεξάρτητης Ρυθµιστικής Αρχής Ενέργειας (ΡΑΕ) και πιο συγκεκριµένα για το 1 δισ. ευρώ στο καρτέλ ενέργειας και κυρίως στη ∆ΕΗ.
Η ευθύνη βαραίνει τις πολιτικές επιλογές που οδηγούν τις τιµές ρεύµατος σε επίπεδα-ρεκόρ και τους πολίτες στο χείλος της αβύσσου, ενώ ανεξάρτητα από το τι η κυβέρνηση έχει υποσχεθεί, οι τιµές ουδέποτε έπεσαν αλλά αντίθετα ανέβηκαν και θα συνεχίσουν να ανεβαίνουν. Οι κραυγές απόγνωσης αυξάνονται και πληθύνονται, η αρπαγή της αγοραστικής δύναµης των πολλών είναι πλέον δεδοµένο, το πάρτι των επιτηδείων επιβεβαιώνεται ακόµη και από τον ίδιο τον πρόεδρο της Επιτροπής Ανταγωνισµού, ο οποίος την αδυναµία της ανεξάρτητης αρχής να σπάσει το καθεστώς των καρτέλ στον τοµέα της ενέργειας τη χρέωσε στην πολιτική της κυβέρνησης κι εκείνη συνεχίζει να σφυρίζει αδιάφορα.