Σε 450.000 ελεύθερους επαγγελματίες αρνείται η κυβέρνηση Μητσοτάκη με τον τεκμαρτό φόρο μια βασική συνιστώσα: τη δυνατότητα ζημίας. Ετσι όμως τους πνίγει, αφού καλούνται να πληρώσουν υπέρογκους φόρους. Ομως όσοι επιχειρούν υπό καθεστώς ατομικής επιχείρησης δεν έχουν μόνο αυτό τον φορομπηχτικό βραχνά, αφού η κυβέρνηση Μητσοτάκη δεν μένει μόνο στον τεκμαρτό μηχανισμό, που δεν καταλαμβάνει τις εταιρείες αλλά μόνο τις ατομικές επιχειρήσεις. Τώρα οι ανεκπαίδευτοι εφοριακοί εφορμούν για να εισπράξουν πάση θυσία 1,7 δισ. ευρώ μέσα στο 2024 με όπλο τον «κατ’ εκτίμηση» φόρο. Στο στόχαστρό τους όχι μόνο οι ελεύθεροι επαγγελματίες αλλά ακόμη και οι μισθωτοί και οι συνταξιούχοι.
Οι υπηρεσίες της ΑΑΔΕ ετοιμάζονται να ελέγξουν 120.000 ΑΦΜ, ώστε να «βγάλουν» 20.000 εξ αυτών που θα κληθούν να πληρώσουν «κατ’ εκτίμηση» 1,7 δισ. επιπρόσθετους φόρους. Αυτό που τρομάζει είναι το γεγονός ότι ψάχνουν συγκεκριμένα μεγέθη-στόχους και, όπως προκύπτει από τους υποκειμενικούς παράγοντες που έχουν θέσει, θα κάνουν το παν, ακόμη και να επιβάλουν πρόσθετους φόρους συνολικού ύψους 1,7 δισ. ευρώ χωρίς να προκύπτουν.
Αδήλωτα εισοδήματα για «φοροκαμπάνα»
Κατ’ ουσία με το πρόσχημα των αδήλωτων εισοδημάτων θα ελεγχθούν 120.000 φορολογούμενοι ύστερα από «υποκειμενικές» διασταυρώσεις ώστε να προκύψουν οι «τυχεροί» 20.000. Φορολογούμενοι με αποδοχές από το εξωτερικό, ιδιοκτήτες ακινήτων με αδήλωτα εισοδήματα από βραχυχρόνιες μισθώσεις τύπου Airbnb, εργαζόμενοι και συνταξιούχοι με αδήλωτα αναδρομικά ποσά αλλά και επαγγελματίες βρίσκονται εντός του πεδίου του φορομπηχτικού μηχανισμού.
Η ΑΑΔΕ προσθέτει δύο νέες υπηρεσίες στο οπλοστάσιό της και επιστρατεύει την τεχνητή νοημοσύνη στον φοροελεγκτικό μηχανισμό. Συγκεκριμένα, θα λειτουργήσουν:
- Το κέντρο ειδικών δυνάμεων φορολογικών και τελωνειακών ελέγχων και ερευνών, που θα χρησιμεύσει ως κεντρικός κόμβος συντονισμού.
- Η ειδική μονάδα μαζικών ψηφιακών διασταυρώσεων, που θα διαθέτει καινοτόμα εργαλεία όπως ανάλυση μεγάλων δεδομένων, συγκριτική αξιολόγηση, διαδικτυακές έρευνες και ελέγχους ψηφιακών συστημάτων τιμολόγησης.
Εδώ εισέρχεται το πρόβλημα. Η Διεύθυνση Επίλυσης Διαφορών (ΔΕΔ) της ΑΑΔΕ σε ποσοστό 28% ακυρώνει τις πράξεις των εφοριακών κατά πολιτών. Ακολούθως ένα ποσοστό της τάξης του 43,86% από τις απορριφθείσες προσφεύγει στην αργή φορολογική Δικαιοσύνη.
Τι σημαίνει αυτό; Πολύ απλά ότι οι εφοριακοί μάλλον δεν γνωρίζουν πολύ καλά τη φορολογική νομοθεσία και επιβάλλουν υποκειμενικά (σύμφωνα με τη δική τους ερμηνεία) πρόστιμα. Σε απόλυτους αριθμούς, από το 2013 που ξεκίνησε να λειτουργεί η ΔΕΔ έχουν εκδικαστεί 83.855 υποθέσεις, εκ των οποίων απορρίφθηκαν οι 60.341. Από τους φορολογούμενους που δεν δικαιώθηκαν οι 33.875 υπέβαλαν προσφυγή στα φορολογικά δικαστήρια. Αντίστοιχα για το 2023 οι προσφυγές ενώπιον της ΔΕΔ ανήλθαν σε 6.481, εκ των οποίων έγιναν δεκτές (ακυρώθηκαν εν μέρει ή εν όλω) οι 1.801, δηλαδή το 30,2%.
Ανέγγιχτοι όσοι χρωστούν μεγάλα ποσά
Οταν το 0,2% των οφειλετών του δημοσίου χρωστά σχεδόν 90 δισ. ευρώ, ποσό που αποτελεί το 80% του συνολικού ληξιπρόθεσμου, γιατί επιμένεις να κυνηγάς όσους οφείλουν ή ενδέχεται να αποκρύπτουν μικροποσά; Στην κατηγορία δε ληξιπρόθεσμου υπολοίπου άνω του 1 εκατ. ευρώ οι επιχειρήσεις συμμετέχουν στις οφειλές κατά 69,3%, με το ληξιπρόθεσμο υπόλοιπό τους να αγγίζει στο τέλος Ιανουαρίου του 2024 τα 57 δισ. ευρώ. Υπό το κράτος αυτών των στοιχείων και εν τη απουσία ουσιαστικών φοροελέγχων στους μεγαλοοφειλέτες η απάντηση στο παραπάνω ερώτημα συμπυκνώνεται στη φράση «για τη φοροδιαφυγή ευθύνεται ο φοροφυγάς». Οπως λοιπόν προκύπτει από τα σχετικά στοιχεία, με χρέη στην εφορία εμφανίζονται περίπου 4 εκατ. φορολογούμενοι (φυσικά και νομικά πρόσωπα), εκ των οποίων 3,8 εκατ. ή εννέα στους δέκα έχουν ληξιπρόθεσμες οφειλές που δεν υπερβαίνουν τις 10.000 ευρώ.