Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η αναφορά στο «ελληνικό Watergate» από τους Financial Times, μέσω του άρθρου γνώμης του Tony Barber, όπου πραγματοποιείται -μεταξύ άλλων- σύγκριση της εποχής του Κυριάκου Μητσοτάκη με την αντίστοιχη του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, όταν υπήρξαν τα… πρώτα «κρούσματα» παρακολούθησης πολιτικών και δημοσιογράφων. Στο άρθρο γνώμης του Tony Barber σημειώνεται με νόημα ότι όσο ο πρωθυπουργός καθυστερεί να δώσει επαρκείς εξηγήσεις για την υπόθεση, τόσο περισσότερο θα φαίνεται ότι κρύβει κάτι.
Ο Barber υπογραμμίζει ότι τότε, το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου φέρθηκε… χαριστικά στον Κωνσταντίνο Μητσοτάκη που έφτασε κοντά στο να παραπεμφθεί σε δίκη για τις τηλεφωνικές παρακολουθήσεις πολιτικών αντιπάλων και δημοσιογράφων.
Πλέον, είναι η σειρά του Κυριάκου Μητσοτάκη να βρεθεί στο επίκεντρο ενός παρόμοιου σκανδάλου υποκλοπών το οποίο «έχει ρίξει μια σκιά πάνω από τη κυβέρνηση του», με τους FT να επισημαίνουν με νόημα ότι «ο χρόνος θα δείξει εάν θα υπάρξει παραπομπή του στο μέλλον σε νομικές διαδικασίες». Εν συνεχεία, ο αρθρογράφος τονίζει ότι η εν λόγω υπόθεση είναι σημαίνουσα για την Ελλάδα η οποία έχει διανύσει αρκετό δρόμο μέχρι αυτό το σημείο.
«Δυστυχώς, το σκάνδαλο των υποκλοπών δείχνει πως δεν είναι όλα ευχάριστα στην Ελλάδα μετά την κρίση», γράφει ο Barber και ξετυλίγει το κουβάρι της υπόθεσης των παρακολουθήσεων κάνοντας αναφορές στην παραίτηση Κοντολέων, του πρωθυπουργικού ανιψιού Δημητριάδη, στην παρακολούθηση Ανδρουλάκη, στην επίσκεψη της PEGA στην Αθήνα και καταλήγει πως «οι Έλληνες αξιωματούχοι ρίχνουν “σκοτεινά” υπονοούμενα περί εχθρικής ξένης ανάμειξης και επικαλούνται τους κανόνες περί κρατικών μυστικών για να δικαιολογήσουν τη συγκάλυψη των πραγμάτων. Αλλά όσο περισσότερο καθυστερεί η κυβέρνηση να δώσει εξηγήσεις τόσο περισσότερο φαίνεται ότι έχει κάτι να κρύψει».
Οι New York Times για τις αποκαλύψεις του Documento
«Το ελληνικό ειδησεογραφικό μέσο Documento ανέφερε πως ένα σκιώδες κατασκοπευτικό δίκτυο που ελεγχόταν από τον Μητσοτάκη είχε στοχεύσει τον Αντώνη Σαμαρά (…) τους υπουργούς Εξωτερικών και Οικονομικών και άλλα μέλη του υπουργικού συμβουλίου που θεωρούνταν ως πιθανοί αντίπαλοι του πρωθυπουργού», αναφέρει χαρακτηριστικά το ρεπορτάζ των Νew York Times και των δημοσιογράφων Niki Kitsantonis και Matina Stevis-Gridneff για το σκάνδαλο των υποκλοπών, στον απόηχο των συνταρακτικών αποκαλύψεων του Documento που έφερε στο «φως» τη λίστα των 33 ατόμων που βρίσκονταν υπό παρακολούθηση από το Μαξίμου.
«Οι αποκαλύψεις προκάλεσαν πολιτικό σάλο και ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γιάννης Οικονόμου, ανέφερε πως δεν υπάρχουν στοιχεία περιγράφοντας τον εκδότη της εφημερίδας, Κώστα Βαξεβάνη ως “εθνικό συκοφάντη”», σημειώνουν οι NYT, σχολιάζοντας επίσης ότι: «ο Κώστας Βαξεβάνης, ανέφερε πως έχει σκληρά στοιχεία, συμπεριλαμβανομένων ηχογραφημένων συζητήσεων και όλα θα αποκαλυφθούν στον καιρό τους. Τη Δευτέρα, επισκέφθηκε τον Άρειο Πάγο αφότου ο εισαγγελέας διέταξε έρευνα για τους ισχυρισμούς του».
Παράλληλα, στο ρεπορτάζ επισυνάπτεται η κυβερνητική ανακοίνωση για την απαγόρευση της εμπορίας των κατασκοπευτικών λογισμικών, η οποία έλαβε χώρα αφού «η κυβέρνηση Μητσοτάκη κατηγορήθηκε από το Documento, πως έβαλε στο στόχαστρο πολλούς πολιτικούς, δημοσιογράφους και επιχειρηματίες».
«Η κατάσταση παραμένει σκοτεινή. Οι αρχές έχουν χαρακτηρίσει παράνομη τη χρήση του Predator, αλλά όχι τη πώληση του. Ο κύριος Μητσοτάκης δεν έδωσε λεπτομέρειες για το πώς η απαγόρευση των πωλήσεων των λογισμικών παρακολούθησης θα λειτουργήσει ή το πώς θα επηρεάσει τη χρήση του κατασκοπευτικού λογισμικού» αναφέρεται χαρακτηριστικά στο ρεπορτάζ αφού τοποθετείται σχετικό χρονικό της υπόθεσης.
Επιπλέον, τονίζεται ότι «για μήνες οι ελληνικές αρχές αγνοούσαν αιτήματα από δημοσιογράφους και αντιπολιτευόμενα κόμματα να ερευνήσουν τον κατασκευαστή του Predator, την Intellexa, που μετακόμισε στην Ελλάδα από τη Κύπρο το 2021».