Με τη συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου ΕΕ – Αυστραλίας, η «φέτα» της χώρας πάει να «φάει» την ελληνική.
Την ώρα που η ελληνική πλευρά φιλοδοξεί η συμφωνία μεταξύ Ευρωπαϊκής Ενωσης και Αυστραλίας να είναι ίδια με αυτήν της Ιαπωνίας με την ΕΕ, δηλαδή να προβλέπει τη χρήση του αποκλειστικού όρου ΠΟΠ για τη φέτα, η ναυαρχίδα των ελληνικών τυριών δέχεται τεράστιο ανταγωνισμό τόσο από το εξωτερικό (εξαγωγές από Δανία, Βουλγαρία, Γερμανία, πΓΔΜ) όσο και από το εσωτερικό (λευκό τυρί κ.λπ.).
Οι διαπραγματεύσεις μεταξύ ΕΕ και Αυστραλίας για διμερή εμπορική συμφωνία ξεκίνησαν τον Ιούνιο του 2018. Σε αυτό το στάδιο, αφού έχουν λυθεί τα πιο εύκολα, οι αντιπροσωπείες εισήλθαν πλέον στα πιο δύσκολα ζητήματα, με πολύ σημαντικό το πρόβλημα της ιδιοκτησίας ονομασιών προέλευσης που έχουν κατοχυρωθεί σε ευρωπαϊκό επίπεδο αλλά χρησιμοποιούνται ευρέως στην Αυστραλία, όπως η ΠΟΠ φέτα και το ΠΓΕ prosecco.
Σύμφωνα με πρόσφατα δημοσιεύματα του αυστραλιανού Τύπου, η αυστραλιανή κυβέρνηση έχει αποδεχτεί ευρωπαϊκή πρόταση που θα υποχρεώσει τους τοπικούς παραγωγούς να χρησιμοποιούν ονόματα όπως «feta-like» (τύπου φέτα), «parmesan-like» ή «prosecco-like».
Η θέση της Ελλάδας
Το Documento επικοινώνησε με τον υπουργό Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων Σταύρο Αραχωβίτη για το θέμα, επί τη ευκαιρία και της επίσκεψης του Αυστραλού υπουργού Εμπορίου Σάιμον Μπέρμιγχαμ στις Βρυξέλλες στις 22 και 23 Ιανουαρίου, όπου συναντήθηκε με μέλη του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και την επίτροπο Εμπορίου Σεσίλια Μάλστρομ.
Ο Στ. Αραχωβίτης δήλωσε αποκλειστικά στο Documento ότι «η Αυστραλία είναι φίλη χώρα με ιδιαίτερους ιστορικούς δεσμούς με την Ελλάδα και με ιδιαίτερα σημαντική ελληνική ομογένεια. Συνεπώς τα ελληνικά ποιοτικά προϊόντα διατροφής, όπως για παράδειγμα οι επιτραπέζιες ελιές, η ναυαρχίδα των γεωγραφικών μας ενδείξεων φέτα, το ελληνικό έξτρα παρθένο ελαιόλαδο, οι μπίρες μας, οι οίνοι και το ούζο με γεωγραφική ένδειξη, τυγχάνουν ολοένα και μεγαλύτερης αναγνωρισιμότητας και εμπορικής επιτυχίας. Οι παραγωγοί μας λοιπόν προσδοκούν από τη συμφωνία ΕΕ – Αυστραλίας καλύτερη πρόσβαση στην αγορά της Αυστραλίας… Ταυτόχρονα, ο σεβασμός και η προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων που ευελπιστούμε να επιτευχθεί με αυτήν τη συμφωνία θα δώσει νέα ώθηση σε μοναδικά προϊόντα, αν μάλιστα συνδυαστεί με το κατάλληλο μάρκετινγκ. Τέτοιο επιτυχημένο παράδειγμα έχουμε με τους οίνους με γεωγραφική ένδειξη, όπου το πρόγραμμα προώθησης για την αυστραλιανή αγορά οδήγησε σε διπλασιασμό της αξίας εξαγωγών και σε ραγδαία αύξηση της μέσης τιμής ανά λίτρο εξαγώγιμου οίνου».
Ειδικότερα για το πρόβλημα που έχει προκύψει σχετικά με την πρόταση της Επιτροπής για ονομασίες προϊόντων «τύπου φέτα», ο Στ. Αραχωβίτης δήλωσε ότι «αν και δεν υπάρχει ενημέρωση σε τέτοιο βαθμό λεπτομέρειας για τις συζητήσεις της ΕΕ με την αυστραλιανή πλευρά για τις γεωγραφικές ενδείξεις, η Ελλάδα διεκδικεί πλήρη προστασία των γεωγραφικών της ενδείξεων και ιδιαίτερα της ναυαρχίδας αυτών, της ονομασίας “φέτα”, όπως σε όλες τις διεθνείς
«Οι παραγωγοί μας προσδοκούν από τη συμφωνία ΕΕ – Αυστραλίας καλύτερη πρόσβαση στην αγορά της Αυστραλίας. Ταυτόχρονα, ο σεβασμός και η προστασία των γεωγραφικών ενδείξεων που ευελπιστούμε να επιτευχθεί με αυτήν τη συμφωνία θα δώσει με το σωστό μάρκετινγκ νέα ώθηση σε μοναδικά προϊόντα» Σταύρος Αραχωβίτης Υπουργός Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων
συμφωνίες. Η εκτίμησή μας είναι ότι μια ρήτρα εξάλειψης της χρήσης της προστατευόμενης ονομασίας σε κάποιο κοινά αποδεκτό βάθος χρόνου (phasing-out period), το οποίο θα προβλέπεται στη συμφωνία, κατά το επιτυχημένο παράδειγμα των συμφωνιών της ΕΕ με χώρες όπως η Ιαπωνία και το Μεξικό, θα μπορούσε να αποτελέσει λύση προς τη σωστή κατεύθυνση».
Αντίστοιχα, το προηγούμενο διάστημα έχουν γίνει εκτενείς διαπραγματεύσεις ανάμεσα στον υπουργό Γεωργίας της Αυστραλίας Ντέιβιντ Λίτλπραουντ και τον Ευρωπαίο επίτροπο Γεωργίας Φιλ Χόγκαν, κατά τις οποίες η αυστραλιανή πλευρά υποστηρίζει τη διεθνή διάσταση των ετικετών των προϊόντων τους, ακόμη και αν είναι παρόμοιες με ευρωπαϊκές ονομασίες. Ηδη πάντως τον Απρίλιο του 2018 ένα ζευγάρι τυροκόμων δήλωσε ότι προχώρησε στην αλλαγή της ονομασίας τριών κωδικών που διακινούσε με το όνομα «feta», προκειμένου να ανταποκρίνεται στα πρότυπα κατσικίσιου τυριού αυστραλιανής προέλευσης, παραδεχόμενοι τότε στη «Sydney Morning Herald» ότι «δεν θα το λέμε πλέον φέτα, γιατί δεν είναι φέτα».
Πάντως και οι δύο πλευρές, Ευρώπη και Αυστραλία, έχουν στόχο να ολοκληρώσουν το κείμενο της συμφωνίας και να το ψηφίσουν πριν από το 2021.
«Τρέχουν» οι εξαγωγές
Παρά τα ψευδεπίγραφα και παραπλανητικά για τον καταναλωτή προϊόντα που φέρουν την ονομασία «φέτα» τα οποία κυκλοφορούν σε όλες τις αγορές του κόσμου, οι προοπτικές της ελληνικής φέτας στη διεθνή αγορά θεωρούνται ιδιαίτερα θετικές. Το 2017 οι εξαγωγές φέτας ανήλθαν σε 59,4 χιλ. τόνους, αξίας 343,9 εκατ. ευρώ, καταγράφοντας περαιτέρω αύξηση περίπου 5% σε ποσότητα και 3,5% σε αξία έναντι του 2016, ενώ αύξηση 60% σε ποσότητα και 57,2% σε αξία κατέγραψαν μέσα στην πενταετία 2013-17, με μέση ετήσια τάση +13%.
Πρώτη εξαγωγική αγορά το 2017 για τη φέτα αποτελεί η Γερμανία, με μερίδιο στις συνολικές εξαγωγές φέτας 35% σε ποσότητα, δεύτερη το Ηνωμένο Βασίλειο με 17%, τρίτη η Ιταλία με 11%, τέταρτη η Σουηδία με 6%, ενώ στην πέμπτη θέση ανέβηκε το 2017 η Γαλλία με μερίδιο 5%, εκτοπίζοντας τις ΗΠΑ στην έκτη θέση. Το 89% των ποσοτήτων φέτας έχει προορισμό τις χώρες της ΕΕ.
Το πρώτο εξάμηνο του 2018, σύμφωνα με στοιχεία του Συνδέσμου Ελληνικής Κτηνοτροφίας (ΣΕΚ), καταγράφηκε αύξηση κατά 12% των ποσοτήτων φέτας που κατευθύνθηκαν στις διεθνείς αγορές, φτάνοντας τις 34.500 τόνους.