Η «Πατρίδα» του Φερνάντο Αραµπούρου έχει χαρακτηριστεί το µεγάλο µυθιστόρηµα της Χώρας των Βάσκων και ένα από τα σηµαντικότερα της εποχής µας. Εχει λάβει πολλές διακρίσεις και βραβεία, µε πιο σηµαντικό το Κρατικό Βραβείο Λογοτεχνίας 2017 στην Ισπανία.
«Εχω πολύ καιρό να διαβάσω ένα βιβλίο τόσο πειστικό και συγκινητικό, τόσο ιδιοφυώς σχεδιασµένο» έγραψε ο Μάριο Βάργκας Λιόσα για τη σάγκα των δύο αγαπηµένων µεταξύ τους οικογενειών που καταλήγουν να γίνουν οι πιο µισητοί εχθροί λόγω πολιτικών συνθηκών.
Μέσα από την ιστορία των ανθρώπων αυτών ο Αραµπούρου περιγράφει όσα συνέβησαν στη Χώρα των Βάσκων από τις αρχές της δεκαετίας του 1980 έως το 2011, όταν η εθνικιστική, αυτονοµιστική οργάνωση ΕΤΑ (Euskadi Ta Askatasuna) ανακοίνωσε την οριστική παύση της ένοπλης δράσης της. Το βιβλίο, που πρόκειται να γίνει τηλεοπτική σειρά από το HBO µέσα στο 2019, κυκλοφόρησε πρόσφατα στα ελληνικά από τις Εκδόσεις Πατάκη σε πολύ καλή µετάφραση της Τιτίνας Σπερελάκη.
Συναντηθήκαµε µε τον Βάσκο συγγραφέα πριν από λίγες µέρες, όταν επισκέφθηκε την Αθήνα προσκεκληµένος του 11ου Ιβηροαµερικανικού Φεστιβάλ Λογοτεχνίας εν Αθήναις (ΛΕΑ 2019) που διοργανώθηκε µε την υποστήριξη της πρεσβείας της Ισπανίας, του Ινστιτούτου Θερβάντες και των Εκδόσεων Πατάκη.
Ξεκίνησε τη συζήτηση λέγοντάς µου πόσο έχει αλλάξει τη ζωή του αυτό το βιβλίο, το ένατο κατά σειρά: «Ηµουν γνωστός µέχρι τότε στην Ισπανία αλλά όχι τόσο όσο έπειτα από αυτό. Ηδη κυκλοφορεί σε 31 χώρες, εποµένως η προσωπική µου ζωή έχει επηρεαστεί αρκετά. Με έχει απορροφήσει πολύ, κάνω πολλά ταξίδια για να το παρουσιάσω. Χτυπάει συνεχώς το τηλέφωνο για να µου ζητήσουν συνεντεύξεις. Απολαµβάνω πολύ αυτήν τη διαδικασία» λέει χαµογελώντας.
Αυτοπροσδιορίζεστε ως Βάσκος ή ως Ισπανός;
Για µένα δεν υπάρχει κάποια αντίφαση.
Πώς επηρέασε τη ζωή σας ο διχασµός που προέκυψε λόγω της δράσης της ΕΤΑ; Η µετανάστευσή σας το 1985 στη Γερµανία οφείλεται στην κατάσταση που επικρατούσε στη χώρα σας;
Έφυγα από τη χώρα µου επειδή ερωτεύτηκα µια Γερµανίδα, µε την οποία µοιραζόµαστε ακόµη τη ζωή µας και έχουµε αποκτήσει και δύο κόρες. Η αλήθεια είναι ότι ήθελα να φύγω από τον τόπο µου γιατί ήταν πολύ δυσάρεστη αυτή η κατάσταση µε τους θανάτους και τις τροµοκρατικές επιθέσεις. Ωστόσο, δεν νιώθω εξόριστος. Ολα αυτά τα χρόνια, από τότε που µετακόµισα στη Γερµανία, επιστρέφω σταθερά στη χώρα µου για να δω τους γονείς µου, τους φίλους µου, να αγοράσω βιβλία, να πληροφορηθώ για την όλη κατάσταση και να βιώσω τον παλµό στους δρόµους.
Γιατί ένα βιβλίο µε θέµα την ΕΤΑ στη συγκεκριµένη χρονική περίοδο;
∆εν θεωρώ ότι γράφω για µια συγκεκριµένη θεµατική. Γι’ αυτό τον λόγο δεν έκανα ιδιαίτερη έρευνα, όπως να ανατρέξω σε αρχεία. Εχω ζήσει πραγµατικά ως ένας από τους ανθρώπους για τους οποίους γράφω.
Η προσέγγισή σας πάντως είναι βαθιά πολιτική.
Ηξερα ότι αυτό το βιβλίο θα αποκτούσε και πολιτική διάσταση επειδή αναφέροµαι στη ζωή ανθρώπων οι οποίοι έχουν επηρεαστεί από αυτή την πολιτική βία. Επίσης, απέκτησε πολιτική διάσταση γιατί υπήρξε πολύ µεγάλο ενδιαφέρον γύρω από αυτό. Κάθε βιβλίο όµως αποτελεί συγκεκριµένη προσέγγιση. Εποµένως όσοι δεν συµφωνούν µε αυτή θα θελήσουν να δηµιουργήσουν αντίλογο. Μέχρι τώρα η όλη συζήτηση γύρω από το βιβλίο ήταν πολύ ειρηνική. Και αυτό µε ευχαριστεί ιδιαίτερα, γιατί πριν από 25-30 χρόνια δεν θα ήταν εφικτό κάτι τέτοιο.
Γιατί;
Επειδή εκείνη την εποχή υπήρχε ακόµη τροµοκρατία, η οποία πάντα κατασκευάζει φόβο για να ασκήσει έλεγχο ώστε να επιβάλει το πρόταγµά της. Εποµένως ένας συγγραφέας όπως εγώ, ο οποίος δεν τάσσεται υπέρ αυτού του προτάγµατος, της ανεξαρτησίας στη συγκεκριµένη περίπτωση, δεν θα µπορούσε να έχει εκφράσει ελεύθερα την άποψή του. Οσοι τάσσονται υπέρ της τροµοκρατίας αλλά και οι ίδιοι οι τροµοκράτες θα είχαν προσπαθήσει να µου κλείσουν το στόµα. Κι όχι µόνο το δικό µου αλλά οποιουδήποτε συγγραφέα δεν θα τασσόταν στο πλευρό τους.
Για ποιον λόγο οι κοινωνίες γοητεύονται από ανθρώπους που διεκδικούν µε τη χρήση όπλων;
Θεωρώ ότι υπάρχουν δύο διαφορετικοί λόγοι γι’ αυτή την ηρωοποίηση και νοµίζω ότι και στις δύο περιπτώσεις µιλάµε για προπαγάνδα. Από τη µία ο λόγος για τον οποίο υπάρχει αυτή η δράση πρέπει να παρουσιαστεί ως κάτι θετικό. Για παράδειγµα η ΕΤΑ δηµιουργήθηκε µε έναν πολύ συγκεκριµένο στόχο, ο οποίος προωθείται ως καλός. Από την άλλη πλευρά προωθείται αυτή η ηρωοποίηση ώστε να ενθαρρυνθεί η συµµετοχή. Κι αυτό δεν συµβαίνει µόνο µε την ΕΤΑ – βλέπουµε ότι πάντα συµβαίνει το ίδιο σε αυτές τις περιπτώσεις. ∆ηµιουργείται ένα αφήγηµα για να προσελκύσει νέα µέλη, κυρίως νέους άντρες που έχουν ελεύθερο χρόνο, συνήθως χωρίς οικογενειακές ή κοινωνικές υποχρεώσεις και χωρίς την απαιτούµενη ωριµότητα για να κρίνουν ψύχραιµα την κατάσταση. Αυτοί είναι οι τέλειοι υποψήφιοι για να προσχωρήσουν σε µια τροµοκρατική οργάνωση.
Χρησιµοποιείτε τη λέξη τροµοκρατία· οι ίδιοι χρησιµοποιούν τη λέξη ακτιβισµός. Είναι δύο εκ διαµέτρου αντίθετες προσεγγίσεις για το ίδιο ζήτηµα. Μπορεί να υπάρξει κοινό έδαφος;
Φυσικά και όχι. Εδώ δεν µιλάµε για λέξεις. Οι νεκροί είναι νεκροί. Οπως και να ονοµάσουµε την κατάσταση, οι 850 νεκροί –µεταξύ αυτών και 25 παιδιά– παραµένουν νεκροί. ∆εν αλλάζει αυτό. Σε µια συζήτηση, ναι, φυσικά. Εκεί όµως µιλάµε για όρους, είναι κάτι διαφορετικό. Μιλάµε για διαφορετικές προσεγγίσεις οι οποίες χρησιµοποιούνται για να καταρρίψουµε επιχειρήµατα σε µια συζήτηση κι όλο αυτό κινείται στο πλαίσιο της δηµοκρατίας.
Μπορεί να υπάρξει συγχώρεση; Κλείνουν ποτέ αυτού του είδους οι πληγές στη συλλογική µνήµη;
Ενα θύµα πάντα θα είναι θύµα και κάποιος που έχει χάσει έναν συγγενή ή φίλο από τροµοκρατικό χτύπηµα δεν θα το ξεπεράσει ποτέ. Ωστόσο ο χρόνος δεν παραµένει ακίνητος και µια κοινωνία δεν σταµατά για πάντα σε ένα συγκεκριµένο θέµα. Ερχονται νέες γενιές µε νέες προσδοκίες και το παρόν το οποίο βιώνουµε σχετίζεται όλο και λιγότερο µε αυτό το παρελθόν. Στους ίδιους δρόµους στους οποίους υπήρχε βία τώρα παίζουν παιδιά. Αυτό δεν σηµαίνει ότι αυτά τα παιδιά που σήµερα παίζουν σε µια κοινωνία πολύ πιο ειρηνική, όπου οι πολίτες έχουν συµφωνήσει να ζουν στο πλαίσιο της δηµοκρατίας και να σέβονται κάποιους κοινούς κανόνες, δεν έχουν το δικαίωµα να γνωρίζουν όλα αυτά που συνέβησαν. Θεωρώ ότι και το µυθιστόρηµά µου είναι µια συµβολή στη διαδικασία της ειρήνης. Ωστόσο δεν µπορώ να συζητάω θεωρητικά ως προς τη συγχώρεση όταν υπάρχουν άνθρωποι οι οποίοι έχουν υπάρξει θύµατα.
Μία από τις ηρωίδες του βιβλίου, η Μπιτόρι, η οποία έχασε τον άντρα της σε επίθεση της ΕΤΑ, µιλάει καθηµερινά στη φωτογραφία του προσπαθώντας να διατηρήσει την επικοινωνία µαζί του. Γιατί έχουµε την ανάγκη να κρατάµε στη ζωή τους νεκρούς;
Πιστεύω ότι είναι ένας τρόπος να αρνούµαστε τη µοναξιά και τον θάνατο. Είναι επίσης ένας τρόπος να µιλάµε µε τον ίδιο µας τον εαυτό αναπαράγοντας µια κατάσταση η οποία στο παρελθόν υπήρξε η πραγµατικότητά µας. Η Μπιτόρι πηγαίνει στο νεκροταφείο και ζητάει για παράδειγµα ξαφνικά από τον άντρα της να σωπάσει ή του λέει «ζέστανε τον τάφο για µένα» µε την ίδια οικειότητα που παλιότερα του έλεγε να ζεστάνει το κρεβάτι για να πάει να ξαπλώσει δίπλα του. Είναι κατά κάποιον τρόπο η συνήθεια ενός αντρόγυνου που συνεχίζεται µέσα από αυτήν τη διαδικασία. Σ’ εµάς, που είµαστε παρατηρητές, µπορεί να φαίνεται εξωπραγµατική. Για εκείνη όµως είναι φορτωµένη µε πολλά συναισθήµατα.
Στο βιβλίο σας υπάρχουν δύο οικογένειες, δύο συστήµατα που έρχονται σε αντιπαράθεση. Ωστόσο κάθε τέτοιο σύστηµα αντιµετωπίζει και εσωτερικές αντιδράσεις από τα µέλη του. Πιστεύετε ότι στην εποχή µας µπορεί να λειτουργήσει ο θεσµός της οικογένειας όπως την ξέρουµε µέχρι σήµερα;
Θεωρώ ότι η οικογένεια είναι κάτι περισσότερο από ένας απλός θεσµός. Είναι κάτι θεµελιώδες. Στην οικογένεια γεννιόµαστε και µεγαλώνουµε. Σήµερα σαφώς υπάρχουν και διαφορετικές µορφές οικογένειας αλλά κατά βάση όλοι έχουµε µια µητέρα. Μέσα στην οικογένεια εξασφαλίζουµε την πρώτη µας τροφή, µαθαίνουµε να µιλάµε και διαµορφώνουµε τον χαρακτήρα µας. Εγώ ο ίδιος είµαι οικογενειάρχης. Εδώ και 35 χρόνια είµαι παντρεµένος µε την ίδια γυναίκα, έχω δύο κόρες και στην οικογένειά µου υπάρχει η συµφωνία ότι όλοι βοηθάµε ο ένας τον άλλο και αγαπιόµαστε. Για µένα αυτό είναι η οικογένεια και όχι µια αφηρηµένη έννοια που αποτελεί αντικείµενο της ανθρωπολογίας. Προσωπικά καθορίζει τη ζωή µου και δίνει νόηµα στην εργασία µου. Τι ωφελεί αν το βιβλίο µου είναι επιτυχηµένο όταν επιστρέφω µόνος στο ξενοδοχείο µου και δεν έχω κάποιον να µοιραστώ την επιτυχία ή τα έσοδα που προκύπτουν από αυτή; Είµαι πραγµατικά µεγάλος υπέρµαχος του θεσµού, ίσως επειδή προέρχοµαι από πολύ ταπεινή οικογένεια που όµως τα µέλη της είχαν πολλή αγάπη µεταξύ τους.
INFΟ
Το βιβλίο του Φερνάντο Αραμπούρου «Πατρίδα» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη σε μετάφραση της Τιτίνας Σπερελάκη. Ευχαριστούμε θερμά την Αννα Χόλογουεϊ για τη διερμηνεία της συνέντευξης από τα ισπανικά.
Φωτογραφία: Γιώργος Κονταρίνης / Eurokinissi