Φατσοβιβλίο και μακαρθισμός

Με τον όρο «Φατσοβιβλίο» εννοώ το γνωστό και ισχυρό social media. O λόγος που χρησιμοποιώ τον συγκεκριμένο όρο και όχι το όνομά του είναι ότι το άρθρο αυτό δεν μπορεί να προωθηθεί στο συγκεκριμένο social media αν στο κείμενο υπάρχει η ονομασία του και πολύ περισσότερο κριτική γι’ αυτό.

 Αναμφίβολα πρόκειται για μορφή λογοκρισίας, αν και δεν είναι ούτε η μοναδική ούτε και η πιο σοβαρή. Θα μου πείτε βέβαια ότι πρόκειται για ιδιωτική πλατφόρμα και αυτή μπορεί να έχει τους κανόνες της. Φυσικά, αλλά ιδιωτικές είναι και οι εφημερίδες και τα κανάλια που αν επιδοθούν σε πράξεις λογοκρισίας αυτό είναι κατακριτέο και δεν δικαιολογείται από το ιδιοκτησιακό καθεστώς. Κάποια αγαθά πρέπει να περιφρουρούνται και δεν μπορεί να τα αναιρεί το χρήμα και το είδος της ιδιοκτησίας.

Το Φατσοβιβλίο λοιπόν ξεκίνησε ως πλατφόρμα επαφών, γνωριμιών και αναζητήσεων. Πρακτικά όμως μετατράπηκε σε έναν δημόσιο χώρο όπου η πληροφορία και το κέρδος προσπαθούν να κινηθούν σε μια επικίνδυνη ισορροπία. Οι ιδιοκτήτες του Φατσοβιβλίου επιμένουν πως πρόκειται απλώς για κοινωνική πλατφόρμα, αλλά η αλήθεια είναι πως πρόκειται για τον μεγαλύτερο παγκόσμιο φορέα μεταφοράς ειδήσεων ή ψευδών ειδήσεων. Ταυτόχρονα, όπως μπορεί κανείς εύκολα να καταλάβει, είναι δυνάμει και ο μεγαλύτερος φορέας προπαγάνδας. Αυτός που διακινεί την πληροφορία μπορεί σήμερα να εξουσιάζει. Σε αυτό το παιχνίδι της εξουσίας μέσω του πολέμου της πληροφορίας το ψεύδος αντικειμενικά είναι σε πλεονεκτική θέση, αφού δεν χρειάζεται να αποδείξει τίποτε και μπορεί απλώς να υπονομεύει την αλήθεια και τους φορείς της. Μια θεωρία συνωμοσίας ή μια υβριστική ανάρτηση στο Φατσοβιβλίο μπορεί εύκολα να συγκεντρώσει περισσότερα likes από μια είδηση.

Το Φατσοβιβλίο έχοντας βάλει το δάχτυλο στο μέλι της εξουσίας έχει μετατραπεί από ολιγοπώλιο της πληροφορικής σε ολιγοπώλιο της πληροφορίας. Ακόμη και αν παραβλέψουμε τις πληροφορίες για σχέσεις με το στρατιωτικό και οικονομικό κατεστημένο στις ΗΠΑ είναι εμφανής η εικόνα του τέρατος στο οποίο προσομοιάζει. Στην παγκόσμια χώρα του Φατσοβιβλίου μπορεί θεωρητικά να προτάσσεται το κυνήγι του κέρδους και των κλικ (αυτά κι αν υποκρύπτουν κέρδος), αλλά στόχος είναι η επικράτηση. Αυτήν τη στιγμή καμιά έκφραση του δημόσιου χώρου και του δημόσιου λόγου δεν μπορεί να συγκριθεί με την ισχύ όσων εναλλάσσονται στο Φατσοβιβλίο.

Ειδήσεις, ψευδοπληροφορίες, συναισθήματα, κουτσομπολιά, η καθημερινότητα που συμπιέζεται από τις συμπληγάδες της εικονικότητας δημιουργούν μεθοδικά μια άλλη μορφή ζωής, ένα νέο είδους ανθρώπου και σταδιακά θεσμοποιείται ως μοναδικός τρόπος για να υπάρχει ο άνθρωπος.

Δεν μπορεί να δραπετεύσει κανένας από αυτή την πραγματικότητα ακόμη και αν την ενοχοποιήσει ή τη δαιμονοποιήσει. Ακόμη και οι πολιτικές ηγεσίες διαπιστώνουν ότι είναι αδύναμες μπροστά στην ισχύ ενός εξουσιαστή που διαμορφώνει ανθρώπους από τα παιδικά τους χρόνια χρησιμοποιώντας τα χρώματα της οθόνης. Η χρήση των προσωπικών δεδομένων από ανεξέλεγκτους διαχειριστές της ηλεκτρονικής τεχνοκρατικής ψευδοδημοκρατίας είναι μόνο η μία πλευρά του σκανδάλου. Η άλλη είναι η κατευθυνόμενη πληροφόρηση που μπορεί να διαμορφώσει καταναλωτικό πολίτη, πελάτη, άβουλο ψηφοφόρο ή φονταμενταλιστή του νεοφιλελευθερισμού.

Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία πως η αυταπάτη της ελευθερίας του διαδικτύου καταρρέει μπροστά στην πραγματική εικόνα της σκληρής ταξικότητας που αποκαλύπτεται. Το Φατσοβιβλίο επένδυσε σε αυτή την αυταπάτη και την αποστροφή των πολιτών στα κατευθυνόμενα μέσα ενημέρωσης. Οπως συμβαίνει συχνά, κανένας δεν ήθελε να δει τη φάκα πίσω από το τυρί. Το βίντεο με τη σφαγή στη Νέα Ζηλανδία είχε εκατομμύρια αναπαραγωγές στο Φατσοβιβλίο, την ώρα που η ιστορική φωτογραφία με το κοριτσάκι που καίγεται από τις αμερικανικές ναπάλμ στο Βιετνάμ κόπηκε ως «παιδικό γυμνό». Οι φωτογραφίες του Γιάννη Μπεχράκη που αναρτήθηκαν από φίλους του μετά τον θάνατό του στο Φατσοβιβλίο και κατέγραφαν σκηνές από λιμό στην Αφρική κόπηκαν με την ίδια δικαιολογία.

Από πρόθεση ή από αδυναμία κρίσης το Φατσοβιβλίο γίνεται ο διαμορφωτής μιας νέας, εφιαλτικής αλλά μη ορατής πραγματικότητας στην οποία τον ρόλο του σύγχρονου ΜακΚάρθι παίζουν κάποιοι κακοπληρωμένοι moderators στις Φιλιππίνες οι οποίοι αναλαμβάνουν να αποσύρουν τις «κακές φωτογραφίες» και τις ύποπτες αναρτήσεις. Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι το έργο του Ντελακρουά «Η ελευθερία οδηγεί τον λαό» δεν έχει καμία τύχη στο Φατσοβιβλίο επειδή η ελευθερία είναι γυμνόστηθη.

Αφού δημιουργήθηκε το τέρας, ο ανεξέλεγκτος Τζέκιλ και Χάιντ με τα δύο πρόσωπα, το Φατσοβιβλίο το χρησιμοποιεί ως επιχείρημα για να ορίσει τους δικούς του κανόνες στη δημόσια σφαίρα την οποία πλέον αποτελεί. Αυτήν τη φορά το σκιάχτρο του κακού είναι τα fake news. Ειδικές επιτροπές σε όλο τον κόσμο στήνονται από το Φατσοβιβλίο για να ελεγχθούν τα fake news. Να θυμίσουμε ότι πίσω από μια πρόσφατη πρωτοβουλία για την αντιμετώπιση των fake news στην Ευρώπη κρύβονταν οι μυστικές υπηρεσίες της Βρετανίας που είχαν εξαπολύσει πόλεμο προπαγάνδας με πρόσχημα τη ρωσική προπαγάνδα. Στην υπηρεσία του μπήκαν αρκετοί Ελληνες δημοσιογράφοι για «καλό σκοπό».

Το θέμα των fake news είναι βαθιά πολιτικό και δεν ακυρώνεται με επικλήσεις στο αυταπόδεικτο κακό των ψευδοειδήσεων. Αν πραγματικά ήθελε το Φατσοβιβλίο να απαλλαγεί από τις κακόβουλες πρακτικές, θα μπορούσε να αφαιρέσει μέσα από αλγόριθμους τους ψεύτικους χρήστες που καθημερινά αναπαράγουν επικίνδυνες θεωρίες. Η πρακτική του δείχνει πως το πρόβλημα δεν είναι οι κακοί αλλά αυτοί που επιλέγονται ως κακοί. Στον σύγχρονο δημόσιο χώρο όπου τα κοινοβούλια και οι θεσμοί δεν έχουν κλάσμα της δύναμης του Φατσοβιβλίου παγιώνεται σταδιακά ο μακαρθισμός της ηλεκτρονικής ελίτ που συνδέεται άμεσα με την οικονομική ολιγαρχία. Η διαπλοκή στον κυβερνοχώρο δυστυχώς έχει οικείο, πολύχρωμο και καθημερινό πρόσωπο αλλά και την επικινδυνότητα της παντοκρατορίας.

Απόδειξη αποτελεί και η απόφαση του Φατσοβιβλίου να χρίσει στην Ελλάδα σερίφη του διαδικτύου ή fact checker (σε πιο σικ λεκτική εκδοχή) ένα σάιτ του οποίου η αξιοπιστία είναι προς συζήτηση. Μια ομάδα που αποτελείται από λοχίες του στρατού, χημικούς και web developers επιλέχθηκε από το Φατσοβιβλίο για να αξιολογεί δημοσιεύματα μέσων ενημέρωσης. Επιπλέον είναι άγνωστο πώς χρηματοδοτούνται για να υπάρχουν και πώς πιστοποιήθηκαν ως fact checkers ανάμεσα σε δημοσιογραφικούς – κολοσσούς του Associated Press και της «Monde» που έχουν αναλάβει σε άλλες χώρες αυτό το έργο. Η τελευταία φορά πάντως που καραβανάδες στην Ελλάδα ανέλαβαν τον ρόλο λογοκριτή ήταν το 1967. Και δεν είχαν καλό τέλος.

Τον Ιούνιο του 2019 η διάσκεψη των G20 πιθανότατα θα έχει θέμα και τις πλατφόρμες του διαδικτύου. Αν και η λύση απέναντι στο θηρίο της ηλεκτρονικής παντοκρατορίας είναι δύσκολη, κάθε μέρα γίνεται όλο και πιο εμφανές ότι πρέπει πλέον να αντιμετωπίζεται με κανόνες δημόσιου χώρου και όχι ιδιωτικής επιχείρησης.

Το Φατσοβιβλίο έχοντας βάλει το δάχτυλο στο μέλι της εξουσίας έχει μετατραπεί από ολιγοπώλιο της πληροφορικής σε ολιγοπώλιο της πληροφορίας. Θεωρητικά προτάσσει το κυνήγι του κέρδους και των κλικ (αυτά κι αν υποκρύπτουν κέρδος), αλλά στόχος είναι η επικράτηση

Ετικέτες