Εξαρθρώθηκε, από το Τμήμα Εγκλημάτων κατά Ιδιοκτησίας της Διεύθυνσης Ασφάλειας Αττικής, πολυμελής εγκληματική οργάνωση που έκανε ληστείες και διαρρήξεις σε οικίες και εταιρείες, στην Αττική.
Έπειτα από οργανωμένη αστυνομική επιχείρηση στην ευρύτερη περιοχή της Αθήνας, αλλά και στο Ναύπλιο, συνελήφθησαν έξι από τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης (μεταξύ των οποίων και οι αρχηγοί), τέσσερις άνδρες ηλικίας 30, 37, 40 και 42 ετών και δύο γυναίκες, 19 και 40 ετών, όλοι από τη Γεωργία. Παράλληλα, ταυτοποιήθηκε και αναζητείται ένα επιπλέον μέλος της εγκληματικής οργάνωσης, επίσης Γεωργιανός.
Σε βάρος τους σχηματίστηκε ποινική δικογραφία για τα κατά περίπτωση αδικήματα της σύστασης εγκληματικής οργάνωσης, ληστείες και διακεκριμένες κλοπές κατά συναυτουργία και κατ΄ εξακολούθηση, πλαστογραφία μετά χρήσης και παράβαση του νόμου περί όπλων.
Σύμφωνα με την αστυνομία, οι κατηγορούμενοι, εδώ και πέντε χρόνια, είχαν συστήσει και ενταχθεί σε εγκληματική οργάνωση που διέπραττε κλοπές και ληστείες σε οικίες και σε εταιρείες, σε διάφορες περιοχές της Αττικής, ενώ χρησιμοποιούσαν πλαστά έγγραφα προκειμένου να μην κινδυνεύουν να εντοπιστούν και να συλληφθούν.
Η δράση της οργάνωσης περιελάμβανε κεντρικό συντονισμό, στρατολόγηση και εκπαίδευση των μελών, σχεδιασμό και παρακολούθηση των θυμάτων για τη συλλογή πληροφοριών για τις συνήθειές τους, αντικατάσταση των συλληφθέντων μελών και την προστασία τους, αλλά και τη χρήση ψευδών στοιχείων ταυτότητας από τα ηγετικά στελέχη, που ήταν ο 37χρονος και ο 40χρονος.
Η οργάνωση είχε και «ταμείο» για την κάλυψη των άμεσων αναγκών της, με οικονομικό διαχειριστή τον 40χρονο. Στο ταμείο έβαζαν χρήματα όλοι οι κατηγορούμενοι, ενώ σε περίπτωση σύλληψης των μελών τα χρήματα χρησιμοποιούνταν για κάλυψη εξόδων για δικηγόρους και μεταφραστές ή ό,τι άλλο χρειαζόταν. Η ομάδα διέθετε και υποστηρικτικά μέλη που παρείχαν με κάθε μέσο διευκόλυνση, εμφανιζόμενοι ως ιδιόκτητες αυτοκινήτων, ενοικιαστές διαμερισμάτων και άτομα που χρησιμοποιούσαν για να μεταφέρουν και να διαθέσουν τα κλεμμένα στα ενεχυροδανειστήρια.
Σχετικά με τη διαμονή των μελών της, η οργάνωση ακολουθούσε επίσης την πρακτική που ακολουθούν όλες οι αντίστοιχες του γεωργιανού οργανωμένου εγκλήματος, όπως ενοικίαση διαμερισμάτων με στοιχεία γυναικών από την Γεωργία, ώστε να μην είναι εύκολος ο εντοπισμός τους, ενώ τα ενοίκια πληρώνονταν από τα έσοδα της εγκληματικής τους δραστηριότητας.
Την ίδια τακτική ακολουθούσαν και με τα αυτοκίνητα που χρησιμοποιούσαν για την εγκληματική τους δραστηριότητα και τα οποία τις περισσότερες φορές ήταν καταχωρημένα σε στοιχεία άλλων αλλοδαπών προσώπων, προκειμένου με αυτό τον τρόπο να μην είναι εύκολος ο εντοπισμός τους.
Οι δράστες, αφού επέλεγαν την περιοχή στην οποία θα δρούσαν και αποφάσιζαν να προχωρήσουν στη διάρρηξη οικιών, στάθμευαν τα επιχειρησιακά αυτοκίνητα σε κοντινά σημεία και στη συνέχεια χρησιμοποιώντας διάφορα τεχνάσματα, προσπαθούσαν να πείσουν τους ιδιοκτήτες των οικιών να τους επιτρέψουν την πρόσβαση στην κεντρική είσοδο των πολυκατοικιών. Τουλάχιστον δύο μέλη, επιτηρούσαν εξωτερικά την οικία, ενώ παράλληλα άλλο μέλος μιλούσε συνεχώς στο τηλέφωνο με τους «τσιλιαδόρους» για να έχει άμεση ενημέρωση αν πλησίαζε κάποιος από τους ενοίκους ή αστυνομικοί.
Προκειμένου, μάλιστα, να έχουν κάλυψη, σε περίπτωση που γίνονταν αντιληπτοί από διερχόμενους πολίτες ή ελεγχθούν από αστυνομικούς, σε κάποιες περιπτώσεις έπαιρναν μαζί τους ηλικιωμένες Ελληνίδες γυναίκες, εκμεταλλευόμενοι το γεγονός ότι τις φρόντιζε η 40χρονη, η οποία παρείχε υπηρεσίες αποκλειστικής νοσοκόμας και φροντίδας ηλικιωμένων. Σημειώνεται, ότι οι ηλικιωμένες παρέμεναν σε όλη την διάρκεια της διάρρηξης, στο αυτοκίνητο, νομίζοντας ότι επρόκειτο για βόλτα…
Τα μέλη της οργάνωσης κατά την είσοδό τους στις οικίες, ερευνούσαν κάθε πιθανό σημείο στο οποίο θα μπορούσαν οι ένοικοι να αποκρύπτουν αντικείμενα αξίας.
Εκτός από τις οργανωμένες διαρρήξεις, τα μέλη της οργάνωσης διέπρατταν και ληστείες, σε περίπτωση που οι ένοικοι των διαμερισμάτων βρίσκονταν μέσα στην οικία τους. Σε αυτές τις περιπτώσεις τα μέλη της οργάνωσης δεν δίστασαν να απειλούν τα θύματά τους με χρήση διαφόρων αντικειμένων, όπως κατσαβίδια, προκειμένου να καταφέρουν να πετύχουν τον σκοπό τους.
Αμέσως μετά τις διαρρήξεις, πήγαιναν σε ενεχυροδανειστήρια, κυρίως στο κέντρο της Αθήνας όπου διέθεταν τα κλοπιμαία (κοσμήματα, ρολόγια, χρυσαφικά και λοιπά τιμαλφή) προς πώληση έναντι χρηματικών ποσών.
Από τις έρευνες που πραγματοποιήθηκαν, βρέθηκαν και κατασχέθηκαν ένα περίστροφο, πλήθος κοσμημάτων και ασημικών, μεγάλος αριθμός ηλεκτρονικών και ηλεκτρικών συσκευών όπως τηλεοράσεις, ηλεκτρονικοί υπολογιστές, φωτογραφικές μηχανές, κινητά τηλέφωνα, αποδεικτικά εμβασμάτων στο εξωτερικό συνολικού ποσού που υπερβαίνει τις 85.000 ευρώ, δελτία αποστολής αντικειμένων και ιδιωτικά συμφωνητικά από ενεχυροδανειστήρια συνολικού ποσού που υπερβαίνει τις 27.000 ευρώ.
Από τη μέχρι στιγμής έρευνα, εξιχνιάστηκαν τριάντα πέντε κλοπές από οικίες, με λεία που υπερβαίνει τις 200.000 ευρώ, ενώ η αστυνομία εκτιμά ότι οι συλληφθέντες έχουν διαπράξει δεκάδες ακόμη κλοπές με παρόμοια μεθοδολογία. Οι έρευνες θα συνεχιστούν για την πλήρη εξακρίβωση του εύρους της εγκληματικής τους δραστηριότητας.
Σημειώνεται ότι σε βάρος του 37χρονου εκκρεμεί καταδικαστική απόφαση για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση, διακεκριμένες κλοπές και οπλοκατοχή, με την οποία του επεβλήθη ποινή φυλάκισης οκτώ ετών.
Οι συλληφθέντες, με τη δικογραφία που σχηματίστηκε σε βάρος τους, οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Αθηνών και παραπέμφθηκαν για κύρια ανάκριση.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ