Οι υπερασπιστές της ιδιωτικής πανεπιστημιακής εκπαίδευσης ξεχνoύν να μας πουν ότι σκάνδαλα μεγατόνων έχουν ξεσπάσει στα μεγαλύτερα αμερικανικά ιδρύματα
Ενα από τα βασικότερα επιχειρήματα που αναμασούν οι θιασώτες της ιδιωτικής τριτοβάθμιας εκπαίδευσης είναι ότι σχεδόν σε όλο τον κόσμο τα ιδιωτικά πανεπιστήμια είναι θεσμοθετημένα. Παρ’ όλα αυτά, σύμφωνα με τη Eurostat, και ενώ στην ΕΕ μόνο η Ελλάδα και το Λουξεμβούργο δεν έχουν θεσμοθετήσει τη μη δημόσια τριτοβάθμια εκπαίδευση, η συντριπτική πλειονότητα των φοιτητών στην Ευρώπη (ποσοστό 79,7%) επιλέγει να φοιτήσει σε δημόσια πανεπιστήμια.
Διαβάστε επίσης – Μητσοτάκης: «Ευχές» για ιδιωτικά πανεπιστήμια από Ιανουάριο – Σπουδή για αναθεώρηση του άρθρου 16
Για παράδειγμα, στη Γερμανία λειτουργούν 83 ιδιωτικά πανεπιστήμια και σπουδάζει σε αυτά μόλις το 1% των Γερμανών φοιτητών, ενώ στην Πορτογαλία, όπου τη δεκαετία του 1980 ιδρύθηκαν εκατοντάδες ιδιωτικά πανεπιστήμια, πλέον ο αριθμός τους έχει μειωθεί συντριπτικά.
Τα δημόσια πανεπιστήμια στην Ευρώπη περνούν κάτω από τα ραντάρ των ελληνικών ΜΜΕ, παρότι έχουν παρουσία αιώνων στην τριτοβάθμια εκπαίδευση, είναι φημισμένα, συνεργάζονται με άλλα πανεπιστήμια, ενώ χρηματοδοτούνται και με κονδύλια ιδιωτών –όχι αποκλειστικά–, διαπρέπουν στην έρευνα και αποκομίζουν πόρους για την ανάπτυξη και λειτουργία τους. Τα ευρωπαϊκά κράτη δεν τα έχουν υπό διωγμό ούτε τα υποχρηματοδοτούν ούτε διαφημίζουν κολέγια ή πανεπιστήμια της ελίτ των ΗΠΑ ως απάντηση σε μια μικρή «αγορά» όπως η ελληνική. Και εκεί πάντως υπάρχουν «δυσλειτουργίες» –βαρύτατος δανεισμός για φοίτηση και σκάνδαλα– που αποσιωπούνται.
«Να χρηματοδοτηθούν τα δημόσια να γίνουν καλύτερα»
Ο καθηγητής Οικονομικής Ανάλυσης και Διεθνών Οικονομικών στο Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Περικλής Γκόγκας είναι ξεκάθαρος για το ζήτημα μιλώντας στο Documento: «Οικονομικά αν το δούμε, οικονομίες κλίμακας έχουμε αν χρηματοδοτήσουμε περισσότερο τα ήδη πάρα πολύ καλά πανεπιστήμια που έχουμε στη χώρα μας για να γίνουν ακόμη καλύτερα».
Στη συνέχεια ο καθηγητής επισημαίνει ότι πρέπει να ανοίξει δημόσιος διάλογος για το τι είναι ιδιωτικό και τι μη κρατικό: «Πρέπει να γίνει μια σοβαρή διάκριση μεταξύ των ιδιωτικών πανεπιστημίων και αυτών που αναγνωρίζει ο κόσμος ως ιδιωτικά. Εχουμε τα ιδιωτικά και έχουμε τα μη κρατικά – μη κερδοσκοπικά. Συνήθως κανείς δεν γνωρίζει να μου αναφέρει τρία καλά ιδιωτικά πανεπιστήμια. Αυτά που λένε είναι είτε ξένα κρατικά είτε μη κρατικά – μη κερδοσκοπικά, τα οποία είναι περίπου το ίδιο, με τη διαφορά ότι ιδρύθηκαν πριν από αιώνες από κάποιον ιδιώτη και λειτουργούν με καθαρά δημόσιο χαρακτήρα, χωρίς να βγάζει κανείς κέρδος, ενώ τα έσοδα από δίδακτρα και πατέντες επανεπενδύονται στο πανεπιστήμιο. Συνεπώς, το Χάρβαρντ και το MIT που είναι μη κρατικά – μη κερδοσκοπικά δεν διαφέρουν από το Μπέρκλεϊ και το Μίσιγκαν που είναι κρατικά».
«Δεν είναι ούτε ΙΕΚ ούτε κολέγια»
Από την πλευρά της η Αιμιλία Βήλου, υποψήφια διδακτόρισσα του Πάντειου Πανεπιστημίου, συμπληρώνει: «Το ότι κάτι συμβαίνει αλλού δεν σημαίνει ότι είναι αυτομάτως καλό. Τα πανεπιστήμια του εξωτερικού για τα οποία μιλάμε και θεωρούμε υψηλού επιπέδου δεν είναι ιδιωτικά. Είναι μια σύμπλευση ιδιωτικού – δημόσιου τομέα με τελείως διαφορετική αντίληψη. Δεν είναι ούτε ΙΕΚ ούτε κολέγια. Λειτουργούν με συγκεκριμένα επιστημονικά κριτήρια για τα οποία στην Ελλάδα δεν υπάρχει καμία πρόβλεψη».
Το ξεχασμένο σκάνδαλο των «μεγάλων»
Η ύπαρξη ιδιωτικών – μη κρατικών πανεπιστημίων δεν αποτελεί πανάκεια ούτε είναι «αμέμπτου ηθικής», παρά τα αυστηρά κριτήρια στη λειτουργία τους. Η εισαγωγή στα φημισμένα ιδρύματα που προσδίδουν αναβαθμισμένο κοινωνικό κύρος και η μετέπειτα συναναστροφή με τους αποφοίτους από το ίδιο πανεπιστήμιο που δίνει ευκαιρίες στον επαγγελματικό τομέα αποτελούν το ιερό δισκοπότηρο για οικογένειες διασήμων ή και μεγαλοαστών.
Το 2019 οι ΗΠΑ συνταράχθηκαν από ένα σκάνδαλο μεγατόνων που αφορούσε μερικά από τα σημαντικότερα αμερικανικά πανεπιστήμια παγκοσμίου φήμης, μεταξύ των οποίων το Γέιλ, το Στάνφορντ, το Τζόρτζταουν και το Πανεπιστήμιο του Σαν Ντιέγκο. Η έρευνα του FBI αποκάλυψε ένα τεράστιο κύκλωμα με επικεφαλής τον Γουίλιαμ Ρικ Σίνγκερ που εξασφάλιζε σε υποψήφιους την αντί αδράς πληρωμής είσοδό τους σε ένα από τα μεγάλα αμερικανικά πανεπιστήμια.
Τριάντα τρεις γονείς υποψηφίων κατηγορήθηκαν ότι πλήρωσαν περισσότερα από 25 εκατ. δολάρια μεταξύ 2011 και 2018 για να εξασφαλίσουν την είσοδο των παιδιών τους. Ο Σίνγκερ ομολόγησε την ενοχή του και παραδέχτηκε ότι διευκόλυνε την εισδοχή περισσότερων από 750 παιδιών στα μεγάλα πανεπιστήμια που εμπλέκονταν στο σκάνδαλο.
Η… φάμπρικα του Σίνγκερ
Δύο ήταν οι τρόποι με τους οποίους ο Σίνγκερ κατάφερνε να εισάγει στα μεγάλα πανεπιστήμια των ελίτ τους υποψήφιους που είχαν δώσει τη χρηματική… συνεισφορά τους.
01
Με το ποσό των 5.000 ευρώ οι γονείς εξασφάλιζαν στο παιδί γνωμάτευση ψυχολόγου για μαθησιακές δυσκολίες. Στη συνέχεια έβρισκαν μια δικαιολογία ώστε ο υποψήφιος να εξεταστεί σε εξεταστικό κέντρο που βρισκόταν υπό τον έλεγχο του Σίνγκερ. Σε κάποιες περιπτώσεις εμφανιζόταν αντί για τον πραγματικό υποψήφιο κάποιος άλλος, όπως για παράδειγμα ένας απόφοιτος του Χάρβαρντ που εργαζόταν ως προγυμναστής στην προετοιμασία υποψηφίων που στόχευαν σε τέτοια πανεπιστήμια. Ο συγκεκριμένος φέρεται να έχει δώσει εξετάσεις αντί για τους πραγματικούς υποψήφιους σε περισσότερες από δώδεκα περιπτώσεις, λαμβάνοντας περίπου 10.000 δολάρια ανά εξέταση. Σε άλλες περιπτώσεις οι εξεταστές άλλαζαν τις απαντήσεις των υποψηφίων ώστε να πετύχουν υψηλότερη βαθμολογία.
02
Η δεύτερη μέθοδος ήταν να χρηματίζει προπονητές των αθλητικών ομάδων των πανεπιστημίων ώστε να κρίνουν θετικά όσους υποψήφιους είχαν πληρώσει το κύκλωμα, γεγονός που θα βελτίωνε κατά πολύ τις πιθανότητες να γίνουν δεκτοί στο πανεπιστήμιο, αφού οι καλές επιδόσεις των αθλητικών ομάδων στα κολεγιακά πρωταθλήματα αποτελούν βασική προτεραιότητα για τα αμερικανικά πανεπιστήμια.