Eurostat: Στον «πάτο» της ΕΕ η Ελλάδα σε ατομική κατανάλωση και κατά κεφαλήν ΑΕΠ

ΤΑΤΙΑΝΑ ΜΠΟΛΑΡΗ/EUROKINISSI

Δεύτερη από το τέλος η Ελλάδα σε επίπεδο ΕΕ όσον αφορά στο κατά κεφαλήν ΑΕΠ για το 2022, καταγράφοντας ποσοστό 33% κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, μαζί με τη Βουλγαρία, σύμφωνα με τη Eurostat.

Ταυτόχρονα κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο κινήθηκε και η ατομική κατανάλωση στην Ελλάδα το ίδιο έτος, 22% κάτω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, στην 25η θέση της ευρωπαϊκής κατάταξης μαζί με την Εσθονία.

Τα στοιχεία που δημοσίευσε η Eurostat την Πέμπτη δείχνουν την απόσταση της Ελλάδας από τους μέσους ευρωπαϊκούς όρους σε βασικούς δείκτες που αντανακλούν την ευημερία των πολιτών παρά τις μεγαλοστομίες της κυβέρνησης Μητσοτάκη για ανάπτυξη και ακμάζουσα οικονομία. Αν υπολογίσουμε τους χαμηλούς μισθούς και τον πληθωρισμό η θέση των Ελλήνων είναι πολύ χειρότερη επειδή και αυτή η χαμηλή κατανάλωση αφορά λιγότερα προϊόντα και υπηρεσίες κάθε χρόνο.

Το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στην ΕΕ

Το 2022, όπως και το 2020 και το 2021, το Λουξεμβούργο και η Ιρλανδία κατέγραψαν το υψηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ εκφρασμένο σε Μονάδες Αγοραστικής Δύναμης στην ΕΕ, στο 156% και 135% αντίστοιχα, πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.

Μετά το Λουξεμβούργο και την Ιρλανδία, η Δανία (36% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ), η Ολλανδία (30% πάνω), η Αυστρία (24% πάνω) και το Βέλγιο (20% πάνω) βρίσκονται στην κορυφή της λίστας με κατά κεφαλήν ΑΕΠ περισσότερο από 20% πάνω από τον μέσο ευρωπαϊκό όρο.

Η κατά κεφαλήν πραγματική κατανάλωση

Η πραγματική ατομική κατανάλωση (AIC) θεωρείται μέτρο της υλικής ευημερίας και αναφέρεται σε όλα τα αγαθά και τις υπηρεσίες που καταναλώνονται πράγματι από τα νοικοκυριά. Περιλαμβάνει καταναλωτικά αγαθά και υπηρεσίες που αγοράζονται απευθείας από νοικοκυριά, καθώς και υπηρεσίες που παρέχονται από μη κερδοσκοπικά ιδρύματα και την κυβέρνηση για ατομική κατανάλωση (π.χ. υπηρεσίες υγείας και εκπαίδευσης).

Το Λουξεμβούργο κατέγραψε το υψηλότερο επίπεδο στην ΕΕ με 38% πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ, ακολουθούμενο από την Αυστρία και τη Γερμανία (και οι δύο 18% πάνω), την Ολλανδία (16% πάνω) και το Βέλγιο (15% πάνω).

Τα χαμηλότερα επίπεδα κατά κεφαλήν AIC καταγράφηκαν στη Βουλγαρία (31% κάτω από τον μέσο όρο της ΕΕ), στην Ουγγαρία (29% κάτω), στην Κροατία και τη Λετονία (και οι δύο 24% κάτω), στη Σλοβακία (23% κάτω) και στην Ελλάδα και Εσθονία (22% κάτω).

Η πραγματική κατά κεφαλήν κατανάλωση σε σχέση με τον μέσο όρο της ΕΕ έχει αλλάξει αρκετά μεταξύ 2020 και 2022 στη Βουλγαρία (69% από 60% το 2020), την Κροατία (76% από 69%), τη Ρουμανία (86% από 81% ) και την Ιρλανδία (94% από 89%).

Για την Ελλάδα η περιβόητη «σύγκλιση» παραμένει χωρίς περιεχόμενο.

Διαβάστε επίσης: Εurostat: Χωρίς πρόσβαση σε ιατρικές εξετάσεις το 16,7% των Ελλήνων – Η χειρότερη θέση της Ευρώπης

Ακρίβεια: «Τρώνε» τα έτοιμα οι Έλληνες, ο πλούσιος βορράς αποταμιεύει