“Η ελληνική πλευρά ενημέρωσε σήμερα το Eurogroup για το πακέτο των μέτρων που εξήγγειλε η κυβέρνηση”, ανέφερε ο πρόεδρος του Eurogroup, Μάριο Σεντένο, σημειώνοντας ότι στόχος είναι η αναλυτική συζήτηση να γίνει στο Eurogroup του Ιουνίου.
“Η Ελλάδα ξεπέρασε τους στόχους της μέχρι στιγμής και αναμένουμε να συνεχίσει να τηρεί τις δεσμεύσεις της προκειμένου να διατηρήσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών”, είπε κατά τη διάρκεια της συνέντευξης Τύπου που παραχώρησε μετά το πέρας της συνεδρίασης.
O επικεφαλής του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας, Κλάους Ρέγκλινγκ εξέφρασε ωστόσο “ανησυχίες” για τα μέτρα αυτά, σημειώνοντας ότι τα spreads ανέβηκαν κατά 50 μονάδες βάσης. Όπως είπε, κάποια από αυτά έχουν ήδη ψηφιστεί και η αξιολόγηση του πακέτου δεν έχει ολοκληρωθεί, αλλά σύμφωνα με “προκαταρκτική εκτίμηση” η Ελλάδα είναι πιθανό να μην πετύχει το στόχο πρωτογενούς πλεονάσματος 3,5% το 2019 με “σημαντική διαφορά” και ενδεχομένως μεγαλύτερη το 2020. Ανέφερε επίσης ότι η σύσταση των μέτρων δεν είναι φιλική προς την ανάπτυξη ούτε σε μεσοπρόθεσμο ούτε σε μακροπρόθεσμο επίπεδο.
Ερωτηθείς, τέλος, σχετικά με το πλάνο για μείωση των στόχων πρωτογενούς πλεονάσματος ο Κ. Ρέγκλινγκ είπε πως η διαφωνία είναι “πρόωρη” γιατί για την τρέχουσα χρονιά η Ελλάδα διατηρεί το στόχο 3,5%, αλλά υπάρχουν αμφιβολίες για το αν τα μέτρα που ανακοινώθηκαν είναι “συμβατά” με αυτόν. Ως εκ τούτου είπε ότι σε κάθε περίπτωση το εν λόγω σχέδιο αφορά τον προϋπολογισμό της επόμενης χρονιάς και δε θα συζητηθεί ακόμα. Αναφορικά με το αν θα επηρέαζε αυτό την έγκριση της πρόωρης αποπληρωμής του ΔΝΤ, είπε πως εκκρεμεί η απόφαση από τα κράτη-μέλη του ESM και ότι “μένει να φανεί” εάν θα τα επηρεάσει.
Από την πλευρά του, ο επίτροπος Οικονομικών υποθέσεων, Πιερ Μοσκοβισί σημείωσε ότι στην αξιολόγησή της η Επιτροπή θα συνυπολογίσει τόσο το δημοσιονομικό αντίκτυπο των μέτρων όσο και τη συμβολή τους στην ανάπτυξη και την κοινωνία, οι οποίοι αποτελούν “στόχους” που πρέπει να επιτευχθούν επίσης. Όπως είπε, η Ελλάδα δε βρίσκεται πλέον σε πρόγραμμα και επομένως έχει την ελευθερία του σχεδιασμού των πολιτικών της, ωστόσο έχει δεσμευτεί στο πλαίσιο της ενισχυμένης εποπτείας σε βασικούς δημοσιονομικούς στόχους και στη συνέχιση “σημαντικών μεταρρυθμίσεων”. Πρόσθεσε ότι οι εξαγγελίες της κυβέρνησης μπορεί να επηρεάσουν “σημαντικά” τους δημοσιονομικούς στόχους, κάτι που θα έχει επιπτώσεις στις υπάρχουσες συμφωνίες και τόνισε ότι είναι σημαντικό οι ελληνικές αρχές να συνεργάζονται στενά με τους θεσμούς προκειμένου να διατηρηθεί το “θετικό μομέντουμ” και η εμπιστοσύνη που έχει οικοδομηθεί έτσι ώστε να επιτευχθεί ο κοινός στόχος της “βιώσιμης ανάκαμψης”.