Έθαψαν τους ελέγχους για τη λίστα Λαγκάρντ

Έθαψαν τους ελέγχους για τη λίστα Λαγκάρντ

H ευθύνη Πιτσιλή οκτώ χρόνια μετά την αποκάλυψη του Κώστα Βαξεβάνη και του Hot Doc

Ηταν 28 Οκτωβρίου 2012 όταν άντρες της ΕΛΑΣ συνέλαβαν τον δημοσιογράφο και εκδότη τότε του περιοδικού Hot Doc Κώστα Βαξεβάνη. Είχε προηγηθεί δύο μέρες πριν η δημοσιοποίηση των ονομάτων της λίστας Λαγκάρντ από το Hot Doc, με αποτέλεσμα να ξεσπάσει σάλος και πέρα από τα σύνορα της χώρας.

Η σύλληψη του Κ. Βαξεβάνη δρομολόγησε εξελίξεις σε πολιτικό και οικονομικό επίπεδο, ενώ απασχόλησε τη διεθνή κοινή γνώμη. Ξένα ΜΜΕ και δημοσιογραφικές ενώσεις εξέφρασαν τη στήριξή τους στον δημοσιογράφο. Οι «New York Times», από τους μεγαλύτερους δημοσιογραφικούς οργανισμούς στον κόσμο, αφιέρωσαν στον Κ. Βαξεβάνη το editorial τους για τη μάχη του κατά της διαφθοράς, ενώ λίγους μήνες μετά του απονεμήθηκαν δύο διεθνή βραβεία. Την ίδια ώρα στην Ελλάδα πολιτικά πρόσωπα και ΜΜΕ τον απαξίωναν, κάνοντας λόγο ακόμη και για «λίστα Βαξεβάνη» και όχι «Λαγκάρντ».

Οι έλεγχοι και τα ποσά που εισπράχθηκαν

Ο δημοσιογράφος οδηγήθηκε στη Δικαιοσύνη. Αθωώθηκε πανηγυρικά σε πρώτο βαθμό, με την Εισαγγελία Πρωτοδικών να ασκεί έφεση κατά της αθωωτικής απόφασης. Οδηγήθηκε ξανά σε δίκη μερικούς μήνες μετά, στην οποία αθωώθηκε πάλι. Ο πρώην υπουργός Γιώργος Παπακωνσταντίνου οδηγήθηκε στο ειδικό δικαστήριο για την υπόθεση καθώς είχε σβήσει τρία ονόματα συγγενών του από τη λίστα Λαγκάρντ, αλλά έπεσε στα μαλακά. Κρίθηκε ένοχος για πλημμέλημα (νόθευση εγγράφου) και αθώος για το αδίκημα της απόπειρας απιστίας στην υπηρεσία. Το δικαστήριο επέβαλε στον πρώην υπουργό κατά πλειοψηφία ποινή φυλάκισης ενός έτους με τριετή αναστολή.

Εκτός από τις πολιτικές και δικαστικές εξελίξεις που προκάλεσε η δημοσιοποίηση της λίστας, δρομολογήθηκαν εξελίξεις και σε φοροελεγκτικό επίπεδο. Οι αρχές ξεκίνησαν να ελέγχουν τα ονόματα που περιέχονταν στη λίστα Λαγκάρντ και μέχρι και τον Μάρτιο του 2018 τα εισπραχθέντα ποσά από τους ελέγχους ανήλθαν σε 44.622.731,89 ευρώ.

Η συνέχεια ωστόσο δεν ήταν η ίδια. Τον Ιούλιο του 2018 στην τοποθέτησή του σε κοινή συνεδρίαση των Επιτροπών Οικονομικών Υποθέσεων και Θεσμών και Διαφάνειας ο διοικητής της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) Γιώργος Πιτσιλής αναφέρθηκε σε δύο αποφάσεις του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που είχαν εκδοθεί το 2017. Σύμφωνα με αυτές, το ελεγκτικό δικαίωμα του δημοσίου δεν μπορούσε να παραταθεί από τα πέντε στα δέκα έτη και άρα «η αξιοποίηση της λίστας Λαγκάρντ ήταν αδύνατη».

Οι χειρισμοί Πιτσιλή και οι αποφάσεις του ΣτΕ

Ωστόσο, σύμφωνα με όσα κατήγγειλε σε ερώτησή του στη Βουλή τον Φεβρουάριο του 2019 ο βουλευτής Νίκος Νικολόπουλος, ο Γ. Πιτσιλής ήταν αυτός που έβαλε ταφόπλακα στους ελέγχους με τη διοικητική πρακτική που αποφάσισε να ακολουθήσει και όχι το ΣτΕ με τις αποφάσεις του.

Ο βουλευτής αναφέρθηκε σε δύο ερωτήματα που υπέβαλε η ΑΑΔΕ προς το Νομικό Συμβούλιο του Κράτους (ΝΣΚ). Το πρώτο τον Ιούλιο του 2017, με το οποίο ρωτούσε «ποια είναι η έκταση εφαρμογής της απόφασης 1738/2017 του ΣτΕ για την αντισυνταγματικότητα συγκεκριμένων φορολογικών διατάξεων που παρέτειναν την προθεσμία παραγραφής του δικαιώματος του ελληνικού δημοσίου για καταλογισμό φόρων, τελών και εισφορών;». Η απάντηση του ΝΣΚ ήταν ότι η συνταγματικότητα δεν έχει κριθεί από το ΣτΕ, επομένως η φορολογική διοίκηση μπορεί να εφαρμόζει τις διατάξεις του ν. 4174/2013 στον οποίο η παραγραφή οροζόταν σε 20 έτη.

Τέσσερις μήνες μετά η ΑΑΔΕ απέστειλε προς το ΝΣΚ και νέο ερώτημα. Αυτήν τη φορά για τις αποφάσεις 2934/2017 και 2935/2017 του ΣτΕ, ρωτώντας αν μπορεί να εκδώσει πράξεις προσδιορισμού φόρου και προστίμων σε εκκρεμείς υποθέσεις που αφορούσαν χρήσεις μέχρι τις 31.12.2013. Με τις αποφάσεις αυτές το ΣτΕ είχε κρίνει ότι η παραγραφή του δικαιώματος του δημοσίου να επιβάλλει φόρους είναι πενταετής και οι διάφορες παρατάσεις της είναι αντισυνταγματικές.

Με λίγα λόγια, «ο εντεταλμένος για τη διαφύλαξη των συμφερόντων του ελληνικού δημοσίου και για την είσπραξη των καταβλητέων φόρων διοικητής της ΑΑΔΕ έθεσε ο ίδιος θέμα ως προς το μη εφαρμοστέο των εν λόγω διατάξεων» όπως κατήγγειλε ο κ. Νικολόπουλος. Το ΝΣΚ τη δεύτερη φορά εξέδωσε μια αντικρουόμενη απόφαση. Σύμφωνα με αυτήν το δημόσιο μπορούσε να ελέγξει υποθέσεις μετά το 2012 και το 2013 αλλά όχι νωρίτερα. Αυτό πρακτικά σήμαινε ότι οι έλεγχοι για τη λίστα Λαγκάρντ πάγωναν, καθώς τα στοιχεία αφορούσαν το 2006.

«Αποτέλεσμα όλων των ανωτέρω ήταν ότι στην πράξη θάφτηκαν οι έλεγχοι στις περιπτώσεις φοροδιαφυγής που διαπράχτηκε σε χρήσεις προς του 2012, άρα και οι περιπτώσεις φοροδιαφυγής που προέκυπταν από τις λίστες» τόνισε στην ερώτησή του ο Ν. Νικολόπουλος.

Η απόφαση που τα ανέτρεψε όλα

Τον Οκτώβριο του 2019 ακολούθησε ακόμη μία απόφαση του ΣτΕ με την οποία απορρίφθηκε αίτηση του δημοσίου για ακύρωση απόφασης του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών. Με αυτήν το εφετείο είχε κάνει δεκτό ότι το δικαίωμα του δημοσίου για διενέργεια φορολογικού ελέγχου και επιβολή φόρων και προστίμων παραγράφηκε στις 31 Δεκεμβρίου 2012.

Τελικά μια νέα απόφαση του ΣτΕ ήρθε να ανατρέψει τα δεδομένα. Η υπ’ αρ. 658/2020 απόφαση του Β΄ τμήματος του ΣτΕ προβλέπει ότι τα στοιχεία των κινήσεων των τραπεζικών λογαριασμών στις ελβετικές τράπεζες την περίοδο 2004-05 αποτελούν συμπληρωματικά στοιχεία και συνεπώς ο έλεγχος μπορεί να επεκταθεί στη δεκαετία.

Documento Newsletter