Ο Γιώργος Κόφτης είναι ζωγράφος και έχει ως έδρα του τη Θεσσαλονίκη. Σπούδασε στην Ακαδημία Καλών Τεχνών της Φλωρεντίας και της Θεσσαλονίκης, ενώ έχει λάβει μέρος σε πολλές εκθέσεις στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Έχει εργαστεί ως σκηνογράφος και video artist για το ΚΘΒΕ με παραστάσεις που παρουσιάστηκαν στην Ελλάδα και στην Γαλλία. Έργα του ανήκουν και έχουν εκτεθεί στην Ελλάδα, στην Τουρκία, στις ΗΠΑ, στην Αυστραλία, στην Ισπανία, στην Γερμανία και στην Κύπρο.
Ένα μήνα πριν, ο Γιώργος Κόφτης δημιούργησε την προσωπογραφία του Θόδωρου Αγγελόπουλου, έξω από την αίθουσα Τελετών στο ΑΠΘ. Το έργο σβήστηκε λίγες ημέρες μετά με το ζωγράφο να παίρνει θέση.
«Σήμερα έσβησαν στο ΑΠΘ μια προσωπογραφία του Αγγελόπουλου που είχα κάνει πριν κάνα μήνα. Προφανώς και τέτοιου είδους επεμβάσεις είναι παράτυπες. Επίσης αυτονόητο είναι το να μην επιτραπεί να γίνει το πανεπιστήμιο χάος. Παρόλαυτα, το ζήτημα για μένα είναι οι αποφάσεις. Ποια επιλέγεις να κρατήσεις και ποια όχι. Τι σημαίνει πανεπιστήμιο. Τι σημαίνει αισθητική , τι σημαίνει ιδέα, πρωτοβουλία και πως όλα αυτά έρχονται σε άμεση σύγκρουση με την τυπολατρία ,τη μίζερη και άνευ κριτικής τήρηση κανόνων. Πως στο κάτω κάτω ένας οργανισμός που θα μπορούσε να αποθεώνει την ελευθερία του νου, τη μελέτη, την ανάγκη για διερεύνηση του κόσμου αλλά και του εαυτού μας καταλήγει ένα μίζερο ίδρυμα που δεν διαφέρει και πολύ από την αισθητική της χούντας.
Μου δίνει ιδιαίτερη χαρά που αποφάσισε το ίδιο το ίδρυμα να σβήσει τον Θεόδωρο Αγγελόπουλο από την αίθουσα τελετών. Ήρθε άθελά του και ολοκλήρωσε με αυτήν του την κίνηση την ίδια την απόπειρά μου να θυμίσω το βλέμμα του μεγάλου σκηνοθέτη. Του ανθρώπου που διάβασε την ιστορία της χώρας με το βάθος και την ακρίβεια που της αξίζει. Κρίμα που δεν ήμουν εκεί της στιγμή του αφανισμού . Ήθελα να δω τον υπάλληλο που με την νωχελια του πήρε την μπογιά και τον εξαφάνισε. Με τις βουρτσιές του να ανακουφίζει το ΑΠΘ από το επίμονο βλέμμα του μεγάλου Τεό. Το έργο πέτυχε τον σκοπό του λοιπόν.
Δεν είναι η πρώτη φορά που σβήνουν έργα αξίας (δεν μιλώ για το δικό μου). Έσβησαν μια εξαιρετική Γκουέρνικα πριν δύο χρόνια μιας αγαπημένης μου πρώην μαθήτριας όπου ένιωθα τόσο μεγάλο καμάρι για την πρόοδο της, αλλά και αυτή ήρθε αντιμέτωπη με το ίδρυμα. Ένα ίδρυμα που επιτελεί σχεδόν το αντίθετο από ότι θα’ πρεπε. Αντί να προάγει και να εμψυχώνει την ιδέα και την σκέψη, κάνει ό,τι περνάει από το χέρι του για να την χαντακώνει. Κλείνοντας, το μόνο που θα κάνω και θα ευχηθώ είναι να δώσει πείσμα αυτό στους απανταχού καλλιτέχνες της πόλης αλλά και της χώρας να αγνοήσουν με πείσμα αυτόν τον ζόφο και να πέσουν με τα μούτρα στην δουλειά, στην όρεξη, στο φως».