Η Ένωση Συντακτών Μακεδονίας-Θράκης εκφράζει τη διαμαρτυρία της για το νέο περιστατικό παρεμπόδισης του δημοσιογραφικού έργου από την Ελληνική Αστυνομία στη Θεσσαλονίκη.
Αστυνομικοί ζήτησαν από τους συναδέλφους Αλέξανδρο Λιτσαρδάκη, Σταυρούλα Πουλημένη και Κωνσταντίνο Τσακαλίδη, που έκαναν ρεπορτάζ στον χώρο της Σχολής Θετικών Επιστημών στο ΑΠΘ, να απομακρυνθούν και να κατευθυνθούν σε σημείο που αυτοί τους επέδειξαν για να συνεχίσουν τη δουλειά τους. Η απαίτηση διατυπώθηκε με όρους εκφοβισμού και με απειλή σύλληψης.
Η ΕΣΗΕΜ-Θ τονίζει για μιαν ακόμη φορά ότι υποχρέωση της Ελληνικής Αστυνομίας είναι να διευκολύνει τους δημοσιογράφους στο έργο τους και να τους προστατεύει στην άσκηση των καθηκόντων τους, και ζητά να ληφθεί μέριμνα ώστε να μηδενιστούν τα περιστατικά όπως το παραπάνω.
Ο δημοσιογράφος Αλέξανδρος Λιτσαρδάκης, περιγράφει την εμπειρία του με τα ΜΑΤ:
Ο διμοιρίτης της ομάδας συλλήψεων που δημιούργησε την αρχική ένταση, τα στοιχεία του οποίου μας γνωστοποίησε και είναι στη διάθεση μας, ούρλιαζε και μας απειλούσε ότι θα σχηματίσει δικογραφία για απείθεια επειδή δεν απομακρυνόσασταν από τη σκιά. Καθώς δεν ανταποκριθήκαμε θεωρώντας ότι αυτό θα είναι άλλο ένα βήμα προς την δημιουργία «ειδικών ζωνών» για τους δημοσιογράφους ο διμοιρίτης ανέβασε τους τόνους. Φωνάζοντας στη συναδέλφισσα Σταυρούλα Πουλημένη και αποκαλώντας με πρώτα με το μικρό μου και έπειτα με το ονοματεπώνυμο μου δηλώνοντας μου ότι με ξέρει και με παρακολουθεί ιντερνετικά.
Αποχωρήσαμε γιατί δε θέλαμε να δημιουργήσουμε περαιτέρω ένταση.
Μετά από ώρα και ενώ η επιχείρηση είχε λήξει και οι φοιτητές αποχωρούσαν, καθώς αποχωρούσαμε με άλλες συναδέλφισσες άλλος διμοιρίτης, τα στοιχεία του οποίου βρίσκονται στη διάθεση μου, μας μίλησε επανειλημμένως ειρωνικά ενώ αποχωρούσαμε και ενώ καμία οπτική επαφή ή διάλογο δεν είχαμε μαζί του, αφού κατηφορίζαμε και είχαμε πλάτη. Βλέποντας ότι δεν ανταποκρινόμαστε στις προκλήσεις αυτές, απευθυνόμενος σε εμένα με ρώτησε «γιατί κατέβασες το βίντεο από το twitter».
Πέρα από την παρακώλυση και την ένταση που δημιούργησαν σε εμένα και τους δυο συναδέλφους, οι δυο αυτοί απρόκλητοι διάλογοι ξεπερνούν τους κλασικούς τραμπουκισμούς που έχουμε συνηθίσει να απολαμβάνουμε από τις δυνάμεις της αστυνομίας. Συνιστούν μια ευθεία δήλωση στοχοποίησης, καθώς μετά από καταγεγραμμένους και επανειλημμένους τραμπουκισμούς σε βάρος μου εχθές απέδειξαν ότι ο λόγος που συμβαίνουν αυτές είναι γιατί με ξέρουν, παρακολουθούν τις δημοσιεύσεις μου, οι οποίες ενίοτε τους εκθέτουν και τους ενοχλεί η δουλειά μου, καθώς όπως είπε και ο διευθυντής της επιχείρησης «δυστυχώς η δουλειά η δίκη σας είναι η στραβή η δική μας».
Γνωρίζουμε ότι η δουλειά μας περιλαμβάνει την έκθεση και ενίοτε τον κίνδυνο, καθώς όσα λέμε και γράφουμε είναι δημόσια. Καταγγέλλω ωστόσο την χθεσινή αυτή έκδηλη στοχοποίηση, καθώς η αναφορά στο όνομα μας, κανέναν άλλο σκοπό δεν εξυπηρετεί, πέραν από το να μας εκφοβίσει, δηλώνοντας μας ότι μας γνωρίζουν, για να σταματήσουμε να κάνουμε τη δουλειά μας, πάντα σύμφωνα με τη δεοντολογία και με γνώμονα το δημόσιο συμφέρον.