«Η Ιστορία επαναλαμβάνεται την πρώτη φορά σαν τραγωδία και τη δεύτερη σαν φάρσα» έγραφε ο Μαρξ και η ρήση μπορεί να είναι το καλύτερο σχόλιο για τους G7 που συνεδρίαζαν στη Γερμανία και φαντάζονταν έναν κόσμο στον οποίο θα συνεχίσουν να επιβάλλονται αγνοώντας τους BRICS (Βραζιλία, Ρωσία, Ινδία, Κίνα, Νότια Αφρική) και την επικείμενη διεύρυνσή τους με το Ιράν και την Αργεντινή.
Οι G7 υπήρξαν παιδί της εποχής τους, αφού δημιουργήθηκαν το 1973 ως απάντηση στην πετρελαϊκή κρίση που συνόδευσε τον τέταρτο αραβοϊσραηλινό πόλεμο, που διαδραματίστηκε εκείνη τη χρονιά. Ετσι και σήμερα η αναβίωση και η διεύρυνση των BRICS έρχεται σε μια συγκυρία που η ενεργειακή κρίση και ο πόλεμος στην Ουκρανία αποτελούν τα κοσμογονικά γεγονότα της περιόδου. Στον αντίποδα, οι G7 δεν φαίνονται ικανοί να κινητοποιήσουν τη δύναμη που διατηρούσαν κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου ώστε να ανασχέσουν τις διεισδύσεις του αντίπαλου δέους.
Πιθανή μια αποδολαριοποίηση;
Ο αμερικανικός ιμπεριαλισμός εν πολλοίς ηγεμόνευσε στον μεταπολεμικό κόσμο εξαιτίας τριών εργαλείων πολιτικής: της μαζικής βιομηχανικής παραγωγής, της υπέρμετρης στρατιωτικής ισχύος και της χρήσης του δολαρίου ως παγκόσμιου νομίσματος. Η διάσκεψη και το συνακόλουθο σύστημα του Μπρέτον Γουντς επισφράγισαν την αμερικανική νομισματική κυριαρχία, η οποία μετατοπίστηκε σε επισφαλείς βάσεις όταν αποσυνδέθηκε από τον χρυσό μετά τη σχετική απόφαση του προέδρου Νίξον το 1971. Εν συνεχεία, η κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ προκάλεσε το εγχείρημα της παγκοσμιοποίησης, το οποίο φιλοδοξούσε να θέσεις τις δυτικές επιταγές, π.χ. το ελεύθερο εμπόριο, στο επίκεντρο. Οποιοδήποτε κράτος αντιμετώπιζε οικονομικές δυσκολίες ή σκεφτόταν να εισέλθει στις δυτικές αγορές έπρεπε να υιοθετήσει τις «δομικές προσαρμογές» του ΔΝΤ και του ΟΟΣΑ. Δρόμος που για να περπατηθεί απαιτούσε επονείδιστα μέτρα, όμως δεν υπήρχε εναλλακτική, όπως έλεγε η Θάτσερ.
Αντιθέτως, ο σύγχρονος κόσμος είναι διαφορετικός από τις δύο προηγούμενες δεκαετίες. Η άνοδος της Κίνας, η σταθεροποίηση της Ρωσίας, η αποδυνάμωση της Δύσης και η ανάδυση των περιφερειακών δυνάμεων είναι μερικά από τα χαρακτηριστικά του. Η Κίνα σε αυτό τον κόσμο επιχειρεί να σπάσει τον θαλάσσιο κλοιό γύρω της, δημιουργώντας εμπορικά δίκτυα σε όλο τον κόσμο και δη στην Ευρασία. Το εγχείρημα αυτό έχει ονομαστεί συνοπτικά «νέος δρόμος του μεταξιού» και υπολογίζεται από δυτικές πηγές πως το 2020 οι κινεζικές επενδύσεις, που καταγράφονται σε περισσότερες από 70 χώρες, ξεπέρασαν τα 4 τρισ. δολάρια.
Η άνοδος της Κίνας, η σταθεροποίηση της Ρωσίας, η αποδυνάμωση της Δύσης και η ανάδυση δυνάμεων όπως το Ιράν και η Τουρκία είναι σημερινά χαρακτηριστικά του πλανήτη που δεν σχετίζονται με τις δύο προηγούμενες δεκαετίες
Εχουν μεγαλύτερο ρόλο απ’ ό,τι στο παρελθόν
Επίσης, στον νέο κόσμο οι περιφερειακές δυνάμεις όπως το Ιράν ή η Τουρκία έχουν μεγαλύτερο ρόλο απ’ ό,τι στο παρελθόν. Συνεπώς, οι πόροι που κινητοποιούν αυτές οι δυνάμεις αθροίζονται έναντι των δυτικών. Ολα αυτά τη στιγμή που με αφορμή τον πόλεμο στην Ουκρανία οι πρώτες ύλες έχουν συνδεθεί με την αξία εθνικών νομισμάτων, ενώ προωθείται το διμερές εμπόριο χωρίς την ανταλλαγή δολαρίου.
Αποτέλεσμα αυτής της τάσης είναι να ισχυροποιείται το ρούβλι έναντι του δολαρίου, φτάνοντας μια ανάσα από το επίπεδο του 2014 και στέλνοντας ταυτόχρονα τις δυτικές κυρώσεις στις ελληνικές καλένδες. Η απάντηση των G7 στις παραπάνω εξελίξεις; Φιλελεύθερες αξίες και αξιοποίηση 600 δισ. δολαρίων για τις αναπτυσσόμενες οικονομίες. Δηλαδή ένα κλάσμα σε σχέση με ό,τι επενδύει η Κίνα μόνη της.