Ερρίκος Ντυνάν: Την ακρωτηρίασαν από λάθος και δεν την αποζημιώνουν

Ερρίκος Ντυνάν: Την ακρωτηρίασαν από λάθος  και δεν την αποζημιώνουν

Σενάριο ταινίας θα μπορούσε να είναι η ζωή της Ελευθερίας Θεοχαροπούλου. Η επανάληψη του ίδιου ιατρικού λάθους σε τέσσερα νοσοκομεία είχε ως αποτέλεσμα να της ακρωτηριάσουν τα πόδια, εγχείρηση που πραγματοποιήθηκε στο «Ερρίκος Ντυνάν». Παρά την οριστική και αμετάκλητη απόφαση αποζημίωσής της από τον Αρειο Πάγο το 2011, η 73χρονη έχει λάβει ένα μικρό μέρος του ποσού.

Στις 3/6/2002 η κ. Θεοχαροπούλου εισάγεται εμπύρετη και με έντονους στομαχικούς πόνους στο «Σωτηρία». Μέσα στην αγωγή που της χορηγήθηκε στο νοσοκομείο ήταν και η αντιπηκτική ουσία ηπαρίνη. Τότε ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για τον ακρωτηριασμό των κάτω άκρων της.

Επειτα από επτά μέρες νοσηλείας οι γιατροί της δίνουν εξιτήριο. Η υγεία της όμως επιβαρυνόταν. Στις 18/6 παρουσιάζει χαμηλό σφυγμό στα κάτω άκρα και μεταφέρεται εσπευσμένα στο Κοργιαλένειο-Μπενάκειο, όπου οι γιατροί τής χορηγούν ηπαρίνη και της δίνουν εξιτήριο. Η 73χρονη παρουσιάζει οξύτατους πόνους και μούδιασμα στα κάτω άκρα και μεταφέρεται στο ΚΑΤ. Εκεί, σύμφωνα με την απόφαση του Αρείου Πάγου, διαπιστώνεται ότι «τα κάτω άκρα της εμφάνιζαν ωχρότητα, ψυχρότητα, αιμωδίες» και «απουσία τόσο σφύξεων όσο και αρτηριακής ροής». Οι γιατροί εντοπίζουν θρομβώσεις σε διάφορα σημεία των ποδιών και την εισάγουν στο χειρουργείο. Με το που βγήκε της χορηγούν ηπαρίνη. «Σου έχω κάνει πόδια να μην πεις “ωχ” για 30 χρόνια» της είπε ο χειρούργος. Το απόγευμα, όμως, παρουσιάζει και πάλι θρομβώσεις και αποφασίζεται να ακολουθήσει αγωγή θρομβόλυσης. Όμως το ΚΑΤ δεν είχε την επάρκεια για να αναλάβει την αγωγή και αποφασίστηκε να διακομιστεί στο «Ντυνάν».

Στις 20/6 μεταφέρεται στο ΚΙΕΝ. Eπειτα από τις σχετικές εξετάσεις ο αγγειοχειρούργος εντόπισε οξεία ισχαιμία και στα δύο πόδια. Εισάγεται απευθείας στο χειρουργείο για να αφαιρεθούν οι θρόμβοι μόνο από το αριστερό πόδι. Oντας στη ΜΕΘ, η κλινική εικόνα της επιδεινώνεται. Στις 24/6 η κ. Θεοχαροπούλου μπαίνει στο χειρουργείο για ακρωτηριασμό, ενώ μετά την εγχείρηση παθαίνει ισχαιμικό εγκεφαλικό επεισόδιο. «Αυτό αποτέλεσε την αφορμή για να υποψιαστούν οι θεράποντες γιατροί, για πρώτη φορά, την ύπαρξη του συνδρόμου της θρόμβωσης από θρομβοκυττοπενία (HIT II) και να πάψουν να της χορηγούν ηπαρίνη» σημειώνεται στη δικογραφία.

Δύο μέρες μετά τον ακρωτηριασμό οι συγγενείς της πήραν δείγμα αίματος και το πήγαν στο Ωνάσειο προκειμένου να διενεργηθεί πηκτολογικός-αιμοστατικός έλεγχος. Η εξέταση βγήκε αυθημερόν και διαπιστώθηκε ότι η κ. Θεοχαροπούλου έχει σύνδρομο θρομβοκυττοπενίας, δηλαδή ο οργανισμός της δημιουργεί αντισώματα έναντι της ηπαρίνης, κάνοντας το αίμα της «ζυμάρι» κάθε φορά που της χορηγούσαν την ουσία. Εν ολίγοις, αν η εξέταση αυτή είχε πραγματοποιηθεί σε κάποιο από τα νοσοκομεία όπου νοσηλεύτηκε, σήμερα θα περπατούσε.

Ο Μαντούβαλος, ο Μάκης και η αποζημίωση

Μετά τον ακρωτηριασμό ακολούθησαν οι δικαστικές δοκιμασίες. Η κ. Θεοχαροπούλου άσκησε ποινικές και αστικές διώξεις κατά όσων συντέλεσαν στον ακρωτηριασμό της. Την υπόθεση ανέλαβε ο καταδικασμένος για το παραδικαστικό σκάνδαλο Πέτρος Μαντούβαλος με τη συμφωνία να λάβει το 20% της αποζημίωσης.

«Το συμφωνητικό το υπέγραψα μόνο εγώ» λέει στο Documento η 73χρονη και προσθέτει μια στιχομυθία με τον δικηγόρο: «Θα τους φάω, μου είπε, γιατί σε βλέπω σαν τη μάνα μου». Η κ. Θεοχαροπούλου χαρακτηρίζει ως κύριο υπαίτιο –μαζί με την Πειραιώς– τον πρώην βουλευτή της ΝΔ για τη μη αποζημίωσή της, ενώ τον καταγγέλλει και για συναλλαγές κάτω από το τραπέζι.

«Ενώ οι εννιά διευθυντές νοσοκομείων πρωτόδικα καταδικάστηκαν σε ενάμιση χρόνο φυλάκιση, στο εφετείο αθωώθηκαν» αφηγείται και συμπληρώνει: «Ο γιος μου φώναζε στο εφετείο να ζητήσουμε εξαίρεση της έδρας και η δικηγόρος –συνεργάτης του Μαντούβαλου– έδωσε εντολή να τον βγάλουν από την αίθουσα. Ηταν στημένο το δικαστήριο».

Η κ. Θεοχαροπούλου κέρδισε όλες τις αγωγές κατά του «Ντυνάν» και της επιδικάστηκε αποζημίωση 407.846,61 συν τους τόκους. «Το εφετείο αποφάσισε να μου προκαταβάλει το “Ντυνάν” 120.000 για να βάλω ασανσέρ, γιατί οι γιοι μου με κουβαλούσαν μέχρι τον τρίτο όροφο. Από αυτά 20.500 ευρώ πήρε ο Μαντούβαλος. Αυτά έχω πάρει μόνο από το συνολικό ποσό» επισημαίνει.

Η κ. Θεοχαροπούλου τονίζει ότι ο Πέτρος Μαντούβαλος και οι συνεργάτες του είναι εξαφανισμένοι, αρνούμενοι –σύμφωνα με όσα καταγγέλλει– να διεκπεραιώσουν μία ακόμη νομική τους υποχρέωση που θα άνοιγε τον δρόμο για την αποζημίωση. Πρόκειται για το δικαστικό ένσημο, που κοστολογείται αναλογικά με το ποσό της αποζημίωσης. «Κοστίζει δεκάδες χιλιάδες ευρώ, λεφτά που εγώ δεν έχω» λέει και επισημαίνει πως είχε ενημερώσει τους Γεωργιάδη και Βορίδη όταν ήταν υπουργοί Υγείας, αλλά το μόνο που έλαβε αντί της αποζημίωσης ήταν… διαβιβαστικά έγγραφα.

«Με τον Βορίδη είχε συναντηθεί ο γιος μου. Του έλεγε πως από τον πλειστηριασμό θα αποζημιωθούμε όχι όλο το ποσό αλλά ένα σημαντικό μέρος του. Αφότου έγινε ο πλειστηριασμός δεν ξανασήκωσε το τηλέφωνο» θυμάται.

Πριν αλλά και μετά τη δικαστική δικαίωση της κ. Θεοχαροπούλου γνωστοί ή μη δημοσιογράφοι παρήλαυναν από το σπίτι της και έδιναν τον λόγο τους ότι θα δημοσιεύσουν τον γολγοθά της. Η 73χρονη ανέφερε το παράδειγμα του Μάκη Τριανταφυλλόπουλου, ο οποίος «αν και έστειλε βαν, κάμερες και κεραίες για τη “Ζούγκλα”, το θέμα δεν έπαιξε ποτέ». «Καταλάβαμε ότι εκβίασε τον Μαρτίνη και γι’ αυτό “έθαψε” το ρεπορτάζ» υποστηρίζει.

Κι άλλα Μέσα επισκέφτηκαν την οικία της ακρωτηριασμένης 73ρονης, όταν όμως «σκόνταφταν» –σύμφωνα με την καταγγελία της στην εφημερίδα– στο όνομα του πρώην ιδιοκτήτη της Πειραιώς και εκ των πρωτεργατών του πλειστηριασμού του «Ντυνάν» Μιχάλη Σάλλα, εξαφανίζονταν. 

Documento Newsletter