Μετά την έκθεση – «ράπισμα» του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Ελλάδα, ο αντιπρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και επικεφαλής της Ευρωομάδας του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ, Δημήτρης Παπαδημούλης, επαναφέροντας το ζήτημα της αναποτελεσματικής καταπολέμησης της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες.
Στην έκθεσή του για την εφαρμογή της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην Ελλάδα το Συμβούλιο της Ευρώπης διαπιστώνει σωρεία σημαντικών ελλείψεων και αδυναμιών, μεταξύ των οποίων: «Τα εργαλεία για τον εντοπισμό και έλεγχο των πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων είναι ανεπαρκή, ότι το μητρώο πραγματικών δικαιούχων δεν είναι πλήρως λειτουργικό και επαρκώς χρηματοδοτούμενο, ότι η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες δεν είναι επαρκώς στελεχωμένη και αυτονομημένη, ότι οι εποπτικοί φορείς ασκούν ανεπαρκή εποπτεία βάσει κριτηρίων κινδύνου και διεξάγουν περιορισμένους επιτόπιους ελέγχους και ότι η Τράπεζα της Ελλάδας και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν επιβάλλουν επαρκείς και αποτρεπτικές κυρώσεις». Επιπλέον, εκφράζονται «ανησυχίες για την καταλληλότητα των εσωτερικών ελέγχων σε μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις και επαγγέλματα και την περιορισμένη εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων δέουσας επιμέλειας από δικηγόρους, κτηματομεσίτες, λογιστές, ορκωτούς ελεγκτές και φορολογικούς συμβούλους».
Ζητώντας εξηγήσεις για τη σειρά ζητημάτων που εντοπίζονται στην έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης, η ευρωπαία Επίτροπος, Μαρέιντ Μαγκίνες, αρμόδια για τις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, την χρηματοπιστωτική σταθερότητα και ένωση των κεφαλαιαγορών, απέστειλε σχετική επιστολή προς τον έλληνα υπουργό Οικονομικών, Χρήστο Σταϊκούρα.
Λαμβάνοντας υπόψη όλα τα παραπάνω, ο Δημ. Παπαδημούλης ρωτά την Κομισιόν για το εάν «έχει λάβει απαντήσεις από την ελληνική κυβέρνηση κι αν ναι, εάν κρίνονται επαρκείς ή πρέπει να ληφθούν επιπρόσθετα μέτρα». Επιπλέον, ζητά να μάθει για το «ποια μέτρα σχεδιάζει για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που εντοπίστηκαν στην έκθεση και ποιο το χρονοδιάγραμμά τους», καθώς και το εάν «σκοπεύει να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει κατά των κρατών-μελών που δεν έχουν μεταφέρει αποτελεσματικά στο εθνικό τους δίκαιο τις Οδηγίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες».
Ακολουθεί πλήρης η ερώτηση:
ΘΕΜΑ: Σημαντικές ελλείψεις και αδυναμίες στην εφαρμογή των Οδηγιών για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην Ελλάδα
Στις 10/1, η Επίτροπος McGuinness απέστειλε επιστολή στον Υπουργό Οικονομικών της Ελλάδας ζητώντας απαντήσεις για σωρεία ζητημάτων που εντοπίζονται στην έκθεση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την εφαρμογή της νομοθεσίας για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες στην Ελλάδα[1]. Η έκθεση διαπιστώνει ότι τα εργαλεία για τον εντοπισμό και έλεγχο των πολιτικά εκτεθειμένων προσώπων είναι ανεπαρκή, ότι το μητρώο πραγματικών δικαιούχων δεν είναι πλήρως λειτουργικό και επαρκώς χρηματοδοτούμενο, ότι η Αρχή Καταπολέμησης της Νομιμοποίησης Εσόδων από Εγκληματικές Δραστηριότητες δεν είναι επαρκώς στελεχωμένη και αυτονομημένη, ότι οι εποπτικοί φορείς ασκούν ανεπαρκή εποπτεία βάσει κριτήριων κινδύνου και διεξάγουν περιορισμένους επιτόπιους ελέγχους και ότι η Τράπεζα της Ελλάδας και η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς δεν επιβάλλουν επαρκείς και αποτρεπτικές κυρώσεις. Ακόμη, εκφράζει ανησυχίες για την καταλληλότητα των εσωτερικών ελέγχων σε μη χρηματοοικονομικές επιχειρήσεις και επαγγέλματα και την περιορισμένη εφαρμογή των προβλεπόμενων μέτρων δέουσας επιμέλειας από δικηγόρους, κτηματομεσίτες, λογιστές, ορκωτούς ελεγκτές και φορολογικούς συμβούλους.
Ερωτάται η Επιτροπή:
Έχει λάβει απαντήσεις από την ελληνική κυβέρνηση κι αν ναι, κρίνονται επαρκείς ή πρέπει να ληφθούν επιπρόσθετα μέτρα και ποια;
Ποια μέτρα σχεδιάζει για την αντιμετώπιση των ελλείψεων που εντοπίστηκαν στην έκθεση και ποιο το χρονοδιάγραμμά τους;
Σκοπεύει να κινήσει διαδικασίες επί παραβάσει κατά των κρατών-μελών που δεν έχουν μεταφέρει αποτελεσματικά στο εθνικό τους δίκαιο τις Οδηγίες για την καταπολέμηση της νομιμοποίησης εσόδων από παράνομες δραστηριότητες;