Κυκλοφόρησαν δύο μυθιστορηματικές προσεγγίσεις για τους έρωτες των αινιγματικών και περίπλοκων προσωπικοτήτων της Αβα Γκάρντνερ, του Φρανκ Σινάτρα και της Κοκό Σανέλ.
Η ζωή των τριών ηρώων είναι σαν μυθιστόρημα. Με θυελλώδεις, απόλυτους έρωτες και μεγάλες προδοσίες, με εξαρτήσεις και εθισμούς, με μίση που γεννάνε οι ματαιωμένες προσδοκίες και με απέραντη μοναξιά σε κάθε στροφή του δρόμου προς την απόλυτη καταξίωση. Eνας τρελός υπαρξιακός στροβιλισμός ανά ζεύγη ή κατά μόνας ανθρώπων τόσο διαφορετικών μεταξύ τους όσο και αινιγματικών, ακόμη ανεξερεύνητων στα βαθύτερα κίνητρά τους. Λένε ότι στον έρωτα και τον πόλεμο όλα επιτρέπονται. Οι παθιασμένες σχέσεις της Άβα Γκάρντνερ με τον Φρανκ Σινάτρα τη χρυσή εποχή του Χόλιγουντ και της Κοκό Σανέλ με τον όμορφο ναζί αξιωματικό Χανς Γκίντερ φον Ντινκλάγκε στα χρόνια του πολέμου δεν υπακούουν ούτε στη λογική αλλά ούτε στην πιο προωθημένη φαντασία. Γιατί είναι έρωτες μέχρις εσχάτων.
«Strangers in the night»
Στο μυθιστόρημα της Χέδερ Γουέμπ δεν ξέρεις πού τελειώνει η πραγματικότητα και πού αρχίζει η μυθοπλασία. Φαίνεται ότι έχει γίνει ενδελεχής μελέτη των γεγονότων της ζωής και της σχέσης των δύο πρωταγωνιστών, με τη φαντασία να συμπληρώνει τα κενά με τρόπο που αντανακλά την ουσία των γεγονότων, ακουμπώντας μια ερμηνεία της αληθινής σχέσης για την οποία έχει χυθεί πολύ μελάνι. Ωστόσο, στο «Strangers in the night» το μαχαίρι επιχειρείται να εισχωρήσει λιγάκι πιο βαθιά, ξεφεύγοντας από την τετριμμένη περιγραφή μιας από τις μυθικότερες σχέσεις της χρυσής εποχής του Χόλιγουντ, μεταξύ του Φρανκ Σινάτρα και της Άβα Γκάρντνερ. Μια σχέση που η ίδια η κόρη του Φράνκι, η Τίνα Σινάτρα, περιέγραψε επιγραμματικά ως εξής: «Οι δυο τους ήταν το κάτι άλλο».
Ο βιογράφος του διάσημου τραγουδιστή Τζέιμς Κάπλαν, σε μια πιο γενναιόδωρη αναφορά για τον έρωτά τους, θα πει: «Ποτέ δεν θα την ξεπερνούσε, μα ούτε κι εκείνη θα τον ξεπερνούσε ποτέ πραγματικά». Και είναι αλήθεια, αφού ακόμη και μετά τον χωρισμό τους, το 1957, έπειτα από επτά χρόνια γάμου, παρέμειναν κοντά, δυο αδερφές ψυχές που βρίσκονταν και ξαναχάνονταν χωρίς ποτέ να καταφέρουν να λύσουν τα μάγια που τους ένωσαν από την πρώτη στιγμή που συναντήθηκαν, το 1951.
Μέχρι τον θάνατο της Άβα στο Λονδίνο το 1990, στην πραγματικότητα δεν είχαν χωρίσει ποτέ. Κι όμως. Ούτε μαζί μπόρεσαν να παραμείνουν. Οι δύο πιο αστραφτεροί σταρ της εποχής τους, ο αδύνατος Ιταλός με τη θεϊκή φωνή και η καλλονή του Νότου με τα πιο διάσημα ζυγωματικά του αμερικανικού σινεμά, δεν κατόρθωσαν να χαλιναγωγήσουν τους δαίμονές τους. Εμοιαζαν πολύ για να αντέξουν ο ένας τον άλλον για να μαλακώσουν ο ένας τις ανασφάλειες του άλλου, τους φόβους και τις εμμονές του. «Εμαθα τα νέα (σ.σ.: του θανάτου της Αβα) ένα απόγευμα που χαλάρωνα στο σπίτι του Παλμ Σπρινγκς» λέει ο συντετριμμένος Σινάτρα στο βιβλίο. «Είχε φύγει. Ο έρωτας της ζωής μου είχε φύγει. […] Γιατί δεν ήμουν εκεί μαζί της;». Η αντίδραση του πρώην εραστή και διαχρονικά αγαπημένου στη συντριπτική είδηση προτού ζητήσει από την κόρη του να μείνει μόνος είναι από τις καλύτερες σελίδες του μυθιστορήματος.
«Νύχτες με τον εχθρό»
Η πιο αινιγματική, πολυσύνθετη και αντιφατική προσωπικότητα του κόσμου της υψηλής ραπτικής έκρυβε πάντα πολλά μυστικά. Σαν να ήταν δεύτερη φύση της. Εκτός από την ταπεινή καταγωγή της, τις σχέσεις της με ισχυρούς άντρες ή τα καταχωνιασμένα σχέδιά της στο ατελιέ της οδού Γκαμπόν στο Παρίσι, κανείς δεν ήξερε πραγματικά ποια ήταν η Γκαμπριέλ Σανέλ, κατά κόσμον Κοκό Σανέλ. Ούτε οι φίλοι της ούτε βεβαίως οι εχθροί της. Και είχε πολλούς. Ποτέ δεν την ένοιαζε τι ψιθύριζε ο κόσμος για εκείνη, ποτέ δεν νοιάστηκε να προστατέψει την εικόνα της. Αυτοκαταστροφική στις εξάρσεις της, αλλά ακόμη περισσότερο στον έρωτα, λίγο έλειψε να χάσει τα πάντα μετά το τέλος του πολέμου και την απελευθέρωση της Γαλλίας από τη ναζιστική κατοχή. Ο όμορφος ξανθός και αριστοκρατικός Χανς Γκίντερ φον Ντινκλάγκε, γνωστός με το παρατσούκλι Σπατς, με τον οποίο πέρασε τα χρόνια της Κατοχής στη σουίτα της στο υπερπολυτελές ξενοδοχείο Ριτς, ήταν ναζί αξιωματικός αλλά επίσης και εραστής της. Τον ερωτεύτηκε τρελά στα 61 της χρόνια χωρίς να λογαριάσει τίποτε. Ούτε πατρίδα ούτε υπόληψη ούτε το μέλλον της. Το τι πραγματικά συνέβη τον Αύγουστο του 1944, όταν οι Γαλλικές Δυνάμεις Εσωτερικού τη συνέλαβαν και την οδήγησαν σε ανάκριση ως «πόρνη των Γερμανών» και «προδότρια της Γαλλίας» ποτέ δεν μαθεύτηκε. Φρόντισε και η ίδια να συσκοτίσει τα γεγονότα με τη βοήθεια των υψηλών διασυνδέσεών της σε όλο το φάσμα της κοινωνικής και πολιτικής σκηνής, έτσι ώστε ποτέ δεν έγινε γνωστό τι ακριβώς συνέβη σε εκείνη την ανάκριση, ποιοι παρέστησαν ή γιατί και πώς αφέθηκε ελεύθερη, πέρα από την εικασία ότι επενέβη ο ίδιος ο Βρετανός πρωθυπουργός Ουίνστον Τσόρτσιλ που υπήρξε φίλος της.
Το ενδιαφέρον στοιχείο του μυθιστορήματος της Τζόια Ντιλιμπέρτο είναι ακριβώς ότι ρίχνει δραματουργικό φως εκεί που βρίσκεται το πιο βαθύ σκοτάδι. Μαζί με τη σκιαγράφηση της ζωής και των σχέσεων ενός κύκλου σημαντικών ανθρώπων στο υποφωτισμένο και θλιβερό κατεχόμενο Παρίσι, η συγγραφέας προσπαθεί να μπει βαθιά στον ψυχισμό της ώριμης ερωτευμένης γυναίκας αλλά και της υπερφίαλης και εγωκεντρικής Σανέλ την ώρα που ανακρίνεται για όλα όσα έκανε ή παρέλειψε να κάνει όταν η πατρίδα της την είχε απόλυτη ανάγκη.