Όταν ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία, η Ελλάδα και η Κύπρος, είχαν μια μοναδική ευκαιρία να θυμίσουν πως στην Ευρώπη υπάρχει ακόμη ένα θέμα εισβολής, αυτό του Αττίλα. Οι δύο χώρες είχαν την δυνατότητα να εκμεταλλευτούν την απαίτηση των συμμάχων τους για καταδίκη της Ρωσίας και να βάλουν ξανά στην επικαιρότητα και τη διπλωματία την κατοχή της Κύπρου. Δεν γίνεται η μία κατοχή να είναι παραβίαση του Διεθνούς Δικαίου και η άλλη να αποτελεί παγιωμένη και αποδεκτή κατάσταση στο εσωτερικό της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η αντιμετώπιση του Ουκρανικό με φόντο τις Ελληνικές και Κυπριακές θέσεις, δεν θα επίλυε το πρόβλημα (η υποκρισία είναι υποκρισία και τα συμφέροντα συμφέροντα), αλλά θα δημιουργούσε εξ ανάγκης μια εμβάθυνση της διεθνούς φύσης του θέματος. Την εποχή μάλιστα που ο Ερντογάν επιχειρεί να μετατρέψει και το Κυπριακό και τις διαφορές με την Ελλάδα σε διμερές θέμα.
Την προσπάθεια αυτή του Ερντογάν ευνοεί και ο Κυριάκος Μητσοτάκης κάνοντας συνεχώς συναντήσεις μαζί του χωρίς ανακοινωμένη ατζέντα, των οποίων ακολουθούν αγαπησιάρικες δηλώσεις χωρίς αιχμές και προσδιορισμό ευθυνών. Φαντάζομαι πως όλοι θυμούνται την πρώτη συνάντηση Μητσοτάκη – Ερντογάν στη Νέα Υόρκη, όπου ο Μητσοτάκης ενεγράφη στην Ιστορία ως ο πρώτος Έλληνας πρωθυπουργός που δεν έθεσε θέμα επιθετικών κινήσεων της γείτονος.
Στο Ουκρανικό, η Ελλάδα (και δυστυχώς και η Κύπρος) προσήλθαν χωρίς τις δικές τους απαιτήσεις, να θυμηθεί έστω η διεθνής κοινότητα πως η Τουρκία έχει εισβάλει στην Μεγαλόνησο. Ο Μητσοτάκης όχι μόνο δεν ένοιωσε την ανάγκη «εθνικών υποσημειώσεων» αλλά στις δηλώσεις του, παρίστανε τον νταβραντισμένο Αμερικανό επιλοχία που θέλει επίθεση εναντίον της Ρωσίας σε όλα τα μέτωπα. Σαν να μην έφτανε αυτό, η Ελλάδα έστειλε στρατιωτική βοήθεια στην Ουκρανία, υπογράφοντας την στρατιωτική εμπλοκή της με ό,τι αυτό θα σημαίνει στο μέλλον. Ο Έλληνας πρωθυπουργός προκειμένου να δώσει τα διαπιστευτήριά του στους Συμμάχους, είπε ψέματα στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, πως ήταν απόφαση της Ε.Ε. Τελικώς μόλις 10 από τις 27 χώρες της Ε.Ε έστειλαν βοήθεια που δεν ήταν ανθρωπιστική.
Την ίδια περίοδο, ο Ερντογάν, αρκετά προσεκτικός στις δηλώσεις του , κινείται με διπλωματική ευλυγισία και καταφέρνει αφ ενός να καταστήσει τη χώρα του παίκτη και τον εαυτό του ηγέτη που παίρνει πρωτοβουλίες για την Ειρήνη. Γίνεται συνομιλητής του Αμερικανού Προέδρου Μπάιντεν, του Ρώσου Προέδρου Πούτιν και του Γερμανού Καγκελάριο Σόλτς , ενώ φιλοξενεί στην Αττάλεια τις διαπραγματεύσεις Ρώσων και Ουκρανών. Ποια είναι η εικόνα; Η Τουρκία όχι μόνο δεν είναι δύναμη που έχει εισβάλει σε άλλη χώρα, αλλά μαζί με τον ηγέτη της και τον αναβαθμισμένο ρόλο της, παλεύει για την Ειρήνη.
Στα πλαίσια της δημιουργίας του ειρηνευτικού προφίλ, ο Ερντογάν καλεί τον Μητσοτάκη σε δείπνο. Δηλώνει έτσι σε όλους πως είναι ικανός να προσπερνά τις διαφορές του και ταυτόχρονα, ακυρώνει την πιθανότητα να μπει στον πειρασμό η Ελλάδα, να καταγγείλει την Τουρκία ως τη Ρωσία της Μεσογείου. Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, όχι μόνο πέταξε τη σκούφια του για το δείπνο, αλλά και τη γραβάτα του για να φιλοτεχνήσει την εικόνα της φιλικής συνάντησης.
Αμέσως μετά το δείπνο, ο Ερντογάν διέρρευσε για μια ακόμη φορά πως συζητήθηκαν όλα τα θέματα με τον Έλληνα Πρωθυπουργό, ανάμεσα στα οποία αυτό του «Αιγαίου και των μειονοτήτων». Όπως σε κάθε συνάντηση με τον Μητσοτάκη, ο Ερντογάν θέλησε να προκαταβάλει την κοινή γνώμη , πως οι διαφορές με την Ελλάδα είναι πολλές (ακόμη και μειονοτικές) και δεν αφορούν μόνο την ΑΟΖ και την υφαλοκρηπίδα.
Ο Έλληνας πρωθυπουργός αντιθέτως δεν ενημέρωσε την κοινή γνώμη τι συζήτησε με τον Ερντογάν, αλλά ενημέρωσε με μία μέρα καθυστέρηση και μετά από αντιδράσεις, τους πολιτικούς αρχηγούς. Είναι άγνωστο να έχει ενημερώσει τον Υπουργό Εξωτερικών Νίκο Δένδια τον οποίο έχει αναγάγει σε διακοσμητικό στοιχείο, κάτι σαν βάζο στο τραπέζι, που μοιραία κάποια στιγμή πάνω στα νεύρα του θα το σπάσει.
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης, δείχνει να μην εφαρμόζει μια εθνική στρατηγική και χαράσσει την εξωτερική πολιτική με προσωπικούς όρους. Οι κακεντρεχείς λένε (και είναι πολύ βαρύ) ,πως φίλοι του επιχειρηματίες από την Τουρκία τον έχουν πείσει πως ήρθε ο καιρός για συνεκμετάλλευση του Αιγαίου και για να γίνει αυτό και να είναι ωφελημένος, πρέπει να αμβλύνει τις διαφορές σε βαθμό απώλειας των εθνικών θέσεων. Η άλλη εξήγηση είναι πιο αθώα, αλλά παραμένει εξευτελιστική: ο Μητσοτάκης έχοντας ήδη πολλά προβλήματα και έλλειμμα πολιτικού αναστήματος, προσπαθεί να μην αντιμετωπίσει ένα ακόμη πρόβλημα και μάλιστα εξωτερικής πολιτικής. Αποφάσισε λοιπόν να ευθυγραμμίζεται με τον Ερντογάν θεωρώντας πως αυτό αποτελεί την εγγύηση πως δεν θα έχει ενοχλήσεις. Φυσικά η Τουρκία έχει αποδείξει πως απλώνει τα δίχτυα της, όταν στην Ελλάδα υπάρξει ηγέτης που μαζεύει τα δικά του. Το μόνο που κατάφερε ο Μητσοτάκης στο δείπνο με τον Ερντογάν, ήταν να γίνει το επιδόρπιο στο κύριο γεύμα του, που είναι η δημιουργία του νέου, ισχυρού του ρόλου.