Εργαζόμενοι – λάστιχο επί κυβέρνησης Μητσοτάκη

Εργαζόμενοι – λάστιχο επί κυβέρνησης Μητσοτάκη

Εκατομμύρια μισθωτοί εγκλωβισμένοι στην… κρεατομηχανή άλεσης εργασιακών σχέσεων.

Το έπραξε… Ο Κυριάκος Μητσοτάκης τόλμησε σε καθεστώς απίσχνασης της αγοραστικής δύναμης λόγω ακρίβειας να χαρακτηρίσει τις αλλαγές επί τα χείρω στις εργασιακές σχέσεις που επιχειρεί ως κυβερνητική εφαρμογή του συνθήματος «νόμος είναι το δίκαιο του εργάτη». Το έπραξε από το κοινοβουλευτικό βήμα με αφορμή την ψηφιακή κάρτα εργασίας, για την οποία, όπως είπε: «Διασφαλίζει μια για πάντα ότι ο εργαζόμενος δεν θα δουλεύει ούτε μία ώρα χωρίς να πληρωθεί». Ξεχνώντας να αναφέρει ότι λειτουργεί πιλοτικά σε μόλις 52 επιχειρήσεις (σουπερμάρκετ και τράπεζες που απασχολούν προσωπικό άνω των 250 ανθρώπων). Ξεχνώντας να αναφέρει τις καταγγελίες του Συλλόγου Εμποροϋπαλλήλων Αθήνας ότι ακόμη κι αυτές οι μεγάλες επιχειρήσεις έχουν ήδη προβεί σε εκτεταμένες παραβιάσεις με εικονικές δήθεν αποχωρήσεις.

Στο ίδιο μοτίβο κινείται και ο Κωστής Χατζηδάκης, που εχθρεύεται κάθε εργαζόμενο διότι έχει ημέρες ασφάλισης από πραγματική εργασία, κάτι που ο ίδιος δεν έχει καταφέρει, καίτοι 57 ετών. Είναι ο υπουργός Εργασίας που δεν κοκκινίζει από ντροπή όταν δηλώνει ότι επί διακυβέρνησης Μητσοτάκη «οι εργαζόμενοι έχουν αποκτήσει παραπάνω δύναμη και δικαιώματα» ενώ την ίδια ώρα με εγκύκλιο της γγ Εργασίας Αννας Στρατινάκη καταστρατηγείται η κλαδική συλλογική σύμβαση εργασίας του επισιτισμού καταργώντας τη 40ωρη εργασία και το πενθήμερο.

Επίθεση από την αρχή στους μισθωτούς

Όμως τα ανομήματα της κυβέρνησης Μητσοτάκη ενάντια στους μισθωτούς είναι βίαια και εκκινούν από την αρχή της τριετούς διακυβέρνησης.

Ήταν Αύγουστος του 2019 όταν με αιφνιδιαστική τροπολογία του αποκαλούμενου και «Προκρούστη των εργασιακών δικαιωμάτων» Γιάννη Βρούτση καταργήθηκαν οι εμβληματικές της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ αλλαγές που αύξαναν το πλαίσιο προστασίας για τον εργαζόμενο, με τη θεσμοθέτηση του βάσιμου λόγου απόλυσης στο εθνικό δίκαιο, τη συνυπευθυνότητα μεταξύ του αναθέτοντος την εκτέλεση εργασίας ή έργου και του εργολάβου ή υπεργολάβου για την τήρηση της εργατικής νομοθεσίας.

Ήταν καλοκαίρι του 2021 όταν τέθηκε σε εφαρμογή ο εργασιακός νόμος που κατέστησε ανέφικτη τη δικαίωση σε περίπτωση καταχρηστικής απόλυσης, που μείωσε κατά 20% το εισόδημα του 40% των μισθωτών με το ελαστικό δεκάωρο (αντί πληρωμένες υπερωρίες ρεπό για περισυλλογή ελαιοκάρπου) και που βέβαια πάταξε την ισχύ των συνδικάτων στη διεκδίκηση συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Είναι στην πράξη μια πολιτική συνέχισης των μνημονίων (εσωτερική υποτίμηση διά της υποβάθμισης των μισθωτών) χωρίς μνημονιακή υποχρέωση.

Οι «αυξήσεις» και ο πληθωρισμός

Ήταν Απρίλιος του 2022 όταν ο Κυρ. Μητσοτάκης εν μέσω ραγδαίων πληθωριστικών πιέσεων «πουλούσε» στο φιλοθέαμον κοινό των πετσωμένων ΜΜΕ ως 15ο μισθό την αύξηση 9,5% (7,5% από τον Μάιο + 2% από τον Ιανουάριο). Αφορούσε περίπου 800.000 μισθωτούς (για 1,4 εκατομμύριο δεν υπάρχουν αυξήσεις) οι οποίοι είχε ήδη πνιγεί στον πληθωρισμό που «εκτρέφει» η ολιγοπωλιακή πολιτική των Μητσοτάκη – Σταϊκούρα – Χατζηδάκη.

Το Ινστιτούτο Εργασίας της ΓΣΕΕ τον περασμένο Απρίλιο με τον πληθωρισμό στο 10,2% είχε μετρήσει την απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού και είχε αποφανθεί ότι ήταν ίση με 18%. Ο μέσος μισθός του ιδιωτικού τομέα είχε απολέσει τον Απρίλιο του 2022 το 9,9% της αγοραστικής του δύναμης, ενώ ο μέσος μισθός μερικής απασχόλησης το 28%. Όπως εύκολα μπορούμε να καταλάβουμε με αναγωγή στον Ιούλιο του 2022, η απώλεια αγοραστικής δύναμης του κατώτατου μισθού ξεπερνά το 25% ενώ η αντίστοιχη του μέσου μισθού μερικής απασχόλησης έχει «καβαλήσει» το 35%.

Μορφές απασχόλησης που φτωχοποιούν

Όταν μιλάμε για μερική απασχόληση στην Ελλάδα αναφερόμαστε σε περίπου 770.000 ανθρώπους. Με βάση και τα τελευταία στοιχεία του ΕΦΚΑ, από το σύνολο των 2.276.748 στον ιδιωτικό τομέα το ένα τρίτο, δηλαδή 766.755, εργάζεται με αυτό το καθεστώς. Για να καταλάβουμε τη «σφαγή» της πραγματικής οικονομίας αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι το 2012 ο κατώτατος μισθός (με νόμο) μειώθηκε κατά 22%. Οι συλλογικές συμβάσεις αντικαταστάθηκαν από «ατομικές συμφωνίες» ενώ η πλήρης εργασία μετατράπηκε σε «μερική απασχόληση». Αποτέλεσμα; Οι μισθοί μειώθηκαν γενικά κατά 25% όπου ο μέσος μισθός από 1.241 ευρώ έπεσε στα 940 ευρώ και το μέσο ημερομίσθιο από 55,9 στα 44,5 ευρώ. Το 2019 ναι μεν ο κατώτατος μισθός αυξήθηκε κατά 11% (κατά 27% σε όσους νέους αμείβονταν με τον υποκατώτατο), ωστόσο ελέω πληθωρισμού και διεθνών εξελίξεων οι αυξήσεις αυτές αλλά και οι επόμενες (9,5% το 2022) τελικά έπληξαν, αντί να αυξήσουν, το εισόδημα.

Αντλώντας στοιχεία από τον ΕΦΚΑ παραθέτουμε την εξέλιξη του μέσου μισθού καθώς και του μέσου ημερομίσθιου από το 2011 έως το 2021. Στον πίνακα φαίνεται καθαρά ότι με τη μείωση 22% του κατώτατου μισθού ο μέσος μισθός έπεσε στα 940 ευρώ και το ημερομίσθιο στα 44,5 ευρώ και πως, παρά την αύξηση 11% του 2019, ο μέσος μισθός στο τέλος του 2021 παραμένει καθηλωμένος στα ίδια ποσά, καθώς ταυτόχρονα επεκτείνονται οι μορφές ελαστικής απασχόλησης εις βάρος της πλήρους. Πλέον εντός του 2022 η απώλεια λόγω του πληθωρισμού έχει λάβει τρομακτικές διαστάσεις.

«Απαιτείται άμεσα η επαναφορά των συλλογικών συμβάσεων, ο περιορισμός της “μερικής απασχόλησης” στο 20% ανά επιχείρηση, η κατάργηση των εργασιών με “μπλοκάκι” και η μετατροπή των συμβάσεων αυτών σε εξαρτημένη εργασία και η απαγόρευση της ασφάλισης με “εργόσημο” γενικά σε επιχειρήσεις» θα αναφέρει στο Documento το μέλος της Διοικούσας Επιτροπής ΚΕΠΕΑ/ΓΣΕΕ Κώστας Νικολάου.

Documento Newsletter