Εργαλειοποίηση από Σαμαρά

Εργαλειοποίηση από Σαμαρά

Δεν ήθελε να έχει σχέση με την ηγεσία της Χρυσής Αυγής αλλά μια χαρά ανέχτηκε ή σιγόνταρε τις κινητοποιήσεις μελών και οπαδών της την πρώτη περίοδο των μνημονίων

Η σύλληψη της ηγετικής ομάδας της Χρυσής Αυγής έγινε στις 28 Σεπτεμβρίου του 2013, ανήμερα της αναχώρησης του τότε πρωθυπουργού Αντώνη Σαμαρά για τις ΗΠΑ.

Τα ξημερώματα της ίδιας ημέρας ο Αντ. Σαμαράς είπε σε συνομιλία του με δημοσιογράφο: «Τους πιάσαμε τους αλήτες, τους κλείσαμε φυλακή. Εχει ξεφύγει μόνο ο Παππάς, αλλά θα τον πιάσουμε και αυτόν» (ο Χρήστος Παππάς προσήλθε τελευταίος και μόνος του στη ΓΑΔΑ).

Ο πρώην πρωθυπουργός ήταν εμφανώς ενθουσιασμένος. Αλλωστε η πρώτη σημαντική συνάντησή του στη Νέα Υόρκη ήταν την επόμενη ημέρα, όταν θα είχε πρόγευμα και μετά ομιλία στην American Jewish Committee, όπου φυσικά αναλώθηκε στην «επιτυχία της σύλληψης της νεοναζιστικής οργάνωσης από την κυβέρνησή του».

Ανέσυρε τη θεωρία των δύο άκρων

Βέβαια τις ίδιες ημέρες, για να καθησυχάσει το ακροδεξιό κοινό της παράταξης, ο ισχυρός τότε του Μεγάρου Μαξίμου Χρύσανθος Λαζαρίδης έδωσε τον τόνο από τη Νέα Υόρκη ανασύροντας τη θεωρία των δύο άκρων και προανήγγειλε ότι σύντομα επρόκειτο να υπάρξουν συλλήψεις ανθρώπων που θα ενοχοποιούσαν πολιτικά τον ΣΥΡΙΖΑ για την υπόθεση της Μarfin. Ειρήσθω εν παρόδω, όσο κι αν προσπάθησαν ο συμπαθής Χρύσανθος και ο Μιχάλης Χρυσοχοΐδης, τέτοια στοιχεία δεν προέκυψαν. Αλλά την υπόθεση την επαναφέρουν από καιρό σε καιρό.

Η προεργασία για τη σύλληψη της ηγετικής ομάδας είχε αρχίσει μερικούς μήνες νωρίτερα, όταν συζητήθηκε στο Μέγαρο Μαξίμου η πολιτική αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής που τότε ήταν ακόμη σε πορεία ανόδου και απειλούσε τα ποσοστά της ΝΔ.

Τη μία άποψη εξέφραζε ο γραμματέας του υπουργικού συμβουλίου Τάκης Μπαλτάκος, ο οποίος άλλωστε ήταν σε ανοιχτή γραμμή με τα στελέχη της Χρυσής Αυγής. Σύμφωνα με αυτή την άποψη, η ΝΔ και η Χρυσή Αυγή ήταν συγγενείς πολιτικά χώροι και οι σχέσεις ανάμεσα στα δύο κόμματα σε καμιά περίπτωση δεν θα έπρεπε να είναι εχθρικές, χωρίς να αποκλείεται και η μελλοντική συνεργασία. Στα τηλεοπτικά παράθυρα την άποψη αυτή είχε εκφράσει και ο νυν βουλευτής Μπάμπης Παπαδημητρίου, στενός συνομιλητής του τότε πρωθυπουργού, ο οποίος είχε δηλώσει: «Γιατί όχι μελλοντική συνεργασία με μια σοβαρή Χρυσή Αυγή;». Οι υπέρμαχοι της μελλοντικής συνεργασίας με μια «σοβαρή Χρυσή Αυγή» θεωρούσαν ότι οι αγανακτισμένοι πολίτες εάν δεν πήγαιναν στο νεοναζιστικό μόρφωμα του Μιχαλολιάκου, θα κατευθύνονταν στις οργανώσεις της Αριστεράς και κυ-ρίως στον ΣΥΡΙΖΑ.

Δεν μπορούσε να υπάρξει συνεννόηση

Δεν ήταν αυτή η άποψη του Αντ. Σαμαρά. Αν και είχε αφήσει τον Τ. Μπαλτάκο και άλλους βουλευτές και στελέχη του να αναπτύσσουν σχέσεις με τη ναζιστική οργάνωση προκειμένου να μη «διώξουν τους ψηφοφόρους και να μη τους στρέψουν εναντίον τους», ο Αντ. Σαμαράς θεωρούσε –και σωστά– ότι με την ηγεσία της Χρυσής Αυγής και με τη νοοτροπία του αρχηγού της δεν μπορούσε να υπάρξει συνεννόηση. Αλλωστε ο «κινηματικός» χαρακτήρας της Χρυσής Αυγής ταυτιζόταν με τις εγκληματικές ενέργειες.

Στη σύσκεψη που είχε γίνει τον Ιούνιο του 2013 στο Μέγαρο Μαξίμου αποφασίστηκε ότι η κυβέρνηση δεν μπορούσε να αποδομήσει πολιτικά και ιδεολογικά τη Χρυσή Αυγή και ότι θα έπρεπε να αναδείξει τον χαρακτήρα της ως εγκληματικής οργάνωσης.

Την προσπάθεια να «δέσει» με στοιχεία τα περιστατικά εγκληματικής δραστηριότητας της Χρυσής Αυγής, ώστε να μπορούν να επιφέρουν καταδίκες και κυρίως τον χαρακτηρισμό της εγκληματικής οργάνωσης, ανέλαβε ο τότε υπουργός Δημόσιας Τάξης Νίκος Δένδιας. Η υπόθεση όμως που ήλθε σαν δώρο για τον Ν. Δένδια και τον διωκτικό μηχανισμό –που έπεφταν σε απροθυμία ή και σε υπονόμευση από διοικητικά και αστυνομικά όργανα όταν προσπαθούσαν να «δέσουν» τις δικογραφίες– ήταν η δολοφονία του Παύλου Φύσσα που προκάλεσε αποτροπιασμό στην κοινή γνώμη, ακόμη και σε εκείνους που μέχρι τότε έκλειναν τα μάτια και τα αυτιά.

Διαχρονικές σχέσεις με την ακροδεξιά

Ο Αντ. Σαμαράς ήθελε τους ψηφοφόρους της Χρυσής Αυγής, ήθελε ακόμη και ένα τμήμα του στελεχικού της δυναμικού που να δίνει ακτιβιστικό χαρακτήρα στο κόμμα –γι’ αυτό και υπέθαλψε τις κινητοποιήσεις των χρυσαυγιτών την πρώτη μνημονιακή περίοδο, όταν ήθελε να ρίξει την κυβέρνηση Παπανδρέου–, αλλά δεν ήθελε καμία σχέση με την ηγεσία της. Παράλληλα χρησιμοποιούσε τη σύλληψη σαν προπέτασμα δημοκρατικότητας στο εξωτερικό. Η κοινοβουλευτική ομάδα της Χρυσής Αυγής του το ανταπέδωσε. Ακόμη και όντας πρωθυπουργός, κάθε φορά που ήταν να βγει από την αίθουσα του κοινοβουλίου και περνούσε αναγκαστικά μπροστά από τα δικά τους έδρανα έβριζαν και έφτυναν.

Μια συνεργασία της ΝΔ με την ηγεσία της Χρυσής Αυγής το 2013, παρότι την προωθούσαν ο Τ. Μπαλτάκος και άλλα στελέχη, ήταν έξω από τη συζήτηση. Η υπαρκτή ακόμη τότε καραμανλική πτέρυγα είχε εξαντλήσει την ανοχή της με τις μεταγραφές των Αδωνη Γεωργιάδη και Μάκη Βορίδη. Ο Αντ. Σαμαράς κινήθηκε στο πνεύμα της ΝΔ που ήθελε τους ακροδεξιούς ενταγμένους στο κόμμα. Είναι χαρακτηριστική από αυτή την άποψη η δήλωση που είχε κάνει ο Μιλτιάδης Εβερτ στον «Επενδυτή» το 2000. Σε ερώτηση για τους ακροδεξιούς που είχε στο εσωτερικό του το κόμμα, με πρώτο τον Μάνο Μανωλάκο που έκανε δηλώσεις από τα σκαλοπάτια της Ρηγίλλης, η απάντηση ήταν: «Καλύτερα να είναι μέσα στο κόμμα και υπό έλεγχο παρά να είναι έξω και να δημιουργούν προβλήματα και να βάζουν δική τους ατζέντα».

Πρώτος διδάξας υπήρξε ο γενάρχης της σύγχρονης Δεξιάς, ο Κωνσταντίνος Καραμανλής, ο οποίος βγήκε πρόεδρος της Δημοκρατίας το 1980 με τις ψήφους της Εθνικής Παράταξης, η οποία σταδιακά απορροφήθηκε από τη ΝΔ.

Πρόκειται για παραλληλισμούς με πολλές αναλογίες, γιατί η Χρυσή Αυγή, εκτός του ότι ενσωμάτωσε την παραδοσιακή ακροδεξιά, είχε επιπλέον το ναζιστικό στοιχείο ιδεολογικά και οργανωτικά αδιαχώριστο από τον εγκληματικό της χαρακτήρα.

Documento Newsletter