Έπρεπε να το βρουν στην Πισπιρίγκου;

Έπρεπε να το βρουν στην Πισπιρίγκου;

Τέσσερεις αστυνομικοί μπήκαν στο σπίτι της. Κανείς δεν έμαθε τι ειπώθηκε μεταξύ τους. Η μορφή της πλέον ήταν ταυτισμένη με την αποστροφή, την αηδία και την απέχθεια. Εκείνη τράβηξε την σιδερένια πόρτα και βγήκε έξω μαζί τους. Τα τακούνια της ακουγόταν σαν οπλές στο τσιμέντο. Ο όχλος αντί για κλωνάρια δάφνης αυτή την φορά κρατούσε smart phones: «Άρων άρων σταύρωσον αυτήν». Ήταν η στιγμή κατά την οποία κορυφώθηκε το τηλε-δρώμενο.

Ίσως η πιο διαδεδομένη μορφή τελετουργίας είναι εκείνη του αποδιοπομπαίου τράγου. Συναντάται με τον έναν ή τον άλλο τρόπο σχεδόν σε κάθε πολιτισμό. Σε διάφορες βαβυλωνιακές και αραβικές τελετουργίες όταν η κοινότητα βρίσκεται σε κατάσταση «έκτακτης ανάγκης», ο αρχιερέας επιλέγει έναν τράγο. Τον ταΐζουν και τον περιποιούνται όσο το δυνατόν καλύτερα. Στη συνέχεια ο ιερέας ακουμπώντας το κεφάλι του ζώου ψέλνει μια λιτανεία με σκοπό την μετάθεση των δεινών της κοινότητας στο κορμί του.  Αφού σφάζουν το ζωντανό, βάφουν με το αίμα του τα τείχη της πόλης οριοθετώντας τα εξαγνισμένα σύνορά της. Ο θάνατός του σημαίνει την επαναφορά της κανονικότητας.

Ένα παρόμοιο έθιμο απαντά και στην αρχαία Ελλάδα. Πρόκειται για την τελετουργία του «φαρμακού». Απ’ αυτό το τελετουργικό διασώζεται στους σύγχρονους νεοέλληνες όχι μόνο ένα ευρύ φάσμα συλλογικής ψυχοσυμπτωματολογίας αλλά και η ποικίλως χρησιμοποιούμενη λέξη: «κάθαρμα». Ο φαρμακός είναι ένα ιδιαίτερα απωθητικό πρόσωπο (δύσμορφος, φτωχός, άρρωστος) που επιλέγεται απ’ την κοινότητα. Αφού τον ταΐζουν, τον λιθοβολούν ή τον μαστιγώνουν με φύλα συκιάς. Η διαδικασία αυτή ονομάζεται κάθαρσις, ενώ το θύμα της διαδικασίας κάθαρμα. Καθώς λαμβάνει χώρα ο δημόσιος ξυλοδαρμός ο τοπικός άρχοντας καθοδηγεί το κάθαρμα προς τα τείχη της πόλης. Ο δαρμένος εγκαταλείπεται ψυχολογικά και σωματικά καταβεβλημένος εκτός των ορίων της πόλης. Η εγκατάλειψή του σημαίνει την συλλογική εξιλέωση.

Παραλλαγές των άνωθεν τελετουργικών συναντώνται στην Μεσαιωνική Αγγλία, στη Σιβηρία, στη Μέση Ανατολή και την αρχαία Ρώμη. Απαντούν όλα ανεξαιρέτως σε κρισιακές για την κοινότητα συνθήκες. Κεντρικό ρόλο στην πραγμάτωσή τους έχει μια φιγούρα απανθρωποποιημένη (κάποιο ζώο ή κάποιος άνθρωπος ανήθικός, εγκληματίας, τρελός, με κάποια σωματική δυσπλασία, φτωχός ή δούλος) έτσι που ο θάνατός της να σημαίνει το τέλος του φόβου, τον εξαγνισμό της κοινότητας. Ενεργοποιούνται από πολιτικούς ή θρησκευτικούς αξιωματούχους προκειμένου να ανακατευθυνθεί η συλλογική οργή απ’ την κρισιακή κατάσταση (δηλαδή την πείνα, την αρρώστια ή τον πόλεμο) που συνήθως αντανακλά στην πολιτική διαχείριση και έχει ως ηθικούς αυτουργούς συγκεκριμένους αξιωματούχους, σε μια μορφή ετερότητας. Γιατί να λιντσάρει κανείς τον υπεύθυνο όταν ο τελευταίος φροντίζει να παρέχει στο κοινό άρτον και θεάματα ώστε να καταλαγιάσει η κοινή αγωνία και να ξεχαστεί ο κίνδυνος που την προκαλεί;

Σκοπός του τελετουργικού είναι η διατήρηση της υπάρχουσας κοινωνικής δομής μέσα από την εκτόνωση του συλλογικού συναισθήματος σε ένα ελεγχόμενο πλαίσιο, ώστε τελικά να παραχθεί ένα καθησυχαστικό αποτέλεσμα. «Αυτό εδώ το μίασμα οδεύει προς τον θάνατο, σε αντίθεση με εσάς που είστε ασφαλείς στην καθαρή σας κοινότητα. Του αξίζει να πεθάνει! Ο θάνατος του σημαίνει την ζωή σας. Λιντσάρετέ το!». Κάτι παρόμοιο φαίνεται να συμβαίνει και στην υπόθεση της Ρούλας Πισπιρίγκου.

Απολογία στην ανακρίτρια της 33χρονης γυναίκας από την Πάτρα που κατηγορείται για τον θάνατο της 9χρονης κόρης της στο Νοσοκομείο Παίδων, Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022 (ΒΑΣΙΛΗΣ ΡΕΜΠΑΠΗΣ/EUROKINISSI)

 

Κατά την μεταφορά της στη ΓΑΔΑ ένας φωτογράφος την αποθανάτισε την στιγμή που κοιτούσε τον φακό. Τα μάτια της σαν από αίμα, θα μπορούσαν να απαντάνε στην ερώτηση: «ποιος άνθρωπος είναι ικανός για κάτι τέτοιο;». Αν όντως έχει διαπράξει όσα την κατηγορούν τότε οι αποτροπιαστικές της πράξεις βρίσκονται πέρα απ’ το ανθρώπινο αντιληπτικό πεδίο. Σημαίνουν απουσία οποιουδήποτε συναισθήματος. Την καθιστούν εγκληματία του στυγερότερου είδους. Ποια κοινωνική λειτουργία επιτελεί όμως η δημόσια διαπόμπευσή της;

«Η υπόθεση φαινόταν από την αρχή»: η φράση ξεχείλιζε απ’ το ορθάνοιχτο στόμα κάθε τηλεθεατή. Ίσως και να φαινότανε. Το ζήτημα είναι πως για ένα σημαντικό χρονικό διάστημα στην κατηγορούμενη είχε δοθεί κάθε ελεύθερο να αλωνίζει στα τηλεοπτικά πλατό. Η φερόμενη ως «Μήδεια» έθρεφε τα media και οι θεσμοί παρακολουθούσαν το θέαμα μαζί με το γητευμένο τηλεκοινό.

Το τηλεκοινό πριν να γητευτεί ήταν εντελώς και απολύτως οργισμένο. Είχε θρηνήσει σχεδόν 28.000 συμπολίτες του απ’ τον κορωνοϊό. Το ρεύμα ερχόταν πλέον σε τετραψήφιους αριθμούς. Πολλοί χάσαν τα σπίτια τους. Άλλοι τις δουλειές τους. Είχαν βιώσει, πλημμύρες, πυρκαγιές, σεισμούς, ευαλωτότητα, μοναξιά, αβεβαιότητα, απελπισία, επισφάλεια, πανδημία, καραντίνα, κούραση και αγανάκτηση. Περίμεναν κάτι εξοργιστικό για  να ξεσπάσουν. Το βρήκανε στην Πισπιρίγκου.

 

Documento Newsletter