«Επιτελικός» μηχανισμός μείωσης των συντάξεων

Απώλειες έως και 50% στην τελική σύνταξη για όσους έχουν διαδοχική ασφάλιση και δεν καταθέσουν ένσταση εντός τριών μηνών από την έκδοση της προσωρινής σύνταξης

Η πρόσφατη φιέστα με τις εκκρεμείς συντάξεις, οι οποίες δήθεν μηδενίστηκαν από τις ενέργειες του τριδύμου της καταστροφής Μητσοτάκη – Χατζηδάκη – Δουφεξή, φέρνει στο φως ακόμη μία πονηριά εναντίον των συνταξιούχων. Ειδικά αυτών των συνταξιούχων που το τελευταίο διάστημα έλαβαν την προσωρινή σύνταξη. Πρόκειται για νέο μηχανισμό εξαπάτησης ώστε οι συνταξιούχοι να απολέσουν χρήματα μέσω δικαστικής παραγραφής.

Αρχικώς ας θυμίσουμε τι συνέβη το καλοκαίρι του 2020. Τότε είχε δημοσιευτεί η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) που επέστρεφε τα αναδρομικά έντεκα μηνών για τις περικοπές σε κύριες συντάξεις, δώρα και επικουρικές τις οποίες είχαν νομοθετήσει οι Βρούτσης – Κουτρουμάνης το 2012 (κυβερνήσεις Παπαδήμου και Σαμαρά). Το συνολικό ποσό που έπρεπε να επιστραφεί ήταν 3,9 δισ. ευρώ. Με μια πρωτοφανή απόφαση η κυβέρνηση Μητσοτάκη επέστρεψε μόνο τα αναδρομικά για τις κύριες συντάξεις (ύψους 1,1 δισ. ευρώ).

Οι έξαλλοι για τις κυβερνητικές μεθοδεύσεις συνταξιούχοι ετοιμάζονταν να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη. Τότε πήρε μπροστά ο επικοινωνιακός μηχανισμός των πετσωμένων ΜΜΕ. Ο τότε κυβερνητικός εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας καλούσε τους συνταξιούχους να μην προσφύγουν στη Δικαιοσύνη αφού η κυβέρνηση θα τους δικαίωνε στο μέλλον. «Η έκκληση που θα ήθελα να κάνω είναι οι συνταξιούχοι να έχουν λίγη υπομονή και να μην προσφεύγουν σε ένδικα μέσα, γιατί αυτό συνεπάγεται μεγάλη γραφειοκρατία, φόρτο στα δικαστήρια και, φυσικά, δαπάνη για τους ίδιους» ήταν επακριβώς η δήλωσή του στις 15 Ιουλίου 2020. Πρωτύτερα είχε δημοσιευτεί η απόφαση του ΣτΕ που έκρινε ότι η κυβέρνηση θα πρέπει να επιστρέψει αναδρομικά 3,9 δισ. ευρώ στους συνταξιούχους.

Οργανωμένη εξαπάτηση

Λίγες μέρες μετά τη σκυτάλη της εξαπάτησης πήρε ο ίδιος ο πρωθυπουργός. Ηταν 29 Ιουλίου 2020 όταν ο Κυρ. Μητσοτάκης ανακοίνωσε στη Βουλή ότι προωθεί τροπολογία με την οποία δρομολογεί την καταβολή αναδρομικών όχι μόνο σε όσους είχαν καταθέσει προσφυγές αλλά σε όλους τους τότε δικαιούχους. Η πολιτική εξαπάτηση τότε πέτυχε τον σκοπό της. Από τους 2,1 εκατ. συνταξιούχους οι οποίοι έπρεπε να λάβουν αναδρομικά για τις επικουρικές και τα δώρα που παράνομα τους είχαν περικόψει το 2012 οι Κουτρουμάνης – Βρούτσης, μόλις οι 400.000 προσέφυγαν στη Δικαιοσύνη. Πλέον η κυβέρνηση δηλώνει αμέτοχη και μετά τις αποφάσεις του ΣτΕ ετοιμάζεται να καταβάλει τις περικοπές μόνο σε όσους προσέφυγαν στα διοικητικά δικαστήρια. Οι υπόλοιποι απώλεσαν διά της δικαστικής παραγραφής τα δικαιώματά τους! Βέβαια και όσοι πήραν χρήματα από τα αναδρομικά των κύριων συνταξιοδοτήσεων βρέθηκαν να χρωστούν πολλαπλάσια ποσά στην εφορία. Οριστική ταφόπλακα μπήκε με την πράξη νομοθετικού περιεχομένου που δημοσιεύτηκε στις 29 Ιανουαρίου 2022. Μέσω αυτής η κυβέρνηση Μητσοτάκη έδωσε την επιλογή της εξόφλησης της άδικης φορολόγησης των συνταξιούχων για τα αναδρομικά τους σε 48 δόσεις και με επιτόκιο 6%. Υπενθυμίζεται ότι τον Οκτώβριο του 2020 δόθηκαν συνολικά 1,1 δισ. ευρώ επιστροφές στους συνταξιούχους λόγω τωναποφάσεων του ΣτΕ. Ωστόσο με τη μέθοδο της υπερφορολόγησης επιβλήθηκε πρόσθετη φορολόγηση 33% στο 1,1 εκατ. των συνταξιούχων που έλαβαν αναδρομικά για τις παράνομες περικοπές στις κύριες συντάξεις. Αν βέβαια προστεθεί το γεγονός ότι δεν δόθηκε το 6% του ετήσιου επιτοκίου στα αναδρομικά (ανέβαζε το ποσό των καταβολών κατά περίπου 30%) και με δεδομένο ότι σε συνθήκες οικονομικής αφαίμαξης λόγω πληθωρισμού οι συνταξιούχοι επέλεξαν τη δοσοποίηση, που σημαίνει πρόσθετη επιβάρυνση της τάξης του 24%, προκύπτει τελικά ότι από το 1,1 δισ. ευρώ που κατέβαλε η κυβέρνηση Μητσοτάκη στους συνταξιούχους για αναδρομικά, παίρνει πίσω το 79% μέσω φορολόγησης και ληστρικών επιτοκίων.

Απονομή με απατεωνιές

Τώρα οι Χατζηδάκης – Δουφεξής πράττουν το ίδιο με τις προσωρινές συντάξεις που απονέμουν και αφορούν περιπτώσεις διαδοχικής ασφάλισης. Με βάση τον νέο ν. 4921/2022 τους δίνεται η δυνατότητα να απονέμουν προσωρινή σύνταξη υπολογίζοντας μόνο τις ασφαλιστικές εισφορές του τελευταίου ταμείου. Αγνοούν δηλαδή τον χρόνο ασφάλισης σε προηγούμενα ταμεία. Σ’ αυτές τις συνταξιοδοτικές αποφάσεις και παρότι είναι προσωρινές αναφέρεται ότι αν ο δικαιούχος διαφωνεί, μπορεί να ασκήσει ένσταση μέσα σε προθεσμία τριών μηνών. Συνεπώς, εάν παρέλθει η τρίμηνη προθεσμία χωρίς να υποβληθεί ένσταση κατά της εσφαλμένης αυτής απόφασης (αφού δεν έχει συνυπολογίσει και τον χρόνο ασφάλισης στο προηγούμενο ταμείο), ο δικαιούχος χάνει το δικαίωμα εμπρόθεσμης υποβολής ένστασης, με άμεσο κίνδυνο οριστικής απώλειας του χρόνου ασφάλισής του στο προηγούμενο ταμείο, για τον οποίο όμως έχει καταβάλει πλήρως και εμπροθέσμως όλες τις προβλεπόμενες ασφαλιστικές εισφορές. Αυτό σημαίνει ότι η σύνταξη που θα του καταβληθεί τελικά θα είναι η προσωρινή και διά της δικαστικής παραγραφής θα έχει χάσει την ανταπόδοση από τις ασφαλιστικές εισφορές που έχει καταβάλει σε προηγούμενους του τελευταίου ταμείου ασφαλιστικούς οργανισμούς. Το αποτέλεσμα είναι καταφανές. Θα λάβει μειωμένη σύνταξη. Η ζημία του συνταξιούχου μπορεί να φτάσει και σε ποσοστά πάνω από το 50% της δικαιούμενης σύνταξης: όσο περισσότερα τα χρόνια ασφάλισης στο προηγούμενο ταμείο τόσο μεγαλύτερη η ζημία του ασφαλισμένου αν παρέλθει η τρίμηνη προθεσμία χωρίς να υποβληθεί ένσταση.

Ποιοι χάνουν τα περισσότερα

Τη μέγιστη ζημία έχουν όσοι έχουν συμπληρώσει το 62ο έτος ηλικίας και έχουν συνολικά 40 χρόνια ασφάλισης, εκ των οποίων τα περισσότερα στο προηγούμενο ταμείο (π.χ. ΟΑΕΕ): για τους ασφαλισμένους αυτούς εκδίδονται αποφάσεις μόνο με βάση τα χρόνια του ΙΚΑ-ΕΤΑΜ, με συνέπεια οι συντάξεις τους να είναι επιπλέον μειωμένες με ένα πρόσθετο 40% ενώ δικαιούνται πλήρη σύνταξη.

Ετικέτες