Η πολύμηνη και πρωτόγνωρη υγειονομική κρίση στη χώρα μας με την πανδημία της Covid-19 οδήγησε παράλληλα σε μια πολυεπίπεδη κοινωνική και οικονομική κρίση. Με φανερή την έλλειψη ενός ολοκληρωμένου σχεδίου από την κυβέρνηση για την αντιμετώπισή τους. Στο υγειονομικό επίπεδο χωρίς την κατάλληλη προετοιμασία κινδυνεύουμε να χάσουμε ό,τι κερδίσαμε στην πρώτη φάση.
Οι δυσμενείς επιπτώσεις στην πραγματική οικονομία οδήγησαν σε μεγάλη ύφεση, 15% στο β΄ τρίμηνο, και η στήριξη των αδύναμων και μικρομεσαίων στρωμάτων της κοινωνίας είναι επί της ουσίας ανύπαρκτη. Δημιουργούνται νέες κοινωνικές ανισότητες. Η κυβέρνηση αντιμετώπισε με αργά αντανακλαστικά τις οικονομικές συνέπειες και επέλεξε συντηρητική ατζέντα στα εργασιακά ζητήματα. Προχωρά με τη λογική «βλέποντας και κάνοντας».
Στην περιφέρεια η κατάσταση αυτή αποτυπώνεται στα αδιέξοδα των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων και των εργαζομένων σε αυτές, των ελεύθερων επαγγελματιών, των επιστημόνων, αλλά και μέσα από την έλλειψη μέριμνας για τον πρωτογενή τομέα. Ολοι αντιμετωπίζουν έντονο πρόβλημα ρευστότητας. Στόχος πρέπει να είναι η ένταξη όλων των επιχειρήσεων στα χρηματοδοτικά εργαλεία με βασικό κριτήριο τη βιωσιμότητα, για να διατηρηθούν η λειτουργία τους και η απασχόληση των εργαζομένων.
Στον πρωτογενή τομέα τα προβλήματα είναι πολλά. Χαμηλές τιμές προϊόντων, υψηλό κόστος παραγωγής, επιβαρύνσεις σε φόρους και εισφορές, μειωμένη ζήτηση στα προϊόντα. Η έλλειψη ρευστότητας οδηγεί σε αδυναμία καλλιέργειας και εκτροφής των ζωικών πληθυσμών. Οι επιπτώσεις αφορούν όλους τους αγρότες, τους κτηνοτρόφους και τους πτηνοτρόφους. Αλλά και τους ιχθυοκαλλιεργητές που στηρίζονται αποκλειστικά στις εξαγωγές. Ολοι οι κλάδοι του πρωτογενούς τομέα πρέπει να ενταχθούν στις πληττόμενες επιχειρήσεις. Εντάσσεται η μεταποίηση, δεν εντάσσονται οι παραγωγοί. Χωρίς παραγωγούς δεν υπάρχει ούτε μεταποίηση ούτε εξαγωγές.
Ο πρωτογενής τομέας πρέπει επίσης να ενταχθεί στο πλαίσιο χρηματοδότησης με εγγύηση του δημοσίου, χωρίς τα ιδιαίτερα αυστηρά και απαιτητικά κριτήρια των τραπεζών που αφήνουν εκτός τους περισσότερους. Για να καλύπτονται όσοι πραγματικά παράγουν. Για τη διατροφική επάρκεια της χώρας μας με την επιβίωση του πρωτογενούς τομέα, για τον οποίο, τουλάχιστον στα λόγια, όλοι συμφωνούμε ότι αποτελεί βασικό πυλώνα για την παραγωγική και αναπτυξιακή ανασυγκρότηση της χώρας μας. Μαζί με τη χρηματοδότηση των υποδομών που στηρίζουν τον πρωτογενή τομέα (εγγειοβελτιωτικά έργα, δίκτυα, αποθηκευτικοί – ψυκτικοί χώροι). Εχουμε ανάγκη τη βιώσιμη ανάπτυξη με σεβασμό στο περιβάλλον και πολιτικές απέναντι στο μείζον ζήτημα της κλιματικής αλλαγής.
Η κυβέρνηση εξακολουθεί να αντιμετωπίζει τα προβλήματα με αποσπασματικά μέτρα. Το Κίνημα Αλλαγής ήδη εδώ και μήνες καταθέτει ολοκληρωμένες και υπεύθυνες προτάσεις για πραγματικές λύσεις στα αδιέξοδα που υπάρχουν και πλέον έχουν πάρει τη μορφή του νέου επικαιροποιημένου σχεδίου μας της Νέας Αλλαγής.
Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης, 32 δισ. ευρώ, και τα 40 δισ. ευρώ του επόμενου ΕΣΠΑ και της ΚΑΠ απαιτούν εθνικά σχέδια για την αξιοποίησή τους, για τη διάσωση και την ανάκαμψη της οικονομίας, για τη στήριξη της εργασίας και του κόσμου της παραγωγής. Για τον σκοπό αυτό απαιτούνται σοβαρή πολιτική συζήτηση μαζί με τους κοινωνικούς, επαγγελματικούς και παραγωγικούς φορείς και εθνική συνεννόηση ώστε οι διαθέσιμοι πόροι να ωφελήσουν όλους.
Σε αυτό το πλαίσιο οι ευθύνες της κυβέρνησης είναι σοβαρές και οι επόμενοι μήνες είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι για το μέλλον της κοινωνίας μας, ιδιαίτερα των νέων μας.
Ο Χρήστος Γκόκας είναι βουλευτής Αρτας του Κινήματος Αλλαγής