Στην απόλυτη απαξίωση της συνεννόησης με τους υπόλοιπους πολιτικούς αρχηγούς προχώρησε ο Κυριάκος Μητσοτάκης το βράδυ της Πέμπτης, επιβεβαιώνοντας την προσωποκεντρική στρατηγική αντιμετώπισης των επιπτώσεων της ρωσικής εισβολής, εμμένοντας παράλληλα στην απόφαση της αποστολής «αμυντικού υλικού» στην Ουκρανία, αλλά και παραδεχόμενος πως «αν μας ζητηθεί στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, φυσικά και θα το κάνουμε» για στρατιωτικές δυνάμεις στις χώρες γύρω από την Ουκρανία.
Συνέντευξη στο δελτίο ειδήσεων του Alpha παραχώρησε το βράδυ της Πέμπτης ο πρωθυπουργός, στην προσπάθειά του να υπερασπιστεί τις μέχρι στιγμής αποφάσεις του αναφορικά με την πολεμική σύγκρουση στην Ουκρανία, προδιαθέτοντας μάλιστα και συνέχιση της προσωποκεντρικής αντιμετώπισης της κρίσιμης κατάστασης.
«Καταρχάς να εξηγήσουμε γιατί πήρα αυτή την απόφαση. Γιατί ήταν το ηθικά σωστό και το εθνικά επιβεβλημένο. Το ηθικά σωστό διότι εδώ δέχεται μια επίθεση μια ελεύθερη χώρα και πρέπει να σταθούμε στο πλευρό της. Όλες οι χώρες στέκονται στο πλευρό της δημοκρατίας και της αναφαίρετης δυνατότητας που πρέπει να έχει μια χώρα να υπερασπιστεί την εδαφική της ακεραιότητα. Δεν έχω καμία αμφιβολία, λοιπόν, ότι πράξαμε το σωστό, όπως τελικά έπραξαν το σωστό η μεγάλη πλειοψηφία των ευρωπαϊκών χωρών. Το έκανε η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση. Την ίδια μέρα μόλις πήραμε την απόφαση η ίδια η Ευρωπαϊκή Ένωση αποφάσισε να παράσχει, κατά την άποψή μου, αμυντικό υλικό, προσέξτε, αμυντικό υλικό είναι αυτό το οποίο δίνουμε. Διότι η χώρα δέχεται επίθεση, είναι αμυνόμενη, δεν επιτίθεται» έφτασε στο σημείο να υποστηρίξει για την αποστολή οπλισμού.
Στη συνέχεια, επέμεινε να υποστηρίζει το «ποντάρισμα» στην υποστήριξη της Δύσης «αν βρισκόμασταν στην ίδια κατάσταση».
«Όπως είπα στη Βουλή, εμείς είχαμε ένα λόγο παραπάνω από άλλες ευρωπαϊκές χώρες να συνταχθούμε με τη σωστή πλευρά της Ιστορίας. Να το κάνουμε γρήγορα, να το κάνουμε χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις και να μπορέσουμε να δείξουμε και εμείς ότι είμαστε ενεργό μέλος, στο βαθμό που συμμετέχουμε» ανέφερε συγκεκριμένα.
«Δεν έχω καμία αυταπάτη, δεν αλλάζει η ισορροπία στο πεδίο με τα πυρομαχικά και τα όπλα τα οποία έστειλε η Ελλάδα. Στείλαμε όμως ένα σήμα: ότι είμαστε, όπως πάντα ήμασταν στην Ιστορία μας, με τη σωστή πλευρά της Ιστορίας, τιμούμε τις συμμαχίες μας και με αυτό τον τρόπο πιστεύω ότι ενισχύεται το κύρος της χώρας. Και στέλνεται και ένα μήνυμα ευρύτερο, ότι σε αυτή την εποχή λογικές αναθεωρητισμού, επιχειρηματολογίες περί αποστρατικοποίησης -όπως αυτές που ακούμε για την ευρύτερη γειτονιά μας- προφανώς δεν έχουν πια καμία απολύτως θέση» συμπλήρωσε, ενώ στη συνέχεια προχώρησε στην πλήρη απαξίωση της συνεννόησης με τους πολιτικούς αρχηγούς για τόσο σημαντικά εθνικά ζητήματα.
«Κατ’ αρχάς, οι αποφάσεις αυτές είναι αποφάσεις σε επίπεδο πρωθυπουργού. Δεν διαβουλεύομαι για να πάρω αυτές τις αποφάσεις, ούτε ζητώ τη σύμφωνη γνώμη της αντιπολίτευσης. Και προφανώς, αν εξαιρέσει κανείς το ΚΙΝΑΛ, προς τιμήν του, που είχε μια πολύ καθαρή θέση, όλοι οι άλλοι ήταν στο “ναι μεν αλλά”. Αυτή είναι η πραγματικότητα» ανέφερε εισαγωγικά, σπεύδοντας πρώτα να στηρίξει την απόφασή του να προχωρήσει στις εν λόγω αποφάσεις την περασμένη Κυριακή, χωρίς τη σύγκληση ΚΥΣΕΑ και χωρίς τον υπουργό Εξωτερικών στο πλευρό του.
«Λοιπόν, αυτή η ευθύνη και η απόφαση ήταν δική μου, προφανώς με την εξουσιοδότηση του Κυβερνητικού Συμβουλίου Εθνικής Ασφάλειας (ΚΥΣΕΑ), και σε αυτές τις περιπτώσεις αυτές οι αποφάσεις λαμβάνονται έτσι» ανέφερε για τις επικρίσεις που δέχθηκε για την απουσία Δένδια.
«Από εκεί και πέρα έγινε μια συζήτηση στην Βουλή. Υπήρξε απόλυτη ενημέρωση της Εθνικής Αντιπροσωπείας και των Αρχηγών των πολιτικών κομμάτων. Μιας και με ρωτάτε να το απαντήσω αυτό το ερώτημα, δεν πιστεύω στα συμβούλια πολιτικών αρχηγών. Προσωπικά δεν έχω συγκαλέσει κανένα. Δεν θεωρώ ότι προσφέρουν κάτι. Έχω συμμετάσχει σε κάποια. Θεωρώ ότι είναι μια συζήτηση η οποία -έτσι όπως είναι οργανωμένη- δεν έχει κάποιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Δεν προσθέτει κάτι. Ό,τι έχουμε να πούμε να το πούμε στην Βουλή, δημόσια και ενώπιον του ελληνικού λαού» διαμήνυσε, δίνοντας καθαρό στίγμα του πως αντιλαμβάνεται τη συνεννόηση με την αντιπολίτευση.
Σε άλλο σημείο της συνέντευξης, ο Κυρ. Μητσοτάκης κλήθηκε να απαντήσει για το ενδεχόμενο αποστολής στρατιωτικών ενισχύσεων, όπου αφού ανέφερε πως στην Ουκρανία αποκλείεται να αποσταλεί δύναμη του ΝΑΤΟ, παραδέχτηκε πως είναι ανοιχτό το ενδεχόμενο να συμμετάσχει η χώρα μας σε αποστολή στις γειτονικές του χώρες.
«Για αυτό και έχει τόσο μεγάλη σημασία να είμαστε καθαρά στη σωστή πλευρά της Ιστορίας, με τους συμμάχους μας οι οποίοι πάντα μας στήριξαν. Διότι ακούω, κ. Σρόιτερ, και νομίζω ότι είναι δικαιολογημένο, υπάρχει μία δικαιολογημένη ανησυχία σήμερα στην ελληνική κοινή γνώμη: «είναι ένας πόλεμος, πώς θα επηρεαστούμε; Θα εμπλακούμε και εμείς; Θα πολεμήσουμε με κάποιο τρόπο»; Η απάντηση είναι κατηγορηματικά όχι, δεν τίθεται ζήτημα συμμετοχής ελληνικών στρατευμάτων, νατοϊκών στρατευμάτων σε αυτό τον πόλεμο. Αλλά το να μπορούμε να προσδοκούμε ότι αν χρειαστεί οι σύμμαχοί μας θα μας στηρίξουν, είναι μεγάλη παρακαταθήκη για τη χώρα» ανέφερε συγκεκριμένα για την Ουκρανία.
Ακολούθως, σε ερώτημα για τις γειτονικές της Ουκρανίας χώρες, απάντησε «αν μας ζητηθεί στα πλαίσια του ΝΑΤΟ, φυσικά και θα το κάνουμε», συμπληρώνοντας πως δεν μας έχει ακόμα ζητηθεί, και σπεύδοντας να δικαιολογηθεί για την πιθανότητα αυτή.
«Δεν μας έχει ζητηθεί ακόμα. Αυτό επιτάσσουν οι συμμαχικές μας υποχρεώσεις. Αλλά δεν έχει ζητηθεί ακόμα αυτό. Αλλά θα ήθελα επίσης να σας πω ότι με ευκαιρία την Ουκρανική κρίση δικαιώνεται απόλυτα η εξωτερική και αμυντική πολιτική της χώρας, κ. Σρόιτερ. Επενδύσαμε στους εξοπλισμούς μας σε δύσκολες συνθήκες. Δεχθήκαμε κριτική γι’ αυτό. Το κάναμε έχοντας πλήρη αίσθηση ότι πρέπει να θωρακίσουμε αμυντικά τη χώρα μας» απάντησε ο πρωθυπουργός.