Επικοινωνιακό show Μητσοτάκη στη Βουλή με στοχοποίηση των ηλικιωμένων

Επικοινωνιακό show Μητσοτάκη στη Βουλή με στοχοποίηση των ηλικιωμένων

Με μία εμφάνιση στη Βουλή με αιχμές και νουθεσίες προς την αντιπολίτευση, κορώνες για μία πολιτική που «σώζει ζωές», παράθεση μίας σειράς ερωτοαπαντήσεων προς επίρρωσην του επιχειρήματος πως η κυβέρνησή του έχει κάνει «ότι περνούσε από το χέρι της», αλλά και με ύφος κηδεμόνα προς τους ανεμβολίαστους πολίτες επέλεξε να υπερασπιστεί ο Κυριάκος Μητσοτάκης την απόφασή του για επιβολή υποχρεωτικού εμβολιασμού στους πολίτες άνω των 60 ετών, υπό την απειλή προστίμου 100 ευρώ κάθε μήνα. Εκ νέου κριτική στην αξιωματική αντιπολίτευση, «ζυγίστε, μιλήστε, ψηφίστε» κάλεσε την ολομέλεια της Βουλής.

«Με βασάνισε προσωπικά, είμαι βαθιά φιλελεύθερος και η έννοια της υποχρεωτικότητας είναι επί της αρχής δυσκολοχώνευτη» ανέφερε εισαγωγικά ο πρωθυπουργός το μεσημέρι της Τετάρτης από βήματος Βουλής, στην προσπάθειά του να υποστηρίξει την χθεσινή του απόφαση για την επιβολή της υποχρεωτικότητας εμβολιασμού στους πλέον ηλικιωμένους πολίτες, συμπληρώνοντας πως «νιώθω βαρύτερη την ευθύνη για το κοινό καλό, όπως και για το καλό εκείνων που δεν το συνειδητοποιούν».

Κατά την ομιλία του, ο Κυριάκος Μητσοτάκης υποστήριξε πως η κυβέρνησή του έχει κάνει μέχρι στιγμής «ότι περνάει από το χέρι της» για να πειστούν οι πολίτες να κάνουν το εμβόλιο, υποστηρίζοντας πως η μόνη λύση πλέον ήταν ο καταναγκασμός. Μάλιστα, προχώρησε σε ακόμα μία παράφραση των αποφάσεών του, καθώς ανέφερε μεταξύ άλλων πως «επιμένω στον όρο αναγκαίος γιατί το θεωρώ ισχυρότερο από τον όρο υποχρεωτικός».

Στη συνέχεια, ο πρωθυπουργός προχώρησε εάν «μονόλογο» ερωτοαπαντήσεων, δίνοντας απαντήσεις σε μία σειρά από ερωτήματα. Μεταξύ άλλων, υποστήριξε πως κατέληξε στην υποχρεωτικότητα για την συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα, «γιατί τα στοιχεία είναι αδυσώπητα», επικαλούμενος πως πως στην συντριπτική τους πλειοψηφία οι πολίτες άνω των 60 ετών είναι οι πλέον ευάλωτοι από τον ιό.

Παράλληλα ωστόσο, στο σημείο αυτό δεν δίστασε να βάλει στο στόχαστρο τους πολίτες αυτούς, στοχεύοντας στην πυροδότηση του κοινωνικού αυτοματισμού, καθώς δεν δίστασε να δείξει εκείνους για την κατάσταση του ΕΣΥ. «Αναντίρρητα είναι εκείνοι που κινδυνεύουν περισσότερο, αλλά καθώς μένουν απροστάτευτοι πολιορκούν το σύστημα υγείας στερώντας θεραπεία από χιλιάδες πολίτες με πολύ σοβαρές ασθένειες» δήλωσε με στόμφο.

Παρακάτω, οι απαντήσεις του στην κριτική για την επιλογή της σημερινής συγκυρίας δεν έπεισαν, καθώς απλώς παρέθεσε στοιχεία για την πορεία του εμβολιαστικού προγράμματος, δίχως να δώσει απάντηση και για το γεγονός πως τα μέτρα αυτά δεν είναι σε θέση να βελτιώσουν τη σημερινή κατάσταση που αντιμετωπίζουν τα νοσοκομεία. Αναφορικά δε με το ύψος των 100 ευρώ μηνιαίως, αρκέστηκε να αναφερθεί στις πληροφορίες και τα δημοσιεύματα για την επιλογή άλλων κυβερνήσεων να ακολουθήσουν τον ίδιο δρόμο, με επιχείρημα πως το ελληνικό πρόστιμο θα είναι πιο φθηνό.

Στη συνέχεια, στο ερώτημα «κάνατε αρκετά πριν φτάσετε εκεί», απέφυγε και πάλι να απαντήσει στα εκκωφαντικά αιτήματα των υγειονομικών και άλλων κλάδων για την ανάγκη στήριξης, και αρκέστηκε σε μία παράθεση διαφόρων δράσεων αναφορικά με την πανδημία. Αξίζει να σημειωθεί πως για μία ακόμα φορά, ο λόγος του πρωθυπουργού έβριθε από αναφορές «πρώτη η Ελλάδα», τόσο για την καθιέρωση της τρίτης δόσης όσο και για την παροχή self tests.

Σε αυτό δε το σημείο άφησε αιχμές προς τον υπουργό Θάνο Πλεύρη, τον οποίο εγκλάλεσε για τη χαμηλή συμμετοχή των ιδιωτών γιατρών στο πρόγραμμα εμβολιασμού, σημειώνοντας πως «κάποια στιγμή θα πρέπει να κάνουμε αξιολόγηση». Αιχμές άφησε και προς την υφυπουργό Μίνα Γκάγκα, καθώς απευθυνόμενος σε αυτήν εγκάλεσε και πάλι την επιστημονική κοινότητα για το πως «έπεσαν έξω οι προβλέψεις που έλεγαν για τείχος ανοσίας» στο 70% της εμβολιαστικής κάλυψης του πληθυσμού.  Μάλιστα, στο σημείο αυτό ζήτησε από τους αρμόδιους υπουργούς να πιέσουν την Επιτροπή Ειδικών για να αποφασίσουν για το διάστημα μεταξύ δεύτερης και τρίτης δόσης να πέσει στους τέσσερις μήνες, προκαλώντας έκπληξη με την «πολιτική» παρέμβαση στους επιστήμονες.

Απαντώντας σε ερώτημα περί συνταγματικότητας, ο Κ. Μητσοτάκης επικαλέστηκε «έγκριτους συνταγματολόγους που δεν είναι δικοί μας», όπως ο πρώην υπουργός, Αντώνης Μανιτάκης, επικαλούμενος και συγκεκριμένα άρθρα του Συντάγματος. Σημειώνεται πως ήταν οι ίδιοι οι υπουργοί της κυβέρνησης, με χαρακτηριστικό το παράδειγμα του σημερινόυ υπουργού Υγείας Θάνου Πλεύρη, αλλά και του προκατόχου του Βασίλη Κικίλια, που στο πρόσφατο παρελθόν έχουν αποδεχτεί ζητήματα συνταγματικότητας για την επιβολή υποχρεωτικού εμβολιασμού.

Έκπληξη και αντιδράσεις προκάλεσε και με την απάντησή του για την ανάγκη επέκτασης της υποχρεωτικότητας, καθώς αφού σημείωσε πως δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή ανάγκη, τόνισε πως «δεν γεμίζουν οι ΜΕΘ από αστυνομικούς και στρατιωτικούς, από ηλικιωμένους γεμίζουν, εκεί στρέφουμε το ενδιαφέρον μας».

Συνεχίζοντας στο πανηγυρικό πνεύμα της «επιτυχίας» των αποφάσεών του, ο πρωθυπουργός παρέθεσε στοιχεία σύγκρισης των ραντεβού για εμβολιασμό μία ημέρα πριν τις χθεσινές ανακοινώσεις, και μία ημέρα μετά, τονίζοντας πως τα ραντεβού δεκαπλασσιάστηκαν.

Κλείνοντας προσπάθησε για μία ακόμα φορά να επιτεθεί στην αξιωματική αντιπολίτευση, κατηγορώντας την για «κλείσιμο του ματιού» στους αντιεμβολιαστές, επικαλούμενος αναφορές του Παύλου Πολάκη λίγο πριν την ομιλία του, αναφορικά με τις απώλειες εμβολιασμένων πολιτών. «Πατάτε σε δύο βάρκες, είναι καιρός για καθαρές κουβέντες και λύσεις» ανέφερε, ενώ στο στόχαστρό του βρέθηκε και η κριτική του ΣΥΡΙΖΑ για την επιβολή προστίμου. «Πριν πέντε μήνες ο κ. Τσίπρας χαρακτήριζε εξεφτελιστική τη σύνδεση του εμβολίου με χαρτζιλίκι, τότε η συμμετοχή ήταν 15% σήμερα είναι 70%, εσείς χτες μας είπατε τα αντίθετα. Τώρα ζητάτε οικονομικά κίνητρα για να εμβολιαστούν οι μεγαλύτεροι, λίγη σοβαρότητα δεν θα έβλαπτε» κούνησε για μία ακόμα φορά το δάχτυλο.

«Αισθάνομαι ότι πράττω το καθήκον, έχω ήσυχη τη συνείδησή μου, προτείνω καθαρό δρόμο με αίσθημα ευθύνης και τολμηρές και δύσκολες αποφάσεις. Να κάνετε το ίδιο» εγκάλεσε καταληκτικά την αντιπολίτευση, πριν προχωρήσει στην παραίνεση «ζυγίστε, μιλήστε, ψηφίστε», ευχόμενος «να μη χρειαστεί ούτε ένα πρόστιμο των 100 ευρώ».

Documento Newsletter