Ενώ η κοινωνική δυσαρέσκεια καλπάζει, όπως καταγράφεται πλέον σε όλες τις μετρήσεις της κοινής γνώμης, και το εσωκομματικό θερμόμετρο ανεβαίνει, ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης επιμένει στη δική του εξωραϊσμένη εικόνα της πραγματικότητας, συντηρώντας τεχνητό κλίμα αισιοδοξίας για το τέλος της πανδημίας και την απογείωση της οικονομίας.
Ο πρωθυπουργός μίλησε στο υπουργικό του συμβούλιο τη Μεγάλη Δευτέρα χωρίς να κάνει καμία αναφορά στο δημόσιο σύστημα υγείας που έχει καταρρεύσει, ενώ δεν αναγνωρίζει το αποτυχημένο lockdown και τις ευθύνες της κυβέρνησής του. Αντιπαρέρχεται το φράγμα των 10.000 νεκρών από κορονοϊό και προβάλλει ότι έσπασε το φράγμα των 2.500.000 εμβολιασμών.
Παράλληλα, ενώ οι επιστήμονες λένε δημόσια στα τηλεοπτικά παράθυρα ότι μέχρι το τέλος Μαΐου θα έχουμε 400 με 500 νεκρούς την εβδομάδα, από τη Δευτέρα του Πάσχα ανοίγει την εστίαση και από τις 15 Μαΐου τον τουρισμό, αφενός για να εκτονώσει την κοινωνική δυσαρέσκεια και αφετέρου για να ενεργοποιήσει την οικονομία. Πού ποντάρει ο πρωθυπουργός; Μα στα εμβόλια, για τα οποία παρουσιάζει αριθμό εμβολιασμών και όχι εμβολιασμένων, στον «σύμμαχό μας τον καλό καιρό» και στην ατομική ευθύνη των πολιτών και των επιχειρηματιών για να μην ξανακλείσουν οι δραστηριότητες που ανοίγουν.
Οσο για την οικονομία, ο πρωθυπουργός την παρουσίασε όχι μόνο σαν να έχει τις καλύτερες προοπτικές μετά την πανδημία, υποβαθμίζοντας το ζήτημα του δημόσιου και ιδιωτικού χρέους, αλλά σαν να έχει αρχίσει ήδη η απογείωσή της και η βιομηχανική παραγωγή, οι κατασκευές και οι εξαγωγές να έχουν ήδη αυξηθεί.
Είναι σύμπτωμα των εξουσιαστών ότι βλέπουν την πραγματικότητα μέσα από τη δική τους οπτική ενώ περιστοιχίζονται από ανθρώπους που τους λένε εκείνο που θέλουν να ακούσουν.
Επικοινωνία μέχρι τέλους
Μέσα από αυτό το πρίσμα ο πρωθυπουργός κάνει επικοινωνιακή διαχείριση της πραγματικότητας συντηρώντας κλίμα τεχνητής αισιοδοξίας και ψεύτικης ελπίδας, με σύμμαχο τα μέσα ενημέρωσης που εμφανίζονται πιο αισιόδοξα ακόμη και από το κυβερνητικό επιτελείο. Ασκεί πολιτική ωσάν να ετοιμάζεται για εκλογές στο τέλος κάθε μήνα. Στόχος είναι, ρίχνοντας κάθε φορά ό,τι διαθέτει στη μάχη της επικοινωνίας, να ανακόψει τη φθορά της κυβέρνησης και να συγκρατήσει την αντίστροφη δυναμική που ούτως ή άλλως δημιουργείται από τα πολλά λάθη και αστοχίες του «επιτελικού κράτους» – όχι μόνο στο πεδίο της πανδημίας.
Η λογική είναι απλή: εάν ο έλεγχος χαθεί και αποτυπωθεί στις μετρήσεις πτώση της κυβέρνησης με αντίστοιχη άνοδο της αντιπολίτευσης, τότε η κατάσταση για την κυβέρνηση θα είναι μη αναστρέψιμη. Σε κάθε περίπτωση έχουν απομακρυνθεί οι πρόωρες εκλογές τον Ιούνιο ή τον Σεπτέμβριο.
Πρόωρες εκλογές σημαίνει ότι θα αφήσει μια άνετη κοινοβουλευτική πλειοψηφία 158 εδρών και την απρόσκοπτη διακυβέρνηση για άλλα δύο χρόνια για να μπει σε μια περιπέτεια με αμφίβολη έκβαση. Στην καλύτερη περίπτωση θα είναι πρώτο κόμμα και θα πρέπει να διαπραγματεύεται με τη Φώφη Γεννηματά τη στήριξη του ΚΙΝΑΛ.
Αντιδράσεις και αντίμετρα
Φυσικά τα πράγματα μόνο ρόδινα δεν είναι. Το δείχνουν όλες οι μετρήσεις, όσο κι αν οι δημοσκόποι κάνουν τα μαγικά τους με τις κατάλληλες ερωτήσεις. Ενδεικτικές είναι και οι αντιδράσεις στο εσωτερικό της ΝΔ, αλλά και το ότι στα σουαρέ γύρω από το Κολωνάκι και τα βόρεια προάστια οι πολιτικοί και επιχειρηματικοί παράγοντες συζητούν για την επόμενη ημέρα. Οι δημόσιες αντιδράσεις βουλευτών είναι πολλές: Γιώργος Κύρτσος, Ολγα Κεφαλογιάννη, Νικήτας Κακλαμάνης, Γιάννης Βρούτσης, Ανδρέας Κατσανιώτης, Στράτος Σιμόπουλος, Ιάσων Φωτήλας, Δημήτρης Βαρτζόπουλος είναι ορισμένοι από τους βουλευτές που έχουν ασκήσει κριτική είτε για τη διαχείριση της πανδημίας είτε για άλλες αστοχίες, όπως το σκάνδαλο Λιγνάδη και η υπόθεση Φουρθιώτη. Παράλληλα η ηγετική εμφάνιση του Νίκου Δένδια γέννησε έναν δελφίνο, ενεργοποίησε τους καραμανλικούς και προκάλεσε κινητικότητα στα άλλα υποσυστήματα της ΝΔ, κυρίως στους σαμαρικούς.
Η εσωκομματική κινητικότητα καταγράφεται από τα «συστήματα παρακολούθησης» του Μεγάρου Μαξίμου και προκαλεί αντίμετρα. Ενδεικτικό είναι ότι ο πρωθυπουργός άρχισε να βλέπει βουλευτές του στο Μέγαρο Μαξίμου. Οχι βέβαια όλους, αλλά εκείνους που θεωρεί ότι μπορεί να παραμείνουν πιστοί σε αυτόν και να λειτουργήσουν ανταγωνιστικά στους δυσαρεστημένους.