Σημαντικές επενδυτικές ευκαιρίες που εντοπίζονται κυρίως στην αγορά των ξενοδοχείων αλλά και στα ακίνητα που βρίσκονται πίσω από τα κόκκινα δάνεια των τραπεζών παρουσιάζει η ελληνική αγορά επαγγελματικών ακινήτων.
Αυτό επισημαίνει η NAI Hellas στην τελευταία έρευνα για την Ευρωπαϊκή αγορά ακινήτων της NAI Global, του μεγαλύτερου δικτύου ανεξάρτητων εταιριών συμβούλων επενδυτών επαγγελματικών ακινήτων παγκοσμίως.
Σύμφωνα με την NAI Hellas, που εκπροσωπεί την ΝΑΙ Global στην Ελληνική αγορά, ενδιαφέρον καταγράφεται και για γραφειακούς χώρους πρώτης κατηγορίας στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη αλλά και για ακίνητα logistics.
Στην αγορά γραφείων της Αθήνας και της Θεσσαλονίκης τα μισθώματα μειώθηκαν από το 2008 κατά περίπου 40%, ωστόσο τα τελευταία δύο χρόνια η αγορά παρουσιάζει σταθεροποιητική τάση και αναμένεται σταδιακά να ανακάμψει δεδομένου και των προβλέψεων για άνοδο του ΑΕΠ και της απασχόλησης το 2017. Οι αποδόσεις που ζητούν οι επενδυτές για πρώτης κατηγορίας γραφειακούς χώρους στην Αθήνα φθάνουν το 8,25%, 2,25% υψηλότερες του Ευρωπαϊκού μέσου όρου που φθάνει το 6%. Οι αποδόσεις για την αντίστοιχη κατηγορία γραφειακών χώρων στην Γενεύη ανέρχονται στο 2,90%, στην Κοπεγχάγη, στη Στοκχόλμη και στο Λονδίνο στο 3,75% και στο Βερολίνο στο 3,9%, ενώ τις υψηλότερες αποδόσεις καταγράφουν η Μόσχα (10,8%) και η Τιφλίδα (10%).
Στην αγορά ακινήτων logistics, τα μισθώματα παραμένουν σε χαμηλά επίπεδα όμως τα ποσοστά πληρότητας, ειδικά για ακίνητα πρώτης κατηγορίας άνω των 5.000τ.μ. αυξάνονται καθώς αυξάνεται και η ζήτηση για τέτοιου είδους ακίνητα. Οι αποδόσεις για πρώτης κατηγορίας ακίνητα logistics φθάνουν στο 11,50% στην Αθήνα, με τον Ευρωπαϊκό μέσο όρο να φθάνει το 8,05% και τις χαμηλότερες αποδόσεις να καταγράφονται στο Λονδίνο (4,25%) και στο Βερολίνο (5,40%).
Οι υψηλές αποδόσεις που ζητούν οι επενδυτές στην Ελληνική αγορά ακινήτων αντικατοπτρίζουν τον υψηλό αντιληπτό κίνδυνο. Σε αυτό συμβάλλουν οι συνεχόμενες αλλαγές του φορολογικού καθεστώτος, η πολιτική και οικονομική αβεβαιότητα, η έλλειψη ρευστότητας αλλά και η επιβολή κεφαλαιακών ελέγχων που συνεπάγεται και τη μη ύπαρξη τραπεζικής χρηματοδότησης.
Ενδεικτικό των παραπάνω είναι η σημαντική μείωση στις επενδύσεις στη χώρα μας που από 1.100 εκατ. ευρώ το 2014 έχουν πέσει στα 620 εκατ. ευρώ το 2015, ενώ το 2016 υπολογίζονται στα 440 εκατ. ευρώ.
Δεδομένης όμως της αναμενόμενης σταθεροποίησης και ανάκαμψης της ελληνικής οικονομίας και της επακόλουθης μείωσης των αποδόσεων, δημιουργούνται ευκαιρίες για σημαντική αύξηση κεφαλαίου για τους επενδυτές που θα προχωρήσουν σήμερα σε μια επένδυση στην Ελλάδα.
Ενδεικτικά σημειώνεται ότι οι αποδόσεις γραφειακών χώρων στην Ελλάδα πριν το 2008 ήταν κάτω από 6,5% (ήτοι 1,75% χαμηλότερες συγκριτικά με σήμερα), ενώ για τα ακίνητα logistics ήταν κάτω από 9% (ήτοι 2,5% χαμηλότερες συγκριτικά με σήμερα).