Τον περασμένο Ιούνιο, όταν η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας ανακοίνωνε ότι θα προχωρούσε σε ενεργειακή μεταρρύθμιση, ο υπουργός Ενέργειας Κώστας Σκρέκας υποσχόταν ότι το νέο μοντέλο θα οδηγούσε στη μείωση κατά 85% των αυξήσεων που εμφανίστηκαν στους λογαριασμούς ρεύματος όλων των κατηγοριών καταναλωτών από τον Οκτώβριο 2021 και ο αμετροεπής Αδωνης υποστήριζε ότι θα ήταν τόσο καλό, που θα μας αντέγραφε όλη η Ευρώπη.
Όταν όμως τον Ιούλιο ανακοινώθηκαν οι βασικές αρχές του νέου μοντέλου, που μεταξύ των άλλων περιλάμβανε την αναστολή της ρήτρας αναπροσαρμογής για ένα χρόνο, φάνηκε ότι κύριος στόχος της κυβερνητικής παρέμβασης ήταν ο αφοπλισμός των καταναλωτών από το όπλο της δικαστικής προστασίας, καθώς μετά τις συλλογικές αγωγές των καταναλωτών η ρήτρα αναπροσαρμογής κινδύνευε να καταπέσει στα δικαστήρια. Και όταν στις 25 Ιουλίου ανακοινώθηκαν για πρώτη φορά τα τιμολόγια για το ρεύμα που θα ίσχυαν τον Αύγουστο, οι καταναλωτές καταλήφθηκαν από σοκ και δέος, αφού ανακοινώθηκαν τιμές περί τα 50-55 λεπτά την κιλοβατώρα, δηλαδή σε επίπεδα 55% και υψηλότερα σε σχέση με τα τελευταία τιμολόγια που είχαν πληρώσει με το προηγούμενο σύστημα.
Τα «τυράκια» και η πραγματικότητα
Βεβαίως το κυβερνητικό εγχείρημα είχε και τα «τυράκια» του. Το ένα «τυράκι» ήταν η αύξηση των κρατικών επιδοτήσεων τόσο όσο χρειαζόταν ώστε η συντριπτική πλειονότητα των νοικοκυριών να πληρώνει το ρεύμα στα 15-17 λεπτά την κιλοβατώρα (ή 23 για όσους παίρνουν ρεύμα από τις ακριβότερες εταιρείες), δηλαδή η απορρόφηση του μεγαλύτερου μέρους αυτών των εκρηκτικών αυξήσεων να γίνεται από τον κρατικό προϋπολογισμό. Το δεύτερο ήταν μια ιστορία που θα μπορούσε να ακουστεί ως πειστική στα αυτιά του κοινού της ΝΔ, ότι τάχα ο καταναλωτής που ήταν ψηφιακά εγγράμματος και είχε τον χρόνο να ασχολείται κάθε μήνα θα μπορούσε να αλλάζει εταιρεία κάθε μήνα και να πηγαίνει στη φτηνότερη, ώστε να δουλεύει ο ανταγωνισμός.
Μπαίνοντας στον Δεκέμβριο, ύστερα από πέντε μήνες εφαρμογής του νέου συστήματος, έχει φανεί ότι τα «τυράκια» ήταν γεμάτα τρύπες, ενώ η αποτίμηση του συστήματος είναι τόσο αρνητική, που προκαλεί τις αντιδράσεις ακόμη και των θεωρητικά ευνοημένων από αυτό εταιρειών προμήθειας.
Το κύριο ελάττωμα του μοντέλου, που προκύπτει από το γεγονός ότι οι προμηθευτές πρέπει να δίνουν προκαταβολικά τις τιμές ρεύματος για τον επόμενο μήνα μέσα σε συνθήκες μεγάλων αυξομειώσεων και αστάθειας στις τιμές του φυσικού αερίου, είναι η εκτόξευση των τιμών του ρεύματος στα αδιανόητα υψηλά επίπεδα που έχουμε δει από τον Ιούλιο, με αποτέλεσμα οι κρατικές επιδοτήσεις που απαιτούνται να είναι τόσο μεγάλες (π.χ. τον Σεπτέμβριο δόθηκαν 1,9 δισ. ευρώ), ώστε τελικά η κυβέρνηση να πιέζεται να τις «κουτσουρέψει». Ετσι π.χ. βλέπουμε ότι από τον Δεκέμβριο ξεκινά το «κουτσούρεμα» των επιδοτήσεων, όχι ακόμη για τα νοικοκυριά, αλλά για τα επαγγελματικά τιμολόγια με τις υψηλές καταναλώσεις.
Αλλά ούτε και η υπόθεση περί ενίσχυσης του ανταγωνισμού και δυνατότητας των καταναλωτών να πηγαίνουν στην εταιρεία με το φτηνότερο ρεύμα φάνηκαν να έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα. Αντίθετα μάλιστα, με την εισαγωγή του νέου συστήματος, τις τιμές να αλλάζουν κάθε μήνα και Κύριος στόχος της κυβέρνησης ήταν να αφοπλιστούν οι καταναλωτές από το όπλο της δικαστικής προστασίας, αφού η ρήτρα αναπροσαρμογής κινδύνευε να καταπέσει ορισμένες τεχνικές προϋποθέσεις που έχουν τεθεί ως όρος για αλλαγή προμηθευτή ο κόσμος έχει πάψει να αναζητά να μετακινηθεί σε άλλη εταιρεία και η κινητικότητα στην αγορά έχει περιοριστεί δραστικά.
Αλλά από τη στιγμή που στην αγορά δεσπόζουσα θέση κατέχει η ΔΕΗ κι οι ιδιωτικές εταιρείες προμήθειας ρεύματος παλεύουν με νύχια και με δόντια να της αποσπάσουν μερίδιο, ξέροντας πως μόνο αν το καταφέρουν θα επιβιώσουν και θα αναπτυχθούν, είδαμε την περασμένη εβδομάδα το απίστευτο. Το νέο μοντέλο της αγοράς ενέργειας της κυβέρνησης της ΝΔ να καταγγέλλεται ακόμη και από τις ίδιες τις ιδιωτικές εταιρείες προμήθειας, ως ένα σύστημα που παρότι στην πράξη τις ευνοεί, αφού δεν διατρέχουν πια τον κίνδυνο να δουν τα φέσια τους να αυξάνονται επειδή οι καταναλωτές δεν θα πληρώνουν τις χρεώσεις της ρήτρας αναπροσαρμογής και έχουν τη δυνατότητα να πουλάνε την κιλοβατώρα σε όποια τιμή θέλουν, τελικά «διαρρηγνύει» την καταναλωτική εμπιστοσύνη και διαταράσσει τη σχέση με τους πελάτες τους.
Μπορεί να μη στέκει παρότι νομοθετήθηκε
Μιλώντας σε ενεργειακό συνέδριο ο γενικός διευθυντής του Ελληνικού Συνδέσμου Προμηθευτών Ενέργειας Μίλτος Ασλάνογλου αμφισβήτησε και νομικά το μοντέλο λέγοντας ότι, παρότι νομοθετήθηκε, μπορεί να μη στέκει. Αυτό είναι το κατά Αδωνη τόσο καλό μοντέλο της ΝΔ που θα το αντέγραφε όλη η Ευρώπη…
Η αισχροκέρδεια κάνει πάρτι
Η μεγάλη αμαρτία του ενεργειακού μοντέλου που η κυβέρνηση εφαρμόζει τους τελευταίους πέντε μήνες αφήνει ανεξέλεγκτη:
• Την αισχροκέρδεια στη χονδρεμπορική αγορά, όπου ένα ολιγοπώλιο τεσσάρων παραγωγών ενέργειας διαμορφώνει τις τιμές όσο κι όπου θέλει, με μηχανισμούς που εγείρουν υποψίες για χειραγώγηση των τιμών σε βάρος των καταναλωτών, η οποία έχει προκαλέσει πλήθος καταγγελιών και από τα αριστερά, π.χ. τον ΣΥΡΙΖΑ και τη ΓΕΝΟΠ ΔΕΗ, και από τα δεξιά, π.χ. τον Αντώνη Κοντολέοντα του ομίλου Στασινόπουλου. Την αισχροκέρδεια στη λιανική, όπου δεδομένης της ατυχούς έμπνευσης της κυβέρνησης να επιβάλει στις εταιρείες προμηθειών να δίνουν την τιμή για το ρεύμα του επόμενου μήνα έως τις 20 του προηγούμενου, οι εταιρείες καταλήγουν να ενσωματώσουν στην τιμή ένα «ασφάλιστρο κινδύνου», που θα τις καλύπτει από πιθανές ζημίες σε περίπτωση μεγάλης αύξησης των τιμών του φυσικού αερίου και της χονδρεμπορικής του ρεύματος. Το τοποθετούν σε τέτοια ύψη που καταλήγουν να πουλάνε το ρεύμα στους καταναλωτές με «καπέλο» 86% έως 156% σε σχέση με τις τιμές χονδρικής (και να καρπώνονται τα αντίστοιχα υψηλά κέρδη).
Είναι χαρακτηριστικό ότι σύμφωνα με τα στοιχεία που έφερε στη δημοσιότητα ο τομεάρχης Ενέργειας του ΣΥΡΙΖΑ βουλευτής Σωκράτης Φάμελλος η ΔΕΗ:
• Τον Σεπτέμβριο με τιμή χονδρεμπορικής 414 ευρώ ανά μεγαβατώρα πούλησε στους καταναλωτές με τιμή 788 ευρώ ανά μεγαβατώρα, δηλαδή με «καπέλο» 90%!
• Τον Οκτώβριο με τιμή χονδρικής στα 232 ευρώ ανά μεγαβατώρα πούλησε στους καταναλωτές 595 ευρώ ανά μεγαβατώρα, δηλαδή με «καπέλο» 156%!
• Τον Νοέμβριο με τιμή χονδρεμπορικής στα 213 ευρώ ανά μεγαβατώρα πούλησε στους καταναλωτές προς 397 ευρώ ανά μεγαβατώρα, δηλαδή με «καπέλο» 86%.
Κονδύλι 8,1 δισ. στον προϋπολογισμό
Με ελαφρώς υψηλότερα «καπέλα» πούλησαν εξάλλου στους καταναλωτές και οι άλλες εταιρείες προμήθειας το ρεύμα όλους αυτούς τους μήνες, αν ληφθεί υπόψη ότι το αγόραζαν στην ίδια τιμή με τη ΔΕΗ, αλλά το πουλούσαν λίγο υψηλότερα. Για να επιδοτηθεί όμως αυτή η διπλή αισχροκέρδεια στη χονδρική και λιανική του ρεύματος και τα νοικοκυριά να πληρώνουν μια τελική τιμή στα 17-20 λεπτά την κιλοβατώρα, ώστε να μην τινάζονται στον αέρα οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί (που θα σημάνει πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση στις επερχόμενες εκλογές), η κυβέρνηση ενέγραψε στον κρατικό προϋπολογισμό για τις επιδοτήσεις του 2022 κονδύλι 8,1 δισ. ευρώ, εκ των οποίων μόνο τα 5,9 δισ. ευρώ προέρχονται από το Ταμείο Ενεργειακής Μετάβασης, ενώ άλλα 2,2 δισ. ευρώ τουλάχιστον προέρχονται από τα αυξημένα φορολογικά έσοδα λόγω των πληθωριστικών φόρων στην κατανάλωση.
Υπάρχουν άλλες λύσεις; Υπάρχουν και έχουν κατατεθεί και από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος από μήνες φωνάζει για πλαφόν στη χονδρεμπορική με βάση το πραγματικό κόστος παραγωγής της κάθε μονάδας ανά τεχνολογία και τον προσδιορισμό ανώτατου συντελεστή κέρδους στις ενεργειακές εταιρείες (που η ΝΔ απορρίπτει κατηγορηματικά, βρίσκει όμως λογική την επιβολή του στα πρατήρια καυσίμων και στα σουπερμάρκετ), αλλά και από την πλευρά του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ.
Η βασική πρόταση του ΠΑΣΟΚ, η οποία έχει κατατεθεί από τον Χάρη Δούκα, καθηγητή ΕΜΠ και γραμματέα Ενέργειας του κόμματος, είναι πως η ελληνική κυβέρνηση αντί να εμφανίζεται διεκδικούσα στην Ευρώπη ένα πλαφόν επί της πανευρωπαϊκής τιμής του φυσικού αερίου, που δεν θέλουν οι Γερμανοί, μπορεί να λύσει εύκολα το πρόβλημα του πρωταθλητισμού της στο ακριβό ρεύμα με την εισαγωγή πλαφόν στην εγχώρια λιανική, που δεν χρειάζεται καμιά έξωθεν έγκριση, ούτε από τους Γερμανούς ούτε από τις Βρυξέλλες.
Επιβολή πλαφόν στη λιανική σημαίνει ότι αν θες να κλειδώσεις τις τιμές του ρεύματος στα 17-20 λεπτά την κιλοβατώρα για τα νοικοκυριά, αντί του σημερινού εκτρωματικού μοντέλου όπου οι εταιρείες αγοράζουν πανάκριβα το ρεύμα από μια ανεξέλεγκτη χονδρική και τις πουλάνε στη λιανική με πρόσθετο «καπέλο» 156% (π.χ. όπως έγινε τον Οκτώβριο που η λιανική αγόραζε την κιλοβατώρα από τη χονδρική με 23 λεπτά και την πουλούσε στα 59,5 λεπτά), υποχρεώνεις τις εταιρείες προμήθειας να πουλάνε το ρεύμα στους καταναλωτές στα 17-20 λεπτά την κιλοβατώρα. Με τα ισχύοντα κόστη στη χονδρεμπορική αγορά ηλεκτρισμού και φυσικού αερίου αυτό σημαίνει ότι οι εταιρείες προμήθειας θα πουλάνε κάτω του κόστους. Η Κομισιόν το έχει επιτρέψει αυτό εντάσσοντας τις ρυθμιζόμενες τιμές λιανικής (δηλαδή το πλαφόν) στην εργαλειοθήκη των μέτρων της από τα τέλη του 2021.
Ρυθμιστικός ρόλος από το κράτος
Βεβαίως οι εταιρείες που θα πουλάνε κάτω του κόστους με κρατική εντολή θα πρέπει να αποζημιώνονται από το κράτος με βάση κάποια εύλογη τιμή, που μπορεί να είναι η χονδρεμπορική τιμή στην οποία οι ίδιες αγοράζουν το ρεύμα κι ένα λογικό ποσοστό κέρδους (έστω 10% αλλά όχι 156%!). Παραμένοντας π.χ. στον Οκτώβριο, όταν η χονδρεμπορική τιμή του ρεύματος ήταν στα 23 λεπτά, θα ήταν δυνατό το κράτος τοποθετώντας το πλαφόν στη λιανική στα 17-20 λεπτά να αποζημιώνει τις εταιρείες που αγόρασαν στα 23 λεπτά με ένα ποσό περί τα 7-10 λεπτά για κάθε κιλοβατώρα που πούλησαν στους καταναλωτές.
Το βασικό πλεονέκτημα της πρότασης αυτής είναι ότι αντί να έχουμε μια αγορά σε πανικό με προμηθευτές να αποφασίζουν οι ίδιοι για την τιμή που θα πουλήσουν και εκείνοι να πουλάνε με «καπέλο» 150% πάνω στη χονδρεμπορική, επειδή φοβούνται μήπως ανέβει η τιμή του φυσικού αερίου τον επόμενο μήνα και καταγράψουν ζημίες, αναλαμβάνει εν μέσω κρίσης το κράτος να ασκήσει τον ρυθμιστικό ρόλο του και να ορίσει την τιμή λιανικής, μειώνοντας έτσι δραστικά τα χρήματα των φορολογουμένων που δίνει για επιδοτήσεις σε 25 ιδιωτικές εταιρείες.
Π.χ., αν είχαμε πλαφόν 17-20 λεπτά στη λιανική τον Οκτώβριο, όταν οι εταιρείες προμήθειας αγόρασαν από τη χονδρική την κιλοβατώρα με 23 λεπτά και την πούλησαν στους καταναλωτές προς 60 λεπτά, ενώ το δημόσιο έδωσε κρατικές επιδοτήσεις 40 λεπτά, το δημόσιο θα καθάριζε με επιδοτήσεις μόλις 10 λεπτά ανά κιλοβατώρα, μειωμένες κατά 75%. Αυτά τα χρήματα είναι περίπου 1 δισ. ευρώ που ποτέ δεν θα έβγαιναν από τον κρατικό προϋπολογισμό και θα μπορούσαν να στηρίξουν άλλα μέτρα, π.χ. τη μείωση των φόρων κατανάλωσης.