Μέχρι στιγμής στην Ελλάδα γνωρίζαμε παιδικούς σταθμούς που ακολουθούσαν το πρότυπο εκπαίδευσης Bάλντορφ. Από φέτος τον Σεπτέμβριο, όμως, για πρώτη φορά θα μπορούν να το ακολουθήσουν και μαθητές νηπιαγωγείου και δημοτικού.
Φωτογραφίες: Χρήστος Τερζής
Οταν επισκέφτηκα το σχολείο Τριανέμι στο Μαρούσι για να συναντήσω τους ιδιοκτήτες του ώστε να μιλήσουμε για το νέο αυτό εγχείρημα, σίγουρα δεν περίμενα να με υποδεχτούν άτομα με ρούχα εργασίας! Τελικά αποδείχτηκε ότι ήταν κάποιοι από τους ιδρυτές, τους γονείς και τους δασκάλους του σχολείου, οι οποίοι βοηθούσαν όπου υπήρχε ανάγκη. Μια καθόλου τυπική κατάσταση για ιδιωτικό σχολείο, όπως θα καταλάβετε και στη συνέχεια.
Στην Ελλάδα είναι η πρώτη φορά που ιδρύεται δημοτικό σχολείο που ακολουθεί την εκπαιδευτική τακτική Bάλντορφ (Waldorf) – στη Γερμανία το πρώτο σχολείο δημιουργήθηκε από τον Αυστριακό φιλόσοφο Ρούντολφ Στάινερ για τους εργάτες του καπνεργοστασίου Waldorf-Astoria το 1919. Αυτήν τη στιγμή λειτουργούν σχολεία σύμφωνα με την τακτική Βάλντορφ σε περισσότερες από 60 χώρες. Το εκπαιδευτικό αυτό πρότυπο που εισήγαγε ο Στάινερ αντιλαμβάνεται την παιδεία ολιστικά. Εχει δηλαδή σκοπό να εμπλουτίσει πέρα από τον νοητικό και τον συναισθηματικό κόσμο και τις πρακτικές γνώσεις του μαθητή. Ουσιαστικά δίνεται έμφαση στην εκπαίδευση μέσα από το βίωμα, την τέχνη, τη φύση και τη χειροτεχνία. Στη θεωρία τουλάχιστον αυτό δεν απέχει πολύ από το αναλυτικό πρόγραμμα που εκδίδει το ελληνικό υπουργείο Παιδείας, το οποίο υποχρεωτικά πρέπει να ακολουθούν τα σχολεία της χώρας.
Τι σημαίνει όμως αυτό στην πράξη; Η Σάντρα Μαυροειδή (ιδρύτρια, δασκάλα στο σχολείο και γονέας) μας δίνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα αυτής της προσέγγισης: «Ακόμη και στα μαθηματικά η παιδαγωγική αυτή λέει ότι δεν υπάρχει μια μέθοδος για να φτάσεις στο σωστό αποτέλεσμα. Αλλο να ρωτήσεις έναν μαθητή πόσο κάνει 8+2 και άλλο να τον ρωτήσεις με πόσους τρόπους μπορεί να φτάσει στο δέκα».
Ο τρόπος εκμάθησης
Πιο συγκεκριμένα, η αφήγηση ιστοριών έχει κυρίαρχο ρόλο στην καθημερινή διδακτική καθώς τα παιδιά αντιλαμβάνονται τον κόσμο μέσα από εικόνες και η φαντασία τους συμβάλλει στην ενεργή σχέση τους με τη μάθηση. Οσον αφορά την εκμάθηση, αυτό που υποστηρίζεται από τη συγκεκριμένη παιδαγωγική (αλλά στην πραγματικότητα και από το ελληνικό αναλυτικό πρόγραμμα) είναι ο προφορικός λόγος. Σε όλες τις βαθμίδες του δημοτικού υπάρχει έντονα το στοιχείο της αφήγησης με παραμύθια, τραγούδια, θρύλους και ιστορίες καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας. Η τέχνη και η χειροτεχνία επίσης αποτελούν αναπόσπαστο κομμάτι της εκπαιδευτικής Bάλντορφ: το παιδί εισέρχεται με τα χέρια, το σώμα, το συναίσθημα και τη σκέψη στη γνωστική διαδικασία. Για παράδειγμα, στις πρώτες τάξεις του δημοτικού οι μαθητές ζωγραφίζουν και σχεδιάζουν τα γράμματα μέχρι να μάθουν να τα αναγνωρίζουν και τελικά να τα γράψουν αργότερα. Ολα τα μαθήματα θα συνοδεύονται από δημιουργικές ενασχολήσεις όπως ζωγραφική, κηπουρική, πλέξιμο, ξυλουργική, γλυπτική, ελεύθερο σχέδιο. Η ρυθμική κίνηση του σώματος των μαθητών (body percussion) μέσα στην τάξη είναι επίσης αναπόσπαστο κομμάτι της διδακτικής και γίνεται συνοδεία ενός ποιήματος ή γλωσσοδέτη, ώστε τα παιδιά να κρατούνται σε εγρήγορση. Οσον αφορά την τεχνολογία, στο σχολείο οι οθόνες δεν θα χρησιμοποιούνται ως μέσο διδασκαλίας «γιατί το ζητούμενο είναι τα παιδιά να αναπτύξουν τις κατάλληλες ικανότητες, ώστε να μπορούν να χειριστούν την τεχνολογία με ελευθερία στο μέλλον» όπως μας ανέφεραν οι υπεύθυνοι.
Επιπλέον υπάρχει πολύ ελεύθερη επαφή με το λευκό χαρτί, προκειμένου ο μαθητής να είναι δημιουργός και όχι απλώς να συμπληρώνει κενά σε μια φόρμα φτιαγμένη από κάποιον άλλο. «Ακολουθούμε τις οδηγίες που υπάρχουν στο ελληνικό πρόγραμμα και τις κάνουμε πιο βιωματικές. Δεν βάζουμε απλώς φακές σε ένα κεσεδάκι, αλλά έχουμε το δικό μας μποστάνι που φυτεύουμε. Κάνουμε κατασκευές με πηλό, μαθήματα ξυλουργικής, πλέξιμο, μαγείρεμα. Κάποια μαθήματα θα γίνονται στην υπαίθρια τάξη μας κάτω από τον ουρανό! Χρησιμοποιούμε τα βιβλία μεν, όχι όμως για την πρώτη επαφή του παιδιού με τη γνώση, αλλά για την εμπέδωσή της» λέει η κ. Μαυροειδή.
Η εμπλοκή των γονιών στο σχολείο
Αλλο ένα χαρακτηριστικό που διακρίνει το Τριανέμι από τα υπόλοιπα ιδιωτικά σχολεία βρίσκεται στον τρόπο διοίκησής του. Η Αλίκη Aγγελίδου, ιδρύτρια και καθηγήτρια στο τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας στο Πάντειο, μας περιγράφει το μοντέλο: «Το σχολείο διοικείται από ένα σωματείο στο οποίο μπορούν να συμμετέχουν οι ίδιοι οι γονείς, οι δάσκαλοι και οι φίλοι που ενδεχομένως ενδιαφέρονται για το σχολείο και την παιδαγωγική του μέθοδο. Οι γονείς, γενικώς, καλούνται να έχουν πιο ενεργή παρουσία, όπως π.χ. στον καθαρισμό του σχολείου, ακόμη και μαζί με τα παιδιά τα Σαββατοκύριακα. Ετσι οι γονείς λειτουργούν ως έμπρακτο παράδειγμα για τα παιδιά τους, φροντίζοντας το σχολείο σαν να είναι σπίτι τους». Και συνεχίζει λέγοντας κάτι πολύ ενδιαφέρον: «Η συνεργατική οργάνωση που προσπαθούμε να έχουμε είναι μια πρόταση που αρθρώνουμε στην Ελλάδα της κρίσης ως απάντηση στο κοινωνικό και πολιτικό, πέρα από το παιδαγωγικό γκρέμισμα».
Τα ερωτήματα που τίθενται
Πόσο έτοιμοι όμως είναι οι Ελληνες γονείς να εμπιστευτούν ένα τόσο εναλλακτικό μοντέλο εκπαίδευσης; Η κ. Μαυροειδή ήρθε αρκετές φορές αντιμέτωπη με τις επιφυλάξεις των γονέων, οι οποίες βέβαια είναι αναμενόμενες εφόσον δεν έχει υπάρξει αντίστοιχο παράδειγμα στα ελληνικά δεδομένα μέχρι στιγμής. Το κυριότερο ερώτημα είναι κατά πόσο αυτή η εκπαιδευτική μέθοδος δημιουργεί συνθήκες γυάλας για τα παιδιά και εάν θα καταφέρουν να προσαρμοστούν στο γυμνάσιο ή γενικότερα στον σκληρό κόσμο της παραγωγής στα μετέπειτα χρόνια της ζωής τους. «Εχουμε απόλυτη πεποίθηση ότι κάτι τέτοιο δεν πρόκειται να συμβεί» απαντά η κ. Μαυροειδή. «Αντιθέτως, μόνο πιο ενδυναμωμένα μπορούν να φύγουν τα παιδιά από εδώ. Θεωρώ τρομακτικό ότι πρέπει να σκληραγωγήσουμε τα παιδιά μας σε αυτή την τρυφερή ηλικία για να συνηθίσουν, όπως λένε κάποιοι γονείς. Γιατί πρέπει να έχουν διαγωνίσματα από την Α΄ δημοτικού; Εχουμε ξεχάσει πόσο τρυφερή είναι αυτή η ηλικία των έξι μέχρι δώδεκα χρόνων και υπερφορτώνουμε τα παιδιά». Επίσης, τίθεται το ερώτημα εάν οι μαθητές φτάνουν στο ίδιο γνωστικό επίπεδο όπως και στα άλλα σχολεία, καθώς καθυστερούν να εισαχθούν στην ανάγνωση και τη γραφή. «Από εμάς τους παιδαγωγούς υπάρχει πλήρης συνείδηση ότι στο τέλος κάθε τάξης θα έχουμε καλύψει τους στόχους του υπουργείου. Αυτή είναι η μίνιμουμ συνέπεια που μπορούμε να έχουμε απέναντι στα παιδιά».