Ενα πρόγραμμα πατριωτικό απέναντι σε ένα πρόγραμμα – μπίζνα της ΝΔ

H οικονομική αντιμετώπιση της πανδημίας χαρακτηρίστηκε αρχικά από την απέλπιδα προσπάθεια της ΝΔ να αμφισβητήσει την ύπαρξη του «μαξιλαριού ασφαλείας» της κυβέρνησης Τσίπρα.

Λίγες μέρες αργότερα στη Βουλή παραδέχτηκε όχι μόνο την ύπαρξή του αλλά αποκάλυψε και τα συνολικά ταμειακά διαθέσιμα τα οποία διαθέτει η χώρα αυτήν τη στιγμή.

Η δεύτερη αποτυχημένη προσπάθεια επαφής με την πραγματικότητα έγινε με τις απόπειρες του υπουργού Οικονομικών κ. Σταϊκούρα και του ίδιου του κ. Μητσοτάκη να αποτυπώσουν το επίπεδο της αναμενόμενης ύφεσης ξεκινώντας από το +1%, καταλήγοντας στο -10% και ίσως στο -13%, τη στιγμή που η 6η έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής έκανε αναφορά σε ύφεση 9,7% και ταυτόχρονα τράπεζες, ευρωπαϊκοί θεσμοί και προσωπικότητες της παγκόσμιας οικονομίας μιλούσαν για ύφεση αρκετά πάνω από 10%.

Καθόλου τυχαίες αναφορές, καθώς αναλύοντας το ύψος των παρεμβάσεων της ελληνικής κυβέρνησης και γνωρίζοντας τη διάρθρωση της ελληνικής οικονομίας υπολόγισαν προσεγγιστικά το βάθος της ύφεσης.

Η κυβέρνηση γνωρίζοντας πως το 2019 τα καθαρά έσοδα από τις τουριστικές δραστηριότητες στη χώρα μας άγγιξαν τα 18 δισ. (σε σύνολο ΑΕΠ 187 δισ.), πως ο τουρισμός κατά 95% είναι εισερχόμενος, πως το τουριστικό πακέτο δημιουργεί πολλαπλασιαστικές επιδράσεις στο 60% των άλλων οικονομικών δραστηριοτήτων της οικονομίας μας (αγροτικός τομέας, επισιτισμός, αερομεταφορές, ταξιδιωτικά γραφεία κ.λπ.) και πως σχεδόν το 85% του ΑΕΠ της χώρας το 2019 παρήχθη από την κατανάλωση, έπρεπε άμεσα να προβεί στην ισχυρή ενίσχυση-προστασία του εισοδήματος των πολιτών-καταναλωτών και της ρευστότητας των επιχειρήσεων.

Αντί αυτού επιλέγει την αναστολή των συμβάσεων εργασίας σε συντριπτικό ποσοστό, το πάγωμα των προσλήψεων και τη ραγδαία αύξηση των ευέλικτων μορφών απασχόλησης εκκινώντας το ράλι της αύξησης της ανεργίας.

Ακόμη και το ύψος του πολ υ διαφημιζόμενου από την κυβέρνηση προγράμματος SURE για το 2020 φαίνεται να μην ξεπερνά τα 200 εκατ. ευρώ, γεγονός που ενισχύει τις πιθανότητες για περαιτέρω μείωση των μισθών στον ιδιωτικό τομέα, μεγαλύτερη και από το 20% που θεσμοθέτησε η ΝΔ.

Για τις επιχειρήσεις η κατάσταση είναι ακόμη πιο δραματική καθώς κυριαρχούν η δανειοδότηση και η μεταφορά φορολογικών και ασφαλιστικών υποχρεώσεων στο μέλλον, ενώ η άμεση χρηματοδότησή τους με τη μορφή μη επιστρεπτέων επιχορηγήσεων είναι ελάχιστη.

Τα προγράμματα χρηματοδότησης – δανειοδότησης που προτείνει η κυβέρνηση Μητσοτάκη μέσω επιστρεπτέας προκαταβολής και Ταμείου Επιχειρηματικότητας–ΤΕ ΠΙ ΧΙ Ι αφήνουν εκτός χρηματοδότησης το 90% των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, καθώς οι όροι τους τα καθιστούν αποτρεπτικά για τη συντριπτική πλειονότητά τους. Μόλις 52.000 επιχειρήσεις σε σύνολο 900.000 εντάχθηκαν στο πρόγραμμα επιστρεπτέας προκαταβολής και μόλις 2.000 επιχειρήσεις στο πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ.

Η ΝΔ επιχειρεί να αποτελειώσει ένα έργο που άφησε ανολοκλήρωτο το 2012-14: τη βίαιη συρρίκνωση της μικρομεσαίας επιχειρηματικότητας.

Τις τελευταίες μέρες ζούμε μια προσπάθεια από την πλευρά της κυβέρνησης να πείσει πως το ύψος των παρεμβάσεών της αγγίζει τα 24 δισ. ευρώ.

Οι μέχρι σήμερα δημοσιονομικές παρεμβάσεις της –σε εξαγγελία– ανήλθαν στα 8,5 δισ. και οι πραγματοποιημένες στα 3 δισ. καθώς οφείλονται πολλά ακόμη απ’ αυτές σε εργαζόμενους και επιχειρήσεις. Σε αυτά προσθέτουν –κάνοντας λαθροχειρία– 3,5 δισ. εγγυήσεων και αναστολών, 2 δισ. της επιστρεπτέας προκαταβολής (επιστρεπτέο δάνειο) και χρησιμοποιώντας τον «γάμο της Κανά» και 8 δισ. «επιδράσεις».

Με βάση τα στοιχεία της έρευνας του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της Γενικής Συνομοσπονδίας Επαγγελματιών Βιοτεχνών Εμπόρων Ελλάδας (ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ) (Απρίλιος 2020), η έλλειψη ρευστότητας οδηγεί το επόμενο διάστημα στο να χαθούν 250.000 θέσεις απασχόλησης( αυτοαπασχολούμενοι, εργοδότες και εργαζόμενοι ), οι οποίες θα αυξηθούν κατακόρυφα εάν συνυπολογιστεί και το πάγωμα των προσλήψεων.

Ο ΣΥΡΙΖΑ – Προοδευτική Συμμαχία συνομιλώντας με το σύνολο των παραγωγικών φορέων και των εργαζομένων παρουσίασε το« Μένουμε Ορθιοι ΙΙ», ένα επικαιροποιημένο πρόγραμμα στήριξης της εργασίας, της επιχειρηματικότητας και της κοινωνικής συνοχής το οποίο ενσωματώνει ανάγκες της κοινωνίας, στήριξη αιτημάτων των ΜμΕ αλλά και τις δημοσιονομικές δυνατότητες της χώρας.

Αυτό σημαίνει πως είναι πλήρως κοστολογημένο, άρα άμεσα υλοποιήσιμο και ικανό να συμβάλει σε μια δίκαιη στήριξη των πληττόμενων ομάδων της κοινωνίας μας με κύριους άξονες:

– Τη στήριξη του εργαζομένου και του εργοδότη με επιδότηση των εργα

τικών και εργοδοτικών ασφαλιστικών εισφορών (στο 100% για τους κλάδους τουρισμού, μεταφορών και εστίασης και στο 40% για τις υπόλοιπες πληττόμενες επιχειρήσεις), αλλά και του 40% του μισθολογικού κόστους.

Ο εργαζόμενος θα διατηρεί στο όλον του τον μισθό του, ενώ ο εργοδότης θα απολαμβάνει μια σημαντικότατη ελάφρυνση.

– Μειώσεις φόρων στην εστίαση και στο εισόδημα (μείωση ΦΠΑ στην εστίαση από το 24% και το 13% στο 6%, αλλά και μείωση προκαταβολής φόρου στο 50%).

– Μη επιστρεπτέα επιδότηση επιχειρήσεων και εργοδοτών ύψους 3 δισ. με βάση τον αριθμό των εργαζομένων και πρόγραμμα μικρο χρηματοδοτήσεων.

– Συμμετοχή των πολύ μικρών, μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων στο πρόγραμμα επιστρεπτέας προκαταβολής με τη δημιουργία εξωτραπεζικού λογαριασμού μέσω του οποίου θα πληρώνονται αποδεδειγμένες λειτουργικές και λοιπές δαπάνες του επιχειρηματία.

– Εισόδημα έκτακτης ανάγκης σε εκατοντάδες χιλιάδες «αόρατους» εργαζόμενους, ανέργους, εποχικούς, εργαζόμενους με μπλοκάκια, συμβασιούχους ορισμένου χρόνου, καλλιτέχνες, αθλητές, ελεύθερους επαγγελματίες.

600 ευρώ για ένα ζευγάρι, 700 για μια τριμελή οικογένεια, 800 για μια τετραμελή.

Ενα πρόγραμμα στήριξης όλων αυτών που δεν υπολόγισαν ως ανθρώπους οι υπολογιστές του Μητσοτάκη και του Γεωργιάδη.

Ενα πρόγραμμα στήριξης όλων των μικρομεσαίων επιχειρήσεων και των μικρομάγαζων που αποτελούν το 90% της ελληνικής παραγωγικής μηχανής και κάποιοι Ζαββοί τόλμησαν να ονομάσουν «ζόμπι».

Ενα πρόγραμμα πατριωτικό απέναντι σε ένα πρόγραμμα-μπίζνα της ΝΔ.

Μόλις 52.000 επιχειρήσεις σε σύνολο 900.000 εντάχθηκαν στο πρόγραμμα επιστρεπτέας προκαταβολής και μόλις 2.000 επιχειρήσεις στο πρόγραμμα ΤΕΠΙΧ ΙΙ