Ένα βλέμμα, πολλές ιστορίες: Η φωτογραφική έκθεση του Κώστα Ζαφειρόπουλου

Μια συζήτηση με τον Κώστα Ζαφειρόπουλο για την έκθεση φωτογραφίας με τίτλο «ΤΑ ΠΕΤΕΙΝΑ, ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΑΘΗΝΑ 2017» στην Εθνική Βιβλιοθήκη της Ελλάδος

«Ηταν μαυροντυμένη, ατημέλητη

Και είχε μόνιμα χαμόγελο στα χείλη

Την συναντούσα στο λεωφορείο στα

Σούπερ Μάρκετ και έξω από το νεκροταφείο

Προς καιρού την είδα πολύ χλωμή

Αδύνατη και με χαμόγελο σφιγμένο

Έκτοτε την έχασα έχουν και τα πετεινά

Του ουρανού προβλήματα»

(ποίημα του Κώστα Ζαφειρόπουλου)

Το βλέμμα του Κώστα Ζαφειρόπουλου είναι εξίσου διαπεραστικό με των ανθρώπων που επέλεξε να φωτογραφίσει. Ηταν ο πρώτος συνειρμός που έκανα όταν τον συνάντησα στον χώρο της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος στο Κέντρο Πολιτισμού Ιδρυμα Σταύρος Νιάρχος για να με ξεναγήσει στην έκθεση φωτογραφικών πορτρέτων του. Αντικαθιστώντας τις λέξεις του με εικόνες, ο ποιητής επιχειρεί αυτήν τη φορά να μας διηγηθεί μια συγκλονιστική ιστορία μέσα από τα μάτια ανθρώπινων «πετεινών». Πετεινών που πατούν με βάρος στη γη, μοχθούν, υποφέρουν αλλά πάντα –και κυρίως– διατηρούν την αξιοπρέπειά τους.

Ο κ. Ζαφειρόπουλος γνώρισε αυτούς τους ανθρώπους στους δρόμους της Αθήνας. Κάποιοι ζουν στον δρόμο, κάποιοι εργάζονται εκεί πουλώντας μικροπράγματα, κάποιοι επαιτούν. Ολοι βιώνουν δύσκολες καταστάσεις. Τους προσέγγισε με σεβασμό, άκουσε τις ιστορίες τους και ζήτησε να απαθανατίσει το βλέμμα τους. Ενα βλέμμα που διηγείται μια ολόκληρη ιστορία. Ποια είναι αυτή; «Oποια προσλαμβάνει ο θεατής» λέει ο καλλιτέχνης. Οι ιστορίες της Μπεάτας, της Ελένης, του Σταύρου, του Γιουσούφ είναι σίγουρα μοναδικές και η καθεμιά της κρύβει πόνο, μοναξιά, ζωή και αγώνα. Αυτά τα πρόσωπα θέλησε να απεικονίσει – σαν σύγχρονα πορτρέτα φαγιούμ, η μοίρα των οποίων κανονικά ήταν να μην τα δει κανείς. Tα βλέμματα αυτών των προσώπων δεν απαιτούν ούτε ζητούν τίποτε.

Η έκθεση ξεκινά με μια φωτογραφία της χαοτικής Αθήνας. Μιας Αθήνας που ο ποιητής αγαπά πολύ. Λίγο πιο δίπλα, το πετεινό του ουρανού. Ενα περιστέρι πληγωμένο που όμως συνεχίζει και ζει αναζητώντας την τροφή του. Σαν και τους ανθρώπους που βρίσκονται δίπλα του… στην έκθεση αλλά και στον δρόμο (σταθείτε λίγο περισσότερη ώρα μπροστά στη φωτογραφία του και προσπαθήστε να ανακαλύψετε τη μικρή οφθαλμαπάτη). Αυτή η εικόνα δίνει και τον τίτλο της έκθεσης, «Τα πετεινά». Λέξη που δανείζεται ο ποιητής από το κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο («Εμβλέψατε εις τα πετεινά του ουρανού, ότι ου σπείρουσιν ουδέ θερίζουσιν ουδέ συνάγουσιν εις αποθήκας, και ο πατήρ υμών ο ουράνιος τρέφει αυτά), χωρίς ωστόσο να εμμένει ούτε στο θεολογικό στοιχείο ούτε στη θεώρηση ότι τα πετεινά δεν αντιμετωπίζουν προβλήματα, την οποία βρίσκει μάλλον λανθασμένη.

ΠΟΡΤΡΑΙΤΟ



Αξιοπρέπεια, όχι αδυναμία

Κύριο αίτημα του καλλιτέχνη είναι μέσα από τις φωτογραφίες του να εκφράσει τον σεβασμό του προς αυτούς τους ανθρώπους, τους πληγωμένους μα και συνάμα δυνατούς. «Απόλυτη προτεραιότητά μου είναι να δείξω την αξιοπρέπειά τους, όχι την αδυναμία τους. Το δικό μου ζητούμενο είναι να δω το μοντέλο μου, να διεισδύσω με τον φακό στα μάτια του, να δεθώ εγώ με αυτό. Και στη συνέχεια να το βγάλω στη φωτογραφία, να γίνει κάδρο και να δεθεί ο θεατής με το βλέμμα του μοντέλου. Το ότι κάποια παιδιά έχουν προβλήματα ή όχι είναι δευτερεύον. Αίτημά μου είναι να τους σεβαστώ, να δείξω το βλέμμα τους που δεν βλέπουν οι περαστικοί που τους κοιτούν στον δρόμο».

Ο χώρος της Εθνικής Βιβλιοθήκης –αν και ανησύχησε αρχικά τον καλλιτέχνη, καθώς ένιωθε ότι η επιβλητική αρχιτεκτονική του θα επισκιάσει τα έργα– τελικά βρίσκεται σε διάλογο μαζί τους και σε πλήρη αρμονία, καθώς τους δίνει το ελεύθερο να διαπρέψουν ακόμη περισσότερο πάνω στους λευκούς τοίχους του. Το στήσιμο των φωτογραφιών είναι σκηνοθετημένο ώστε και αυτό να αφηγείται μικρές ιστορίες: ένας νεαρός που είναι άρρωστος έχει δίπλα του μια «μητέρα», μια πιο ηλικιωμένη κυρία βρίσκεται περιτριγυρισμένη από άτομα που θα μπορούσαν να είναι παιδιά της. Μάλιστα, κάποια από τα πρόσωπα της έκθεσης επαναλαμβάνονται, δείχνοντας τις αλλαγές που έχουν επέλθει επάνω τους με το πέρασμα του χρόνου. «Σαν ένα είδος συμφωνικού έργου στο οποίο τα θέματα επαναλαμβάνονται με άλλα όργανα» περιγράφει ο ποιητής.

Ο κ. Ζαφειρόπουλος δεν επιχειρεί σε καμία περίπτωση εσκεμμένα να εγείρει συναισθήματα στον θεατή. «Οταν δημιουργώ ένα έργο τέχνης δεν θέλω να έχει μηνύματα και αιτήματα». Ετσι κι αλλιώς δεν τον ενδιαφέρει να δώσει κοινωνικοπολιτική ερμηνεία πίσω από αυτό που συμβαίνει σε αυτούς τους ανθρώπους, δεν θέλει να κάνει στρατευμένη τέχνη. «Οταν βλέπουμε αυτό το πορτρέτο βλέπουμε κάτι που έχει φωτογραφηθεί. Εάν είναι καλή η φωτογραφία, ανάγεται σε κάτι γενικότερο. Το σημαντικό είναι να έχει τη δυνατότητα να μιλήσει με διαφορετικούς τρόπους στον καθένα. Εάν, ωστόσο, η φωτογραφία δεν μιλάει από μόνη της, έχει αδυναμία. Ο Μόραλης έλεγε ότι αν αρχίσεις να εξηγείς, μειώνεις το έργο σου». O καλλιτέχνης με αυτή την έκθεση δεν δημιουργεί ντοκουμέντα, επιδιώκει το έργο του να υπερβεί το πραγματικό και να μιλήσει στον κάθε θεατή ανάλογα με τις προσλαμβάνουσές του.

Έκθεση προσφύγων φωτογράφων της Νίκαιας από τη δεκαετία του ’20 έως του ’60

Στο τέλος της ροής των φωτογραφιών ο καλλιτέχνης «επιτρέπει» σε κάποια από τα αυστηρά πορτρέτα του να μας αποχαιρετήσουν χαμογελώντας. Μια μικρή αχτίδα ομορφιάς στο γκρίζο περιβάλλον τους; Γιατί όχι; Μερικές λεπτομέρειες στις φωτογραφίσεις το επιβεβαιώνουν: λίγο κραγιόν για τη φωτογράφιση, ένα λουλούδι στο πέτο, ένα καβαφικό δαχτυλίδι «από γυαλί χρωματιστό».

Αφιερώστε χρόνο μπροστά σε κάθε πρόσωπο. Διαβάστε μέσα στο βλέμμα του τη δική του, τη δική σας και την αιώνια ιστορία. Την ιστορία του κάθε «πετεινού» που παλεύει για την επιβίωσή του, με όλους τους τρόπους, αποκλειστικά με τις δικές του δυνάμεις. Με αξιοπρέπεια.

ΥΓ.: Κλείνοντας θα ήθελα να μοιραστώ μια από τις ιστορίες που κρύβονται πίσω από τις φωτογραφίες η οποία με συγκίνησε ιδιαίτερα. Μια εξαιρετικά αγέρωχη κυρία πουλάει μικροπράγματα στον δρόμο αναζητώντας όχι τα χρήματα, αλλά την ανθρώπινη μιλιά και την επικοινωνία για να καταπολεμήσει τη μοναχική της ζωή.

Νίκος Μάρκου-Συζήτηση με αφορμή την ατομική του έκθεση φωτογραφίας στον Πόρο

Για τα «Πετεινά»

(Από τον κατάλογο της έκθεσης)

«Ο Ζαφειρόπουλος φωτογραφίζει τους ανθρώπους του με σεβασμό, τους αποδίδει όλη την αξιοπρέπεια που δικαιούνται. Δεν φωτογραφίζει τις συνθήκες της ζωής τους, που έχουν πολλές ταπεινωτικές όψεις, φωτογραφίζει τα πρόσωπά τους, όπως θα φωτογράφιζε και οποιουδήποτε άλλου, όπως φωτογράφισε και το δικό του και το συμπεριέλαβε στην έκθεση. Δεν τους βλέπει απέξω και από ψηλά, τους βλέπει από μέσα, σαν ένας από αυτούς. Ο Ζαφειρόπουλος δεν φωτογραφίζει δυστυχία για να εκβιάσει το συναίσθημα –όπως κάνουν ad nauseam εκατοντάδες φωτογράφοι σε όλο τον κόσμο–, φωτογραφίζει πρόσωπα και βλέμματα. Θα ήταν η πιο μεγάλη παρανάγνωση της έκθεσης αυτής, να θεωρηθεί ο Ζαφειρόπουλος ένας ακόμη φωτογράφος της σύγχρονης δυστυχίας. Δεν είναι βεβαίως συμπτωματικό ούτε χωρίς σημασία ότι φωτογράφισε αυτά τα συγκεκριμένα πρόσωπα και όχι άλλα. Ο λόγος δεν είναι μόνο αισθητικός, ότι δηλαδή τούτα τα βασανισμένα πρόσωπα, επειδή ακριβώς είναι απεριποίητα και αφρόντιστα, γίνονται περισσότερο εκφραστικά. Ο λόγος βρίσκεται κυρίως στην ικανότητά του να ακούει το ψέλλισμά τους, τον αλάλητο στεναγμό τους. Χωρίς αυτό το ηθικό χάρισμα ο Ζαφειρόπουλος δεν θα μπορούσε να φωτογραφίσει αυτά τα πρόσωπα με τον σεβασμό και την αγάπη που τα φωτογράφισε».

Σταύρος Ζουμπουλάκης

Πρόεδρος του Εφορευτικού Συμβουλίου της Εθνικής Βιβλιοθήκης της Ελλάδος

INFΟ

Εως τις 25 Νοεμβρίου Δευτέρα έως Κυριακή 9.00-21.00, με ελεύθερη είσοδο