Εμείς τι κάνουμε;

Εμείς τι κάνουμε;

Ουδείς γνωρίζει την κατάληξη στο μπρα ντε φερ ΗΠΑ – Τουρκίας. Ο Ανατολίτης που παζαρεύει έχοντας γερά χαρτιά στα χέρια του και ο πρόεδρος που κυβερνά τις ΗΠΑ με λογική επιχειρηματία δεν αποκλείεται να τα βρουν, παρά τις αντιρρήσεις του αμερικανικού βαθέος κράτους και τις κυρώσεις… Καλά. Με τις κυρώσεις της χλωμής Ευρωπαϊκής Ένωσης, στις οποίες ποντάρει η χώρα μας, ο Ερντογάν δεν ασχολείται. Το κλειδί είναι οι σχέσεις των Αμερικανών με την Τουρκία. Αυτό οφείλει να δει προσεκτικά η νέα κυβέρνηση. Γιατί αν αποκατασταθούν οι σχέσεις αυτές… Ελπίζω να συμφωνεί ο παλιός φίλος προς τον οποίο απευθύνεται η επιστολή.

Αγαπητέ Θόδωρε, 

Ατέλειωτες οι κουβέντες και οι διαφωνίες μας για την Τουρκία, χρόνια τώρα. Δεν με χαρακτήριζες τουρκοφάγο, βέβαια, αλλά «εδώ το είχες». Ειδικά μετά τα Ιμια, τον Οτσαλάν και το σχέδιο Ανάν. Πίστευες στη συνεννόηση, την «ελληνοτουρκική φιλία» και στις κινήσεις καλής θέλησης από την πλευρά μας.

Καλά και άγια όλα αυτά. Και μακάρι να λύνονταν έτσι τα προβλήματα. Ομως τίποτε δεν τελεσφόρησε. Ολα χάνονταν στη χοάνη της συνοφρυωμένης πραγματικότητας, όπως τη διαμόρφωναν οι μόνιμες διεκδικήσεις της Τουρκίας και οι απειλές της κυμαινόμενης έντασης στο Αιγαίο, στην Κύπρο και τη Θράκη.

Χαίρομαι, πάντως, που έστω και όψιμα –ειδικά μετά τη συμφωνία των Πρεσπών– αναγνώρισες ότι είναι θέμα ύψιστης προτεραιότητας η αντιμετώπιση της διαρκούς τουρκικής απειλής. Το λέω γιατί κάποτε την υποτιμούσες, όπως πολλοί αριστεροί. Μιλούσες για διόγκωση του κινδύνου από κινδυνολόγους και εθνικιστές.

Είχες φτάσει μάλιστα στο σημείο να δώσεις δίκιο σ’ έναν προοδευτικό αρθρογράφο που είχε γράψει ότι όσο να ’ναι τα ελληνικά νησιά κάνουν την Τουρκία να ασφυκτιά! Τότε, για να σε πειράξω, σου είχα πει να υιοθετήσουμε την ιδέα του Κιτσίκη –αλλά και της χούντας– για συνομοσπονδία με την Τουρκία!

Όμως, ας τ’ αφήσουμε αυτά. Σήμερα η γείτονα υπενθυμίζει μεθοδικά και αιχμηρά την πάγια πολιτική της, ηλεκτρίζοντας ολόκληρη την περιοχή. Ταυτόχρονα ο πολύτροπος Ερντογάν –διόλου απρόβλεπτος, κι ας λένε– θεωρεί τη χώρα του σχεδόν κέντρο του κόσμου και φέρεται αναλόγως.

Βγάζει γλώσσα στους Ευρωπαίους, μιλάει αλαζονικά στους Αμερικανούς, τα βρίσκει εντυπωσιακά με τους Ρώσους (αλήθεια, ποιος το περίμενε μετά την κατάρριψη του ρωσικού μαχητικού;), διατηρεί άριστες σχέσεις με το Ιράν και την Κίνα, μετέχει στους G20 και φιλοδοξεί να ηγεμονεύσει στον μουσουλμανικό κόσμο.

Ξέρει πού πατάει και τι κάνει ο αυταρχικός ηγέτης της γείτονος. Μεγάλη χώρα πληθυσμιακά, μεγάλη αγορά, «αστακός» με εντυπωσιακή ανάπτυξη της πολεμικής βιομηχανίας της (ο δεύτερος στρατός στο ΝΑΤΟ) και, φυσικά, εξέχουσα γεωστρατηγική θέση η οποία καθιστά την Τουρκία πολλαχώς χρήσιμη και αναντικατάστατη στον σχεδιασμό και στις επιδιώξεις των μεγάλων.

Κάπως έτσι έφτασε στο σημείο να αγνοήσει τις αμερικανικές απειλές και τις επαπειλούμενες κυρώσεις και να στραφεί στη Μόσχα για τους S-400. Το «κάπως έτσι» έχει πίσω του, πέραν των προαναφερθέντων, και την αίσθηση του Ερντογάν ότι τον έχουν προγράψει οι ΗΠΑ. Θεωρεί ότι βρίσκονται πίσω από τον Γκιουλέν και το πραξικόπημα, κάτι που συντηρεί το αμοιβαίο κλίμα καχυποψίας και ελεγχόμενης εχθρότητας.

Όμως κανένα από τα δύο μέρη δεν κάνει αποφασιστικό βήμα οριστικής ρήξης. Οι Αμερικανοί παρά τις κυρώσεις δεν επιθυμούν μια Τουρκία αυτόνομη, εκτός ΝΑΤΟ. Ούτε ο Ερντογάν το θέλει. Γιατί ξέρει ότι οι επικυρίαρχοι δεν αστειεύονται. Οτι μπορούν να βυθίσουν την οικονομία της χώρας του, να «στραπατσάρουν» τον ίδιο και να βλάψουν την Τουρκία σε κρίσιμα πεδία (κουρδικό, Αιγαίο, ενεργειακά, Κύπρος κ.λπ.).

Όρκο δεν παίρνω, αλλά θεωρώ απίθανη την οριστική ρήξη. Αν, επομένως, βρεθεί κάποια μαγική λύση για S-400, F-35 και Patriot και αποκατασταθούν οι αμερικανοτουρκικές σχέσεις, οι εξελίξεις δεν θα είναι ευνοϊκές για μας. Θα πιεστεί η χώρα μας –και η Κύπρος– για ποικίλους συμβιβασμούς και υποχωρήσεις.

Α μπα. Το καλοκαίρι δεν προβλέπεται ομιχλώδες. Όμως από Σεπτέμβριο και μετά θα πάρουν μπροστά οι «μηχανές». Τότε τα ξαναλέμε…

Documento Newsletter