Δυναμικό κίνημα αντίστασης στη βία κατά των γυναικών, η οποία έχει πάρει διαστάσεις.
Περιστατικό βιασμού από δύο αστυνομικούς κατά τη διάρκεια ελέγχου, κατήγγειλε γυναίκα στην Κωνσταντινούπολη τον Οκτώβριο. Oι αρμόδιοι αδιαφόρησαν και οι εισαγγελικές αρχές το αποκάλυψαν μόλις την προηγούμενη εβδομάδα. Τα περιστατικά βίας πυκνώνουν, ενώ η εικόνα έχει μπει στο καθιστικό μας, με τα τουρκικά σίριαλ («Μενεξέ», «Φατμαγκιούλ» κ.ά.) να αποτυπώνουν καταστάσεις και να αναπαράγουν στερεότυπα (η ορεσίβια, παραδοσιακών αρχών οικογένεια, ο δυτικότροπος ανεκτικός κεμαλικός κ.λπ.). Την πλευρά αυτή αναλύει στον αναγνώστη, μεταξύ πολιτικών επιλογών του καθεστώτος, τάσεων στην τουρκική κοινωνία, στάσεων πολιτικών οργανώσεων και κομμάτων, το βιβλίο «Τουρκία – Βία, αντίσταση και πολιτική στον καιρό της κρίσης» (Εκδόσεις Ηρόδοτος) υπό την επιστημονική διεύθυνση της Εφης Κάννερ, επίκουρης καθηγήτριας Τουρκικής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
«Η ιδέα ξεκίνησε από κάποιους ανήσυχους φοιτητές το 2015 και συστήσαμε ερευνητική ομάδα για την έμφυλη βία και τις πολιτικές αντιδράσεις στα διαρκώς αυξανόμενα περιστατικά την περίοδο 2007-16» λέει στο Documento η Ε. Κάννερ. Μάλιστα το 2017 η ίδια και φοιτητές επισκέφτηκαν την Τουρκία και έμαθαν από πρώτο χέρι την κατάσταση συνομιλώντας με πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους και ακτιβιστές.
Συνάντηση «αφηγημάτων»
Το διάστημα που μελέτησαν οι φοιτητές ορίστηκε από δύο σημαντικά πολιτικά γεγονότα: την αποκάλυψη της συνωμοσίας Εργκένεκον το 2007 και την αποτυχημένη απόπειρα πραξικοπήματος το καλοκαίρι του 2016, όταν η κλιμάκωση της κρατικής καταστολής έφτασε στο αποκορύφωμα και το καθεστώς Ερντογάν άρχισε να λειτουργεί υπό συνθήκες εμφυλιοπολεμικές. Ο τερματισμός της έμφυλης βίας έχει γίνει αντικείμενο δραστηριοποίησης αρκετών ΜΚΟ (ακόμη και ισλαμικών) και βρίσκεται στην αιχμή των διεκδικήσεων. «Εχει αποτελέσει τον βασικό δίαυλο επαφής μιας σειράς κοινωνικών ομάδων –κυρίως γυναικών και LGBTI– με τα “μεγάλα αφηγήματα” –τον τουρκικό εθνικισμό, το ισλάμ και την Αριστερά–, των οποίων τη φυσιογνωμία οι ομάδες αυτές αναδιαμορφώνουν» σημειώνει η Ε. Κάννερ.
Η αντίσταση στην έμφυλη βία αποκτά νέα χαρακτηριστικά, διαπερνά τα κόμματα, λειτουργεί «από τα κάτω». Το κίνημα εκφέρει αυτή την περίοδο αντιηγεμονικό λόγο, εναλλακτικό προς τον κυβερνητικό ισλαμικό συντηρητισμό με αξιώσεις κοινωνικής ηγεμονίας. Την περίοδο της ανάπτυξης της κοινωνίας των πολιτών και της ανόδου των κοινωνικών κινημάτων, με χαρακτηριστικότερο το κίνημα για να μη γίνει εμπορικό κέντρο το πάρκο Γκεζί στην Κωνσταντινούπολη, όπου μεμονωμένες ομάδες και πρόσωπα κατέβηκαν στον δρόμο, οι δολοφονίες γυναικών άρχισαν να παρουσιάζουν τρομακτική και πρωτόγνωρη έξαρση. Αυτό το συσχετίζουν με τον αύξοντα κυβερνητικό αυταρχισμό, ενώ επισημαίνουν θέτοντας σε προβληματισμό ότι τον Οκτώβριο του 2013 άρθηκε η απαγόρευση της μαντίλας.
Πολλές γυναίκες που υφίστανται βία –κυρίως ενδοοικογενειακή– καταφεύγουν σε συλλόγους ή στα καταφύγια που έχουν δει σε εκπομπές ή στο διαδίκτυο – η κυριότερη μορφή πληροφόρησης όπως έδειξε η έρευνα. Η «από τα κάτω» οργάνωση του κινήματος είναι ένα στοιχείο που πρέπει να τονιστεί. Στους συλλόγους και στις πλατφόρμες δράσης εκτός από τις αριστερές γυναίκες συμμετέχουν και κεμαλίστριες, ψηφοφόροι του CHP, αλλά και συντηρητικές που ψηφίζουν ΑΚΡ και η συνεργασία γίνεται σε μια μίνιμουμ βάση.
Μικρές-μεγάλες νίκες
Η πίεση του κινήματος έχει κατoρθώσει μικρές και μεγάλες νίκες, αναγκάζοντας σε αναδίπλωση την κυβέρνηση. Ηδη, όπως καταγράφουν οι ερευνητές, το 2012 αποσύρθηκε το νομοσχέδιο για την ποινικοποίηση των αμβλώσεων, θεσμοθετήθηκε η ίδρυση των κέντρων πρόληψης και παρακολούθησης της βίας, πάγωσε το νομοσχέδιο περί πρόληψης των διαζυγίων που δυσκόλευε τη διαδικασία για τις γυναίκες, αποσύρθηκε το νομοσχέδιο περί πρόωρων γάμων που αμνήστευε τους βιαστές ανηλίκων το 2016. Παράλληλα, κάτω από την πίεση των γυναικείων οργανώσεων η Δικαιοσύνη καταδικάζει πλέον πιο κατηγορηματικά τη βία κατά των γυναικών και δεν δέχεται εύκολα το αιτιολογικό της πρόκλησης.