Τριμηνία πραγματική αύξηση του ΑΕΠ για περισσότερο από δύο έτη καταγράφουν τα στοιχεία για την πορεία της ελληνικής οικονομίας, σύμφωνα με το τριμηνιαίο δελτίο του Ελληνικού Δημοσιονομικού Συμβουλίου που δόθηκε στη δημοσιότητα.
Το τριμηνιαίο δελτίο καταγράφει στις θετικές εξελίξεις, εκτός από την αύξηση του ΑΕΠ, την περαιτέρω βελτίωση της αγοράς εργασίας αλλά και τη μείωση του κόστους δανεισμού του ελληνικού Δημοσίου λόγω της σημαντικής αποκλιμάκωσης των αποδόσεων των κρατικών τίτλων.
Αναλυτικά το τριμηνιαίο δελτίο που συνέταξε το Ελληνικό Δημοσιονομικό Συμβούλιο υπό την προεδρία του καθηγητή Παναγιώτη Κορλίρα αναφέρει μεταξύ άλλων συνοπτικά τα ακόλουθα:
ΑΕΠ
Το ΑΕΠ αυξήθηκε, σύμφωνα με τις πρώτες εκτιμήσεις της ΕΛΣΤΑΤ, κατά 1,3% το Α΄ τρίμηνο του 2019 έναντι του αντιστοίχου τριμήνου του 2018. Πρόκειται για επίδοση σχετικά χαμηλή συγκριτικά με τα τελευταία επτά τρίμηνα. Ωστόσο, αποτιμάται θετικά το γεγονός ότι καταγράφεται τριμηνιαία πραγματική αύξηση του ΑΕΠ συνεχόμενα για δύο και πλέον έτη. Η επίτευξη του στόχου για ετήσια μεγέθυνση άνω του 2% προϋποθέτει σημαντικά ισχυρότερες επιδόσεις τα επόμενα τρίμηνα του 2019. Η ενίσχυση του ΑΕΠ το Α’ τρίμηνο του 2019 υποστηρίχθηκε κυρίως από την αύξηση των επενδύσεων -τόσο σε επίπεδο αποθεμάτων όσο και σε επίπεδο παγίου κεφαλαίου- και σε μικρότερο βαθμό από την ελαφρά τόνωση της ιδιωτικής κατανάλωσης σε σχέση με το Α’ τρίμηνο του 2018. Στον αντίποδα η δημόσια κατανάλωση υποχώρησε κατά 4,1% περίπου, ενώ οι εισαγωγές κατέγραψαν σημαντική αύξηση κατά 9,5% με αποτέλεσμα τη διεύρυνση του ελλείμματος στο ισοζύγιο αγαθών και υπηρεσιών κατά περίπου 900 εκατ. ευρώ.
Αγορά Εργασίας
Η βελτίωση στην αγορά εργασίας συνεχίστηκε και στις αρχές του 2019. Συγκεκριμένα, το Μάρτιο του 2019 το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας περιορίστηκε σε 18,1%, έναντι 18,4% του προηγούμενου μήνα και 20,2% του Μαρτίου του 2018. Ο αριθμός των απασχολουμένων ανήλθε σε 3.848.000, αυξημένος κατά 78.000. (+2,1%) σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2018 και ο αριθμός των ανέργων περιορίστηκε σε 850.000., μειωμένος κατά 104.000 (-10,9%) σε σχέση με το 2018. Επίσης, μειώθηκε ο αριθμός των οικονομικά μη ενεργών ατόμων κατά 16.000.(-0,5%) και διαμορφώθηκε στις 3.247.000. Κατά το πρώτο τετράμηνο του 2019, οι προσλήψεις εργαζομένων με σχέση εξαρτημένης εργασίας ιδιωτικού δικαίου ανήλθαν σε 806.589 και οι απολύσεις/αποχωρήσεις σε 646.814. Επομένως, το ισοζύγιο των ροών μισθωτής απασχόλησης αυξήθηκε ελαφρώς σε σχέση με πέρυσι κατά 3.949 θέσεις και διαμορφώθηκε σε 159.775 νέες θέσεις εργασίας. Η επίδοση αυτή είναι η καλύτερη της τελευταίας εξαετίας. Ειδικότερα, κατά το μήνα Απρίλιο, το ισοζύγιο διαμορφώθηκε σε 110.895 νέες θέσεις καμαριέρες (+12.094) και πωλητές/ταμίες (+9.783). Στις εξελίξεις αυτές της απασχόλησης δεν διαφαίνονται ενδείξεις για ενδεχόμενες αρνητικές επιπτώσεις στην αύξηση της απασχόλησης ως συνέχεια της πρόσφατης αύξησης του κατώτατου μισθού και ημερομισθίου και της παράλληλης κατάργησης της ηλικιακής διάκρισης για την αμοιβή των εργαζομένων κάτω των 25 ετών. Ωστόσο, ίσως είναι πρόωρο να συμπεράνει κανείς ότι, όλως αντιθέτως, δεν υπάρχουν κανενός είδους αρνητικές επιπτώσεις.
Οικονομικό Κλίμα
Ο δείκτης οικονομικού κλίματος βελτιώθηκε τον μήνα Μάιο, μετά από πτώση τον Απρίλιο στις 100,3 μονάδες, ενώ διαφαίνονται ενδείξεις σταθεροποίησης σε εξαμηνιαία βάση στο επίπεδο των 100 μονάδων. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται κυρίως στη βελτίωση του ισοζυγίου Επιχειρηματικών Προσδοκιών στις Υπηρεσίες κατά τον τελευταίο μήνα, και δευτερευόντως στη βελτίωση του ισοζυγίου Καταναλωτικής Εμπιστοσύνης. Πάντως, τον Μάιο του 2019 η τιμή του δείκτη οικονομικού κλίματος παραμένει χαμηλότερα σε σύγκριση με τα αντίστοιχα επίπεδα του προηγούμενου έτους.
Προϋπολογισμός
Ο Κρατικός Προϋπολογισμός το πρώτο τετράμηνο του 2019, κατέγραψε πρωτογενές πλεόνασμα ύψους 1,463 δισ. ευρώ έναντι πρόβλεψης για πρωτογενές έλλειμμα ύψους 670 εκατ. ευρώ. Στην υψηλή θετική επίδοση έναντι του στόχου συνέβαλε τόσο η υπέρβαση των εσόδων όσο και η διαμόρφωση των δαπανών σε επίπεδο χαμηλότερο από το στόχο. Ειδικότερα, τα έσοδα του ΚΠ προ επιστροφών, ενώ τον Ιανουάριο του 2019 παρουσίασαν μικρή υστέρηση σε σχέση με το στόχο, κατά 1,4% , τους επόμενους μήνες διαμορφώθηκαν σε επίπεδο υψηλότερο από τους αντίστοιχους στόχους. Τα έσοδα σε επίπεδο τετράμηνου κινούνται πάνω από το στόχο, κατά 8,9%, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην είσπραξη εν τέλει τον Μάρτιο του 2019 του αντιτίμου για την 20ετή επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, και όχι εντός του 2018, όπως είχε αρχικά προβλεφθεί. Από την πλευρά τους οι δαπάνες, το πρώτο τετράμηνο του 2019 ήταν χαμηλότερες κατά 5,4%, σε σχέση με το στόχο. Η ανωτέρω απόκλιση σχετίζεται με το γεγονός ότι είχε προβλεφθεί κονδύλι ύψους 982 εκατ. ευρώ για πληρωμές αναδρομικών, ενώ εν τέλει καταβλήθηκαν 324 εκατ. ευρώ εντός του 2019, για το συγκεκριμένο σκοπό.
Ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις Δημοσίου
Το Α΄ τετράμηνο του 2019, οι συνολικές ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις (συμπεριλαμβανομένων των εκκρεμών επιστροφών φόρων) ανήλθαν σε 2,360 δισ. ευρώ. Το υπόλοιπο αυτό, είναι αυξημένο σε σχέση με το υπόλοιπο στο τέλος του 2018, κατά 342 εκατ. ευρώ ενώ σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, η αύξηση υπολογίζεται σε 164 εκατ. ευρώ. Η μηνιαία αυτή μεταβολή αποδίδεται αποκλειστικά στις εκκρεμείς επιστροφές φόρων οι οποίες κατέγραψαν σημαντική αύξηση σε σχέση με τα επίπεδα των προηγούμενων μηνών και διαμορφώθηκαν στα 700 εκατ. ευρώ. Πάντως μεγάλο μέρος της αύξησης (περίπου 215 εκατ. ευρώ) οφείλεται κυρίως σε αίτημα επιστροφής ΦΠΑ που σχετίζεται με την επέκταση της σύμβασης παραχώρησης του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών και είναι δημοσιονομικά ουδέτερη. Το συσσωρευμένο υπόλοιπο των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων φορέων της Γενικής Κυβέρνησης προς τρίτους τον Απρίλιο του 2019 κατέγραψε αποκλιμάκωση σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα, αλλά παραμένει υψηλότερα σε σχέση με τέλος του 2018.
Οφειλές προς το δημόσιο
Θετική εξέλιξη αποτελεί η σημαντική μείωση του νέου ληξιπρόθεσμου χρέους (σωρευτικό υπόλοιπο νέων ληξιπρόθεσμων απαιτήσεων) που δημιουργήθηκε το Α’ τετράμηνο του 2019, σε σχέση με τις αντίστοιχες περιόδους των προηγούμενων ετών. Συγκεκριμένα, το νέο ληξιπρόθεσμο χρέος που συσσωρεύτηκε από την αρχή του έτους έφτασε τα 2,901 δισ. ενώ την αντίστοιχη περίοδο των ετών 2015-2018 το ποσό αυτό ξεπερνούσε τα 4 δισ. ευρώ.
Ομόλογα
Κάτω από το 2,8%, σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα βρέθηκε η απόδοση του δεκαετούς ομολόγου του ελληνικού Δημοσίου. Σε ετήσια βάση το μακροπρόθεσμο κόστος δανεισμού της ελληνικής οικονομίας υποχώρησε πάνω από 1,7%. Η απόδοση του ελληνικού δεκαετούς ομολόγου συγκλίνει σημαντικά με την αντίστοιχη των ιταλικών τίτλων με την απόκλιση στα μέσα Ιουνίου, να διαμορφώνεται μόλις στις 39 μονάδες βάσης (0,39%). Σημαντικά έχει περιοριστεί η διαφορά απόδοσης (spread) με το γερμανικό τίτλο (Bund) και πλέον διαμορφώνεται περίπου στις 300 μονάδες βάσης.
ΑΠΕ – ΜΠΕ