Ελληνες Ρομά: Απροστάτευτοι από τον κορονοϊό και τον ιό του ρατσισμού

Ελληνες Ρομά: Απροστάτευτοι από τον κορονοϊό και τον ιό του ρατσισμού

Ζουν στο περιθώριο μιας κοινωνίας που τους σκέφτεται μόνο για να κουνήσει το δάχτυλο

Σε πολίτες που «δεν θα είναι πια αόρατοι, όπως ήταν ίσως για κάποιους» αναφέρθηκε στο διάγγελμά του την περασμένη Δευτέρα ο Κυριάκος Μητσοτάκης. Αναφερόταν στους κακοπληρωμένους υπαλλήλους των σουπερμάρκετ, τους υπαλλήλους καθαριότητας που έχουν ολιγόμηνες συμβάσεις και στα «παιδιά» των ντελίβερι, που δεν είναι όμως παιδιά αλλά εργαζόμενοι που δουλεύουν για μισθούς πείνας και υπό τραγικές συνθήκες, εξαιτίας των οποίων κάποιοι σκοτώνονται στον δρόμο.

Στα ευχολόγια του πρωθυπουργού όμως δεν υπήρξε αναφορά και σε άλλες «αόρατες» πληθυσμιακές ομάδες που πλήττονται βάναυσα –και– αυτή την περίοδο. Οπως οι περισσότεροι από 100.000 Ελληνες Ρομά που διαβιούν σε 354 συνολικά οικισμούς, πολλοί εκ των οποίων είναι καταυλισμοί.

Χωρίς νερό, ρεύμα, συνωστισμένοι, εκτός εργασίας, επιδομάτων (χωρίς εργασία πώς θα διεκδικήσουν 800 ευρώ;) και οποιασδήποτε πρόβλεψης, οι Ρομά βιώνουν και στην πανδημική κρίση την περιθωριοποίηση. Απροστάτευτοι

από τον ιό, την κρίση και τον ρατσισμό. Γιατί μπορεί πολλοί να ισχυρίζονται ότι αυτός ο τρόπος ζωής οφείλεται στη νομαδική κουλτούρα των Ρομά, όμως κανείς δεν επιλέγει να ζει σε τέτοιες συνθήκες εξαθλίωσης. Κανείς δεν επιλέγει να είναι αόρατος.

«Πολίτες δεύτερης κατηγορίας σε συνθήκες εξαθλίωσης»

«Η ψυχολογική κατάσταση των Ελλήνων Ρομά βρίσκεται σε δοκιμασία, όπως είναι φυσιολογικό. Υπάρχει φόβος για την πανδημία αλλά η Πανελλαδική Συνομοσπονδία Ελλήνων Ρομά – ΕΛΛΑΝ ΠΑΣΣΕ κάνει ό,τι μπορεί εδώ και εβδομάδες ώστε να μην επικρατήσει πανικός και τα μέλη της κοινότητάς μας να ακολουθήσουν ψύχραιμα τις οδηγίες της πολιτείας. Με την προϋπόθεση, βέβαια, ότι και η πολιτεία θα προνοήσει έγκαιρα και στοχευμένα για τους πολίτες της και ειδικά για τις ευάλωτες ομάδες, ανάμεσα στις οποίες και πολλοί Ρομά» ανέφερε στο Documento ο πρόεδρος της ΕΛΛΑΝ ΠΑΣΣΕ Βασίλης Πάντζος.

Επειδή «δεν είχαν ενημερωθεί όλοι οι Ελληνες Τσιγγάνοι άμεσα για τους κινδύνους εξαιτίας του κορονοϊού», όπως αναφέρει, η ΕΛΛΑΝ ΠΑΣΣΕ απέστειλε υπομνήματα προς όλους τους αρμόδιους φορείς, επισημαίνοντας «την έλλειψη στοιχειωδών μέσων και ενημέρωσης, υπογραμμίζοντας τις τεράστιες ανάγκες και κινδύνους που υπάρχουν σε μια ήδη ευάλωτη κατηγορία Ελλήνων πολιτών. Προτείναμε επίσης μέτρα και συνεργασίες στο μέτρο των δυνατοτήτων μας, συνεχίζοντας το έργο του ελέγχου του τι ακριβώς γίνεται από τους φορείς».

«Είναι πολύ δύσκολο να προστατευθεί η υγεία ανθρώπων που ζουν σε άθλιες συνθήκες, μέσα σε λασπόνερα, χωρίς ρεύμα, χωρίς πόσιμο νερό, σε παράγκες. Γι’ αυτό δεν παύουμε να λέμε στην πολιτεία ότι πρέπει να λάβει μέτρα ώστε να μην υπάρχουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας που ζουν σε συνθήκες ακραίας φτώχειας και εξαθλίωσης. Το πρόβλημα της στέγασης είναι μακροχρόνιο και πρέπει να δοθεί λύση» σημειώνει.

«Είμαστε όλοι ίσοι αλλά όχι στο επίδομα»

Οι αρχές, σύμφωνα με τον κ. Πάντζο, «πρέπει να προνοήσουν και για τους εργαζόμενους Ρομά που είναι πλανόδιοι έμποροι, έχουν εποχικές εργασίες ή δούλευαν στις λαϊκές οι οποίες έχουν κλείσει, γιατί η κρίση της πανδημίας τούς χτυπά επαγγελματικά σε χείριστο βαθμό. Πρέπει να πάρουν κάποιο επίδομα, γιατί πώς αλλιώς θα ζήσουν αν δεν μπορούν να βγάλουν τα στοιχειώδη έσοδα από την επαγγελματική δραστηριότητά τους η οποία έχει σταματήσει λόγω της πανδημίας;».

Η πολιτεία, όπως επισημαίνει, «δεν έχει κατορθώσει να βελτιώσει τις συνθήκες ζωής των Ρομά στη χώρα μας. Αν και κατά καιρούς γίνονται προσπάθειες, μένουν στη μέση. Ελπίζουμε η παρούσα κυβέρνηση να έχει συνειδητοποιήσει ότι πρέπει να γίνει εκ βάθρων αντιμετώπιση της κατάστασης και να λάβει ριζικά μέτρα, με τρόπους που θα επιλέξει. Η ΕΛΛΑΝ ΠΑΣΣΕ καλεί την πολιτεία να αναπληρώσει το θεσμικό κενό σε ό,τι αφορά την προστασία και την ένταξη των Ρομά. Είμαστε πρόθυμοι να συμβάλουμε, εφόσον μας ζητηθεί και μας δοθούν τα μέσα, τόσο στην καταγραφή των αναγκών όσο και στον σχεδιασμό στρατηγικών και λύσεων. Η πολιτεία και το κράτος πρέπει να μας ακούσουν, να σχεδιάζουν για τους Ρομά με τους Ρομά».

Ορατό είναι επίσης το ενδεχόμενο ο αντιτσιγγανισμός «να ενισχυθεί, γιατί στις δύσκολες καταστάσεις που βιώνουν όλοι είναι συχνό το φαινόμενο ο αδύναμος να στρέφεται εναντίον εκείνου που είναι ακόμη πιο αδύναμος. Ωστόσο θέλω να πιστεύω ότι δεν θα καταλήξουμε εκεί. Γιατί οι Ρομά, αν και πολύ συχνά βρίσκονται σε ευάλωτη θέση, έχουν αποδείξει ότι αντέχουν στα δύσκολα και είναι ικανοί να δείχνουν αλληλεγγύη και μεταξύ τους και απέναντι σε όλη την κοινωνία. Και ας μας θεωρούν ορισμένοι αποδιοπομπαίους τράγους. Δεν είμαστε και δεν θα δεχτούμε να γίνουμε. Είμαστε όλοι ίσοι. Ελληνες που ζούμε στον ίδιο τόπο» καταλήγει ο κ. Πάντζος.

«Οι Ελληνες Ρομά προφανώς αντιλαμβάνονται ότι υπάρχει υγειονομική κρίση, όμως δεν είναι σε θέση να επεξεργαστούν κατάλληλα όλες τις πληροφορίες που λαμβάνουν. Απαιτούνται ειδικά εργαλεία προκειμένου να τους επικοινωνηθεί τι ακριβώς συμβαίνει» ανέφερε στο Documento η Αλεξάνδρα Καραγιάννη, η πρώτη δικηγόρος ρομικής καταγωγής στην Ελλάδα και επιστημονική συνεργάτιδα του Συμβουλίου της Ευρώπης.

«Οταν ζουν σε παράγκες, σε άθλιες συνθήκες διαβίωσης, πολλές οικογένειες μαζί, ίσως σε ένα σπίτι χωρίς ρεύμα και νερό, είναι πολύ δύσκολο να τηρηθούν οι συνθήκες υγιεινής και οι κοινωνικές αποστάσεις. Δεν υπάρχει άλλο σχέδιο γι’ αυτούς τους πληθυσμούς» εξηγεί. Σχετικά με την ενημέρωση, «γίνονται πολλές προσπάθειες, ιδίως από την ίδια την κοινότητα, όπου συλλογικότητες, σύλλογοι και παραρτήματα Ρομά λειτουργούν ως διαμεσολαβητές. Πολύ θετικό είναι το κονδύλι ύψους 2.255.000 ευρώ που εγκρίθηκε προς 98 δήμους της χώρας με πληθυσμούς Ρομά για απολύμανση, παροχή πόσιμου νερού και ενημέρωση του πληθυσμού. Ο δήμος όμως μπορεί να χρησιμοποιήσει αυτό το κονδύλι –20 έως 40 χιλιάδες ευρώ– όπως θέλει. Κάποιοι δήμοι ανταποκρίνονται θετικά, αλλά αυτό δεν ισχύει για όλους. Γι’ αυτό υπάρχει μια συντονισμένη προσπάθεια από τη “Γενική Γραμματεία Κοινωνικής Αλληλεγγύης και Καταπολέμησης της Φτώχειας”, σε συνεργασία με τις περιφέρειες και τις συλλογικότητες Ρομά, ώστε οι δήμοι να ανταποκριθούν στις ανάγκες των ανθρώπων».

«Οταν η πολιτεία έχει αφήσει ένα κομμάτι της κοινωνίας παρατημένο, μη λαμβάνοντας κατάλληλα μέτρα για την ένταξή του, σε περιόδους κρίσης έρχεται αντιμέτωπη με αυτή την κατάσταση: αν δεν έλαβε μέτρα, τώρα αναγκάζεται να λάβει τα διπλά. Από την άλλη, είναι μια ευκαιρία ώστε να ξεκινήσουν κάποιες δράσεις για τη βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης» επισημαίνει. Γενικότερα, «σε ημέρες ευημερίας οι ευάλωτοι πληθυσμοί επιβιώνουν. Σε περιόδους κρίσης, όμως, φαίνεται ότι αφήνονται να πεθάνουν. Σε αυτήν τη φάση υπάρχει μια κινητοποίηση και οι διοικήσεις αναγκάζονται να λάβουν μέτρα» καταλήγει.

«Πώς θα επιβιώσουν μόνοι τους;»

Το πρόβλημα με τους καταυλισμούς «όπου ζει ένα μεγάλο ποσοστό Ρομά είναι ότι εάν υπάρξει κρούσμα, ο κίνδυνος να νοσήσει το μεγαλύτερο μέρος του καταυλισμού είναι υπαρκτός. Μετά θα είναι πολύ δύσκολή η πρόσβασή τους σε δομές και υπηρεσίες υγείας. Επίσης, υπάρχει ζήτημα επιβίωσης. Οι περισσότεροι ασχολούνται με την άτυπη εργασία, όπως το γυρολογικό εμπόριο. Η πολιτεία φέρει διαχρονική ευθύνη που δεν αναγνώρισε παραδοσιακά επαγγέλματα όπως αυτά, που δεν έδωσε άδειες λαϊκής, με αποτέλεσμα αυτήν τη στιγμή να μην μπορούν ούτε να εργαστούν ούτε να ενταχθούν στο επίδομα των 800 ευρώ. Στη Λάρισα που μπήκε όλος ο πληθυσμός σε καραντίνα υπήρξε μέριμνα να δίνονται καθημερινά τρόφιμα. Οι υπόλοιποι οικισμοί και καταυλισμοί όμως πρέπει να βρουν τρόπο να επιβιώσουν μόνοι τους. Πώς θα το κάνουν;» θέτει το ερώτημα η κ. Καραγιάννη.

Παράλληλα, όπως εξηγεί, «υπάρχει το ζήτημα του ψηφιακού αναλφαβητισμού, με αποτέλεσμα να αποκλείονται από πολλές υπηρεσίες. Πολλά παιδιά μένουν εκτός εκπαίδευσης αφού δεν έχουν τη δυνατότητα να εγγραφούν στις ψηφιακές τάξεις λόγω της έλλειψης υπολογιστή, ρεύματος και ίντερνετ».

«Οταν χαρακτηρίζεις υγειονομική βόμβα τους καταυλισμούς δημιουργείς αίσθηση κινδύνου στον γενικό πληθυσμό» επισημαίνει και συνεχίζει: «Μπορεί να υπάρξουν φαινόμενα ακραίου αντιτσιγγανισμού. Σε χώρες όπως η Σλοβακία, η Ρουμανία και η Βουλγαρία πολλοί καταυλισμοί μπήκαν σε καραντίνα χωρίς αναγκαστικά να έχουν βρεθεί πολλά κρούσματα και αστυνομικές δυνάμεις, ακόμη και στρατιωτικές, δεν επιτρέπουν την είσοδο και την έξοδο. Η κοινωνική ένταξη όμως είναι πάντα προς όφελος όλων. Οταν ο διπλανός μας είναι καλά είμαστε κι εμείς καλά. Αυτό το καταλαβαίνουμε τώρα, αφού αν η ασθένεια μεταφερθεί σε καταυλισμό όπου οι Ρομά ζουν σε αυτές τις συνθήκες, μετά θα εξαπλωθεί και στον γενικό πληθυσμό».

«Μεγάλοι πληθυσμοί Ρομά είναι εκτός κάθε πρόβλεψης»

«Το “Μένουμε Σπίτι” αφορά αυτούς που έχουν σπίτι. Γι’ αυτούς που δεν έχουν, όπως οι Ρομά, η κατάσταση είναι πολύ δύσκολη. Η καραντίνα σημαίνει κάτι διαφορετικό όταν έχεις ένα παράπηγμα ή ένα αντίσκηνο και η πρόσβαση σε αγαθά που γίνονται ακόμη πιο απαραίτητα σε συνθήκες πανδημίας, όπως το νερό, δεν είναι πάντα εξασφαλισμένη» ανέφερε στο Documento ο Χρήστος Ηλιάδης, εμπειρογνώμονας του Συμβουλίου της Ευρώπης, συντονιστής του προγράμματος JUSTROM στην Ελλάδα.

Παράλληλα, «λόγω του πλανόδιου και ελεύθερου εμπορίου, της μη τυπικής εργασίας, αυτήν τη στιγμή αρκετά μεγάλοι πληθυσμοί Ρομά βρίσκονται εκτός δυνατότητας να εργαστούν, εκτός voucher, εκτός των επιδομάτων, εκτός κάθε πρόβλεψης. Είναι μια ευκαιρία να αντιληφθεί ο γενικός πληθυσμός ότι κανείς δεν μπορεί να είναι ασφαλής –ειδικά σε συνθήκες πανδημίας– αν δεν είναι όλοι ασφαλείς. Αυτό είναι ένα επιχείρημα κοινωνικής ένταξης, βελτίωσης των υποδομών, των συνθηκών διαβίωσης και υγιεινής. Μιλάμε για ανάγκη εξασφάλισης ίσων ευκαιριών» σημειώνει.

«Δεν είναι υγειονομική βόμβα οι καταυλισμοί»

«Δεν είναι υγειονομική βόμβα οι καταυλισμοί, όπως λένε αρκετοί, ακόμη και Ρομά. Οσοι ζουν εκεί είναι μια ευάλωτη ομάδα που χρειάζεται επιπλέον ασφάλεια. Ο χαρακτηρισμός μιας περιοχής, μιας γειτονιάς, ενός καταυλισμού ως υγειονομικής βόμβας είναι λόγος μίσους. Στιγματίζει ακόμη περισσότερο αυτούς τους ανθρώπους. Δεν είναι θύτες, αλλά θύματα που βιώνουν αυτήν τη συνθήκη πολύ πιο δύσκολα από εμάς. Η πανδημία δεν πρέπει να οδηγήσει τις ήδη απομονωμένες κοινότητες σε περαιτέρω απομόνωση. Η πολιτεία ειδικά σε αυτές τις συνθήκες πρέπει να κινητοποιηθεί γρήγορα και να βελτιώσει την πρόσβαση σε βασικά αγαθά» τονίζει.

Μεγάλη ευθύνη, σύμφωνα με τον κ. Ηλιάδη, «έχουν οι δήμοι. Ελαβαν 2.255.000 ευρώ, υπάρχει όμως η πρόβλεψη ότι αυτό το ποσό μπορεί να καλύψει λειτουργικές ανάγκες των δήμων. Είναι σημαντικό όλο το ποσό να διατεθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας προς τους Ρομά».

Παράλληλα, όπως σημειώνει, «οι δηλώσεις του κ. Τσιόδρα ότι οι Ρομά είναι ευάλωτη ομάδα είναι σημαντικές επειδή υποβόσκει ένας διάχυτος αντιτσιγγανισμός που δεν χρειάζεται πολύ για να εκδηλωθεί. Είναι σημαντικό η πολιτεία να δίνει μήνυμα κατευνασμού και συμπερίληψης. Κάποιοι θεωρούν ότι οι ίδιοι οι Ρομά επιλέγουν τον κοινωνικό αποκλεισμό και άρα θέτουν τους υπόλοιπους σε κίνδυνο. Κανείς όμως δεν επιλέγει τον αποκλεισμό, την περιθωριοποίηση και τη διαβίωση σε τέτοιες συνθήκες».

«Μεγάλη ευθύνη έχουν οι δήμοι. Ελαβαν 2.255.000 ευρώ. Είναι σημαντικό όλο το ποσό να διατεθεί για την αντιμετώπιση της πανδημίας προς τους Ρομά» Χρήστος Ηλιάδης Εμπειρογνώμονας του Συμβουλίου της Ευρώπης, συντονιστής του προγράμματος JUSTROM στην Ελλάδα

Documento Newsletter