Η τεχνογνωσία που ανέπτυξε η χώρα μετά την καταιγίδα της Βόρειας Θάλασσας το 1953 μπορεί να φανεί ωφέλιμη
Το βράδυ της 31ης Ιανουαρίου 1953 ένα ισχυρό κύμα ανέμου χτύπησε τις Κάτω Χώρες από τα βορειοδυτικά. Αν και η Ολλανδία δεν ήταν η μόνη χώρα που επηρεάστηκε από την καταιγίδα της Βόρειας Θάλασσας, εντούτοις χτυπήθηκε πιο πολύ από όλες. Η βροχή συνεχίστηκε και κορυφώθηκε αργά το βράδυ στις παράκτιες περιοχές, ανεβάζοντας απότομα τη στάθμη του νερού στα 4 με 5 μέτρα.
Το Watersnoodramp, όπως ονομάστηκε στα ολλανδικά, αποτέλεσε μια από τις μεγαλύτερες φυσικές καταστροφές του 20ού αιώνα σε ευρωπαϊκό έδαφος. Οι προειδοποιήσεις από την ολλανδική μετεωρολογική υπηρεσία (KNMI, Koninklijk Nederlands Meteorologisch Instituut) για επικίνδυνη αύξηση των υδάτων άργησαν να φτάσουν εγκαίρως στις κοινότητες που πλημμύρισαν. Το μέγεθος της τραγωδίας φάνηκε όταν αποτραβήχτηκαν τα νερά: περίπου 2.500 νεκροί σε Αγγλία, Σκωτία, Βέλγιο και Ολλανδία (1.836 μόνο στην τελευταία), 200.000 νεκρά ζώα και τεράστια καταστροφή σε περιουσίες, που σήμερα υπολογίζεται στα 5,4 δισ. ευρώ. Οι απώλειες ήταν μικρότερες σε περιοχές όπου λειτούργησε η αλληλεγγύη.
Το σύγχρονο θαύμα του «Deltawerken»
Η πιο άμεση αντίδραση των Ολλανδών μετά την πλημμύρα της Βόρειας Θάλασσας ήταν τα «Deltawerken» (Delta works): μια σειρά πελώριων αντιπλημμυρικών έργων αποτελούμενων από διάφορα είδη φραγμάτων και καναλιών, τα οποία είναι φτιαγμένα σε όλο το μήκος του δέλτα τριών ποταμών, οι οποίοι εκβάλλουν από την Ολλανδία στη Βόρεια Θάλασσα: Ρήνου, Σελντ και Μεύση. Το έργο πήρε 40 χρόνια να ολοκληρωθεί, αλλά όταν τελείωσε μείωσε την ακτογραμμή κατά 700 χιλιόμετρα και δημιούργησε καινούργια οικοσυστήματα. Θεωρείται θαύμα υδραυλικής μηχανικής και χαρακτηρίστηκε ένα από τα επτά θαύματα του σύγχρονου κόσμου.
Το πιο ενδιαφέρον φαίνεται να είναι η ποικιλία των «Deltawerken»: δηλαδή δεν ήταν απλώς ένας τύπος του κλασικού μεγάλου φράγματος, αλλά διάφορα είδη αναχωμάτων (dykes, dams, sluices), τα οποία σε περίπτωση αύξησης της στάθμης του νερού κλείνουν και αποτρέπουν το φούσκωμα των καναλιών. Επίσης δημιουργήθηκαν λεκάνες απορροής, οι οποίες λειτουργούν και σαν λίμνες ή πίστες κωπηλασίας. Η πλημμύρα του 1953 αποτέλεσε και εξακολουθεί να αποτελεί σταθερό σημείο αναφοράς για τη διαχείριση του νερού στην Ολλανδία αλλά και έντονο στοιχείο στη συλλογική μνήμη.
Στις πλημμύρες που χτύπησαν τη Γερμανία, το Βέλγιο και την Ολλανδία το καλοκαίρι του 2021 οι δύο πρώτες είχαν εκατοντάδες νεκρούς. Η Ολλανδία ούτε έναν. Γιατί; H παλιά σχέση της με το νερό και ιδιαίτερα η πλημμύρα του 1953 τής έδωσαν ένα βασικό μάθημα Ιστορίας, συνδεδεμένο με τέσσερις τομείς: έγκαιρη ενημέρωση του κοινού, εύρεση μακροπρόθεσμων λύσεων, ανεξάρτητες πηγές εσόδων που ελέγχονται από τοπικά εκλεγμένα συμβούλια (τα «συμβούλια του νερού») χωρίς να εξαρτώνται από κρατικά ταμεία και, τέλος, πιο αρμονική συμβίωση με τη φύση.
Αξίζει να σημειωθεί εδώ ότι το όλο σύστημα διαχείρισης του νερού έχει να κάνει όχι μόνο με την κατασκευή έργων υποδομής μία και έξω, αλλά με την ενεργή παρουσία και συμμετοχή των τοπικών κοινοτήτων. Καθότι τα αντιπλημμυρικά έργα εξ ορισμού ξεπερνούν τα γεωγραφικά όρια των περιφερειών και δήμων, η συνεργασία μεταξύ τους είναι βασική προϋπόθεση συνύπαρξης.
Η Ελλάδα εθελοτυφλεί στην επιτυχημένη τεχνογνωσία
Λόγω και των «Deltawerken», η ολλανδική τεχνογνωσία σε ζητήματα που έχουν να κάνουν με τη διαχείριση του νερού θεωρείται κορυφαία στον κόσμο. Εδώ να κάνουμε μια παρένθεση: τι ακριβώς παίρνει η Ελλάδα από άποψη αντιπλημμυρικής τεχνογνωσίας ή πάνω σε κάθε είδους αντιμετώπιση φυσικών καταστροφών στο επίπεδο της ΕΕ μάς είναι μυστήριο. Εχουμε συνηθίσει να ακούμε την κυβέρνησή μας να μιλάει για καταστροφές αφού έχουν γίνει, αλλά τίποτε πρακτικό για το πώς σκοπεύει να προλάβει να μη συμβούν. Ή ότι σκοπεύει να εκπαιδεύσει τοπικές κοινότητες που απειλούνται άμεσα. Η τεχνογνωσία υπάρχει: πέρα από τους Ολλανδούς, υπάρχουν και άλλα αντιπλημμυρικά έργα στην ΕΕ, όπως το σύστημα «Μωυσής» στη Βενετία με 79 φράγματα. Συνεπώς, αν δεν αξιοποιηθεί αυτή η τεχνογνωσία, όλα αυτά περί «ευρωπαϊκών πόρων» που τάζει η κυβέρνηση είναι εύκολα λόγια μέχρι την επόμενη καταστροφή.
Επιπλέον, η περιβαλλοντική ιστορία δεν είναι ενασχόληση κάποιου θεωρητικού κύκλου προβληματισμού. Οι Ολλανδοί απέδειξαν ότι ναι μεν άργησαν, αλλά πήραν πολύτιμα μαθήματα από την ιστορία με το νερό και πέρασαν στην αντιμετώπιση μειώνοντας αισθητά τον κίνδυνο πλημμύρας, όπως φάνηκε με τις πρόσφατες καταστροφές. Η Ιστορία δηλαδή μπορεί να αποτελέσει εξίσου ουσιαστική προσφορά τεχνογνωσίας στο πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν οι φυσικές καταστροφές στο μέλλον. Καταρχάς, παίρνοντας ως δεδομένο τη γεωγραφική και κοινωνική ιδιομορφία της κάθε χώρας/περιοχής η Ιστορία παρέχει άπλετο υλικό για σύγκριση με άλλες φυσικές καταστροφές που συνέβησαν αλλού, πώς τις αντιμετώπισαν οι κοινωνίες και τα κράτη. Και, τέλος, τι απέμεινε ως συλλογική μνήμη. Και στην Ελλάδα έχουμε εξαιρετικούς ιστορικούς και επιστήμονες που ασχολούνται με την ιστορία του περιβάλλοντος (π.χ. η Ελληνική Εταιρεία Περιβαλλοντικής Ιστορίας).
Μιας και η κλιματική αλλαγή είναι στην πόρτα μας, μήπως είναι καιρός να αρχίσουν να ανοίγουν πιο πολλά ερευνητικά προγράμματα και να αξιοποιηθεί περισσότερο αυτό το ανεκμετάλλευτο δυναμικό προτού φύγει έξω;