Ελλάδα – Ευρώπη και θα κρυώσουν και θα πεινάσουν

Ο πόλεμος στην Ουκρανία δίνει τη χαριστική βολή στην ελληνική οικονομία, την οποία βρίσκει πλήρως ανοχύρωτη, ενώ θα δοκιμάσει σκληρά όλες τις ευρωπαϊκές κοινωνίες

Ο πληθωρισμός που θα πλήξει την Ευρώπη θα χτυπήσει και την ελληνική οικονομία αλλά και την κοινωνία σαν τσουνάμι, καθώς είμαστε εισαγωγική χώρα και τα μισά από τα προϊόντα που εισάγουμε προέρχονται από την Ευρωπαϊκή Ενωση.

Τελικά η καταιγίδα ξέσπασε! Η Ρωσία επιτέθηκε στην Ουκρανία και μαζί με τις κυρώσεις εναντίον της η Μόσχα συμπαρασύρει και τη χειμαζόμενη από την πανδημία ευρωπαϊκή οικονομία στον όλεθρο. Γιατί σαφώς όλεθρο συνιστά ο πόλεμος για μια οικονομία που ταλανίζεται από την ακρίβεια, την ενεργειακή ένδεια και τις σφοδρές δυσμενείς ανισορροπίες στην εφοδιαστική αλυσίδα που έφερε η πανδημία.

Σε όποιο επίπεδο της ευρωπαϊκής οικονομίας κι αν εστιάσεις, βλέπεις το ολέθριο των συνεπειών. Από τις ελλείψεις βασικών λιπασμάτων και πρώτων υλών μαζί με τη μείωση των δημητριακών από Ρωσία – Ουκρανία μέχρι την πιθανή διακοπή της εφοδιαστικής αλυσίδας και βέβαια την εκτίναξη των διεθνών ενεργειακών τιμών σε πετρέλαιο και φυσικό αέριο.

Το χειρότερο σενάριο

Πέραν των υψηλών τιμών που θα πλήξουν τα ευρωπαϊκά νοικοκυριά, θα παγώσουν και οι τσιμινιέρες πολλών εργοστασίων, λόγω έλλειψης φυσικού αερίου, πετρελαίου και ρεύματος. Ακόμη και αν δεν καταγραφεί έλλειψη και σωθεί η παρτίδα με εισαγωγές από άλλες πέραν της Ρωσίας χώρες, οι τιμές της ενέργειας θα είναι τέτοιες που θα καθιστούν απαγορευτική τη λειτουργία των εργοστασίων. Ολα αυτά φέρνουν στο προσκήνιο το χειρότερο σενάριο. Η αναπτυγμένη δυτική Ευρώπη μπορεί να αντιμετωπίσει ακόμη και επισιτιστική κρίση.

Ως εκ τούτου είναι σοβαρό το ενδεχόμενο να καταγραφούν ελλείψεις στα ράφια των σουπερμάρκετ ακόμη και σε μακαρόνια! Ο λόγος; Αυτήν τη στιγμή βομβαρδίζεται απ’ άκρου εις άκρον ο σιτοβολώνας του κόσμου, οι απέραντες πεδιάδες της Ουκρανίας. Ακόμη και αν ο πόλεμος τελειώσει τώρα, οι καταστροφές στη γεωργική γη δεν αποκαθίστανται τόσο γρήγορα.

Για να καταλάβουμε την αλληλεξάρτηση της παγκόσμιας οικονομίας και το εύθραυστό της αρκεί να αναφέρουμε ότι όταν τον περασμένο Απρίλιο ένα πλοίο κόλλησε για έξι ημέρες στη διώρυγα του Σουέζ δημιουργήθηκε μποτιλιάρισμα 400 πλοίων και αυτό κόστιζε στην παγκόσμια οικονομία 10 δισ. δολάρια την ημέρα, ενώ καταγράφηκε αύξηση στην τιμή του πετρελαίου κατά 6% και εκτόξευση των ναύλων μέχρι και 47%. Ολα αυτά συμπαρέσυραν προς τα πάνω τον πληθωρισμό και σε συνδυασμό με τα γεωπολιτικά παιχνίδια της Ρωσίας που ξεκίνησαν ήδη από το καλοκαίρι (η Gazprom εκπληρώνει μόνο τις μακροπρόθεσμες συμφωνίες, με αποτέλεσμα να εκτινάξει τις τιμές του φυσικού αερίου) έφεραν το κλείσιμο εργοστασίων λιπασμάτων στη Βρετανία.

Η έλλειψη λιπασμάτων μαζί με την κλιματική αλλαγή βέβαια φέρνουν τεράστια προβλήματα στην παγκόσμια γεωργική παραγωγή. Το μεγάλο πολιτικό ζήτημα που προστίθεται σε όλα αυτά είναι η έλλειψη ηγετών που θα αναλάβουν να βγάλουν το καράβι της ευρωπαϊκής οικονομίας από την κρίση. Αρκεί να αναλογιστούμε ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα και οι Ευρωπαίοι ηγέτες δεν έβλεπαν από το καλοκαίρι το πρόβλημα που γεννάται από τις πληθωριστικές πιέσεις, μιλώντας για παροδικό φαινόμενο. Πλέον η βόμβα του πληθωρισμού έχει σκάσει στο σύνολο της ευρωπαϊκής επικράτειας και οι κοινωνίες της υποφέρουν από την έλλειψη ευθυκρισίας των ηγετών της. Τώρα ο πόλεμος δρα πολλαπλασιαστικά στην πηγή των προβλημάτων: αύξηση των τιμών των πρώτων υλών και των προϊόντων, διατάραξη της εφοδιαστικής αλυσίδας, ενεργειακή ένδεια.

Σε όλα αυτά έχουμε και τον δικό μας μικρόκοσμο, την ελληνική οικονομία ως αδύναμο κρίκο της ευρωπαϊκής. Οι καταστρεπτικές πολιτικές του Κυριάκου Μητσοτάκη, ειδικά στο ζήτημα της παραγωγής και διακίνησης του ηλεκτρικού ρεύματος, έχουν φέρει την κοινωνία σε απόγνωση. Ο αλόγιστος δανεισμός του κράτους και οι απευθείας αναθέσεις στους «φίλους» έχουν προκαλέσει τριγμούς στο κόστος δανεισμού. Η παντελής έλλειψη ενσυναίσθησης στο ζήτημα της ακρίβειας φτωχοποιεί τον ήδη φτωχοποιημένο από τη μνημονιακή εποχή καταναλωτή και μειώνει τον τζίρο της πραγματικής οικονομίας, φέρνοντας τον μικρομεσαίο επιχειρηματία στο χείλος του γκρεμού.

Η Ελλάδα της κρίσης

Εάν για την Ευρώπη οι συνέπειες από τον πόλεμο στην Ουκρανία και από τις επικείμενες κυρώσεις είναι δραματικές, για την Ελλάδα είναι ολέθριες. Στην προμετωπίδα όλων αυτών βρίσκεται βέβαια η εγκληματική –στα όρια της εθνικής μειοδοσίας– επιλογή των Μητσοτάκη – Χατζηδάκη να κλείσουν οι λιγνιτικές μονάδες παραγωγής ρεύματος. Αμεσα αυτή η κίνηση μας κατέστησε δέσμιους των εισαγωγών ρεύματος – και μάλιστα ρεύματος που παράγεται από φυσικό αέριο. Αυτήν τη στιγμή στην Ελλάδα το μείγμα ρεύματος που καταναλώνουμε προέρχεται κατά 45% από φυσικό αέριο. Αναλυτικότερα, το φυσικό αέριο την Παρασκευή ήρθε πρώτο στο ενεργειακό μείγμα της «επόμενης ημέρας» με μερίδιο 44,5% στην κάλυψη της ζήτησης και ακολουθούν ΑΠΕ με 24,96%, εισαγωγές με 16,29% και λιγνίτης με 5,94%.

Τα πράγματα γίνονται ακόμη χειρότερα αν δούμε πώς διαμορφώνονται οι τιμές στο σύνολο του ρεύματος που καταναλώνουμε. Οπως σχεδίασαν την αγορά οι Μητσοτάκης – Χατζηδάκης, η τιμή δεν διαμορφώνεται από τη συνδρομή όλων των καυσίμων του μείγματος αλλά από την τιμή του ακριβότερου καυσίμου. Στην περίπτωσή μας εύλογα προκύπτει ότι αυτό διαμορφώνεται από το φυσικό αέριο. Ο πόλεμος και οι κυρώσεις στη Ρωσία φέρνουν εκτόξευση των τιμών σε φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Αρκεί να θυμίσουμε την τρομακτική δήλωση του αναπληρωτή πρόεδρου του Συμβουλίου Ασφαλείας της Ρωσίας Ντμίτρι Μεντβέντεφ: «Καλωσορίσατε στον νέο κόσμο, στον οποίο ήδη σύντομα οι Ευρωπαίοι θα πληρώνουν 2.000 ευρώ τα χίλια κυβικά φυσικού αερίου!». Γι’ αυτό η τιμή χονδρικής στην Ελλάδα στην αγορά της επόμενης ημέρας, την Παρασκευή, διαμορφώθηκε στα 235,50 ευρώ ανά μεγαβατώρα, καταγράφοντας αύξηση 34,1%.

Ομως ο πληθωρισμός που θα πλήξει την Ευρώπη θα έρθει να χτυπήσει την Ελλάδα σαν τσουνάμι. Ας μην ξεχνάμε ότι είμαστε εισαγωγική χώρα και τα μισά από τα προϊόντα που εισάγουμε προέρχονται από την ΕΕ. Η ευρωπαϊκή επικράτεια και δη οι βόρειες χώρες που κατά κύριο λόγο παράγουν πλήττονται ευθέως από τις τιμές του φυσικού αερίου και παράλληλα το μεταφορικό έργο επιβαρύνεται τα μέγιστα από τις τιμές του πετρελαίου.

Υπάρχει όμως και ένα άλλο τεράστιο πρόβλημα: σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ το 25% περίπου των εισαγωγών μας αφορούν αργό πετρέλαιο (10 δισ. περίπου) με το οποίο κινείται η βιομηχανία και προϊόντα πετρελαίου (4 δισ. περίπου) που κινούν τα οχήματά μας. Ηδη το βαρέλι του μπρεντ στην αντίστοιχη αγορά έχει φτάσει τα 100 ευρώ. Εύκολα συνάγεται ότι με τον πόλεμο και τις οικονομικές κυρώσεις της Δύσης στη Ρωσία αυτή η τιμή θα παραμείνει για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Το ζήτημα που δημιουργείται στο εμπορικό ισοζύγιο (εισαγωγές μείον εξαγωγές) είναι τεράστιο και καθιστά εξαιρετικά αδύναμη την ελληνική οικονομία, που βρίσκεται στη δίνη της χειρότερης κρίσης (πόλεμος και πληθωριστικές πιέσεις από την πανδημία) με έναν πρωθυπουργό μηδενικής ενσυναίσθησης για την κοινωνία, που ενεργεί και νομοθετεί για τα συμφέροντα των λίγων και εκλεκτών φίλων του. Η κρίση εύκολα μπορεί να μετατραπεί σε επισιτιστική λόγω έλλειψης πρώτων υλών αλλά και να παγώσει την τσιμινιέρα των ευρωπαϊκών εργοστασίων λόγω του κόστους του φυσικού αερίου και της μεταφοράς των προϊόντων. Ακόμη και αν δεν συμβεί αυτό, το βέβαιο είναι ότι οι τιμές, που έχουν ήδη αυξηθεί στα βασικά προϊόντα κατά 20% έως 30%, θα φτάσουν σε δυσθεώρητα επίπεδα.

Η Ευρώπη της κρίσης

«Terra incognita». Θα καταφέρουν άραγε οι Ευρωπαίοι ηγέτες να λύσουν τον γρίφο των γιγαντιαίων προβλημάτων που φέρνει ο πόλεμος στην Ουκρανία; Ποιο θα είναι το κόστος για τις κοινωνίες της ευρωπαϊκής επικράτειας; Αν η Ρωσία λόγω των οικονομικών κυρώσεων και μιας ενδεχόμενης αύξησης των εξαγωγών φυσικού αερίου και πετρελαίου στις χώρες της Ανατολής (Κίνα και Ινδία) κόψει τις ροές στην Ευρώπη, πόσο θα παγώσουν η κοινωνία από το κρύο και η παραγωγή από την έλλειψη καυσίμων; Αν πέσουν πυρηνικά (έστω μικρού διαμετρήματος), τι θα συμβεί; Οι απαντήσεις αυτές είναι αδύνατο να δοθούν στο παρόν, έστω και αν αφορούν το κοντινό μέλλον. Στο χαοτικό περιβάλλον ενός πολέμου σημασία έχει το απρόβλεπτο που κάνει έτσι το μέλλον άδηλο.

Ας δούμε όμως κάποιους αριθμούς για να καταλάβουμε το μέγεθος της αλληλεξάρτησης της φτωχής ενεργειακά Ευρώπης που θέλει να τα βάλει –εγείροντας οικονομικές κυρώσεις– με τον ενεργειακό γίγαντα και βασικό προμηθευτή της σε ενέργεια και σπάνιες γαίες που τροφοδοτούν τη βιομηχανία αυτοκινήτων:

– Από τις Ρωσία και Ουκρανία προέρχονται το 29% των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, το 80% των εξαγωγών ηλιέλαιου και το 19% των εξαγωγών αραβόσιτου.

– Το ενεργειακό σύστημα της ευρωπαϊκής επικράτειας βασίζεται κατά 73% στα ορυκτά καύσιμα. Το πετρέλαιο αποτελεί το κυρίαρχο καύσιμο με συμμετοχή 35%, ενώ το φυσικό αέριο συμμετέχει στο μείγμα με 14% και ο άνθρακας με 14% επίσης. Αντίστοιχα, μόλις το 25% είναι καθαρή ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές. Σε αυτό το ¼ συμπεριλαμβάνεται και η επικίνδυνη πυρηνική ενέργεια.

– Στο σύνολο της ευρωπαϊκής επικρατείας η Ρωσία καλύπτει το 47% των αναγκών σε άνθρακα και λοιπά ορυκτά καύσιμα, το 41% σε φυσικό αέριο και το 27% σε πετρέλαιο.

Επιπρόσθετα η Ρωσία είναι επίσης μεγάλος παραγωγός αλουμινίου, νικελίου, λευκόχρυσου, παλλάδιου, ουρανίου, τιτανίου, άνθρακα, ξυλείας και λιπασμάτων. Ειδικά για το πολύ βασικό στη βιομηχανία και στις κατασκευές αλουμίνιο η ουκρανική κρίση έχει φέρει το πρώτο δίμηνο του 2022 παγκόσμια αύξηση κατά 20% περίπου στις τιμές.

Από την άλλη η Ρωσία –είναι εύλογο αυτό– αποκομίζει τεράστια κέρδη από τις εξαγωγές καυσίμων. Παρότι είναι ενεργειακός γίγαντας, η οικονομία της δεν είναι τόσο ανθηρή (φτωχοποιημένη κοινωνία). Κατατάσσεται μόλις 11η στον παγκόσμιο κατάλογο των πλούσιων χωρών με βάση το ΑΕΠ. Το ΑΕΠ της το 2021 ήταν 1,7 τρισ. δολάρια, όταν η Κίνα έχει 16,9 τρισ. δολάρια και οι ΗΠΑ 22,9 τρισ. δολάρια. Αντίστοιχα, το ΑΕΠ της ΕΕ άγγιξε συνολικά πέρυσι τα 17,1 τρισ. δολάρια.

Συνεπώς η Μόσχα δεν μπορεί να απολέσει τις εξαγωγές καυσίμων στην Ευρώπη χωρίς τρομακτικές συνέπειες για την οικονομία της, άρα δύσκολα θα πατήσει το κουμπί του στοπ στη ροή τους. Ωστόσο, για την ίδια υπάρχει η λύση των ενεργοβόρων χωρών της Ανατολής, κυρίαρχα η Κίνα και η Ινδία που διψούν για ενέργεια. Είναι χαρακτηριστικό ότι η προσάρτηση της Κριμαίας το 2014 και οι μικρές και βραχύβιες τότε κυρώσεις ανέδειξαν την Κίνα στον μεγαλύτερο εξαγωγικό προορισμό της ρωσικής οικονομίας. Τι θα πράξει τώρα η Κίνα είναι ακόμη άδηλο – προς το παρόν στηρίζει τη Ρωσία μην επεμβαίνοντας με κυρώσεις. Εστω και δύσκολα λοιπόν, αν αποφασίσουν Κίνα και Ινδία να αγοράσουν ρωσικά καύσιμα από την ανοιχτή αγορά, η Ρωσία θα αντισταθμίσει τις απώλειες στο ΑΕΠ της από ένα ενδεχόμενο στοπ στις ροές προς την Ευρώπη.

Η Ευρώπη από την άλλη είναι σε αδιέξοδο. Κάποιοι προβάλλουν ως λύση το υγροποιημένο αέριο (LNG). Ομως χρειαζόμαστε 380 bcm (billion cubic metres = δισ. κυβ. μ.) φυσικού αερίου ετησίως και το πρόβλημα είναι ότι υπάρχουν μόνο 650 πλοία παγκοσμίως που μεταφέρουν LNG. Επίσης, η Ευρώπη έχει μόλις 24 σταθμούς LNG. Αν σ’ αυτό προσθέσουμε και την αργή φόρτωση του κάθε πλοίου, το μεταφορικό κόστος και βέβαια τις συνθήκες στις θαλάσσιες μεταφορές, τότε εύκολα καταλαβαίνουμε ότι δεν μπορεί το LNG να υποκαταστήσει το μεταφερόμενο με αγωγούς ρωσικό φυσικό αέριο• πρόβλημα στην οικονομία και ίσως έλλειμμα τροφίμων στα ράφια των σουπερμάρκετ! Σε κάθε περίπτωση υπάρχει ο κίνδυνος οι ευάλωτοι της ευρωπαϊκής επικράτειας να αντιμετωπίσουν την πείνα.

ΑΡΙΘΜΟΙ
45%

φυσικό αέριο περιλαμβάνει το μείγμα ρεύματος που καταναλώνουμε τώρα
στην Ελλάδα

25%

των εισαγωγών μας αφορούν αργό πετρέλαιο

29%

των παγκόσμιων εξαγωγών σιταριού, 80% των εξαγωγών ηλιέλαιου και 19% των παγκόσμιων εξαγωγών αραβόσιτου προέρχονται από Ρωσία και Ουκρανία

47%

των αναγκών της Ευρώπης σε άνθρακα και λοιπά ορυκτά καύσιμα, το 41% σε φυσικό αέριο και το 27% σε πετρέλαιο καλύπτει η Ρωσία

 

Ετικέτες