Η μόνιμα εγκατεστημένη στη Νότια Κορέα δημοσιογράφος Ελισάβετ Κυρίτση ανατέμνει τον τρόμο στην κοινωνία και στο θέαμα της χώρας της Άπω Ανατολής με αφορμή τη σειρά «Είμαστε όλοι νεκροί».
Όταν µου ζητήθηκε να γράψω µερικά λόγια για τον κορεατικό τρόµο, τους δηµιουργούς που κατάφεραν να βάλουν το Korean horror στον παγκόσµιο χάρτη της ποπ κουλτούρας, αλλά και για το ποια είναι η κοινωνική συνθήκη που κάνει σκηνοθέτες και σεναριογράφους να ενεργοποιούν τη µυθολογία των ζόµπι, για παράδειγµα, ώστε να πουν αυτά που θέλουν για τον λαό, τη χώρα και τη ζωή τους, η αλήθεια είναι ότι στάθηκα για λίγα λεπτά να σκεφτώ. Γιατί οι Νοτιοκορεάτες είναι τόσο άψογοι χειριστές του τρόµου; Και µάλιστα διατυπώνουν εύστοχα κοινωνικοπολιτικά σχόλια χρησιµοποιώντας στοιχεία από τον κινηµατογράφο του τρόµου; Επειδή η Νότια Κορέα είναι χώρα µε έντονο µεταφυσικό vibe, οι βουδιστικοί ναοί βρίσκονται µεσοτοιχία µε το σαλόνι σου και ο σαµάνος της γειτονιάς σου µπορεί ανά πάσα στιγµή να δει αν έχεις κάποια σκιά που σε παρακολουθεί. Α, και η πλειονότητα του πληθυσµού πιστεύει στα φαντάσµατα. Και όλα αυτά είναι απολύτως ΟΚ.
Το τελευταίο τρένο στην επικράτεια του τρόµου
Από το «Εξπρές των ζωντανών» (Train to Busan, 2016) έως το πρόσφατο χιτ του Netflix που χτύπησε κορυφή παγκοσµίως «Είµαστε όλοι νεκροί» (All of us are dead) έχουν µεσολαβήσει πολλά «δροµολόγια»: «Kingdom» (2019), «Peninsula» (2020 – το όχι και τόσο πετυχηµένο σίκουελ του «Εξπρές»), «#Alive» (2020), «Happiness» (2021 – η συγκεκριµένη σειρά δεν έχει προβληθεί ακόµη στην Ελλάδα). Ολα έχουν κοινό παρονοµαστή µια επιδηµία που µετατρέπει τους ανθρώπους σε ζόµπι, σε νεκροζώντανους που απειλούν την ανθρωπότητα, κάτι που θα µπορούσε να αποτελεί αλληγορία για τους ανεγκέφαλους που στέλνουν την ανθρωπότητα στα βράχια. Και γύρω γύρω χίλια µύρια πολιτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά ερωτήµατα: «Αν πεθάνουµε, η χώρα θα µας θρηνήσει το ίδιο όπως θα θρηνούσε µεγάλους;» αναρωτιέται µια µαθήτρια στο «All of us are dead» µε παράπονο. Η απάντηση που παίρνει είναι πως οι ενήλικες εκπροσωπούν τη σοφία ενώ οι νέοι την ελπίδα, αλλά κανείς δεν ξέρει τι από τα δύο θα προτιµηθεί στο τέλος: η σοφία ή η ελπίδα.
Στο θέµα µας όµως: στο «All of us are dead» οι δηµιουργοί καταπιάνονται µεταξύ άλλων µε ένα τεράστιο πρόβληµα που βασανίζει την κορεατική κοινωνία: το µπούλινγκ στα σχολεία. Ενας πατέρας, καθηγητής λυκείου, φτιάχνει έναν ιό για να κάνει δυνατότερο τον γιο του ο οποίος κάθε τόσο κακοποιείται από τους bullies του σχολείου, οι οποίοι κάθε φορά καταφέρνουν να τη γλιτώνουν είτε για ταξικούς λόγους είτε γιατί η αξιολόγηση του σχολείου πλησιάζει και ο λυκειάρχης θέλει η επιτροπή να βρει τα πάντα άψογα. Υπάρχουν και άλλες σειρές που ασχολούνται µε το συγκεκριµένο θέµα, σε καµία όµως δεν ξεκινάει επιδηµία γιατί ένας γονιός θέλει να σώσει το παιδί του από τους τσαµπουκαλήδες. Καταλαβαίνετε λοιπόν ποιο είναι το µέγεθος του προβλήµατος;
Θυµάστε στο «Train to Busan» για ποιο λόγο είχαν κλείσει οι πόρτες προς το ασφαλές βαγόνι; Επειδή το µεγαλοστέλεχος ήθελε να εξασφαλίσει πως ο ίδιος, άντε και όσοι κλείστηκαν εκεί µαζί του, θα έφταναν σώοι στο Μπουσάν. Ή γιατί ξεσπάει επιδηµία στο Τζόσον (έτσι λεγόταν η Κορέα προτού αποκτήσει το όνοµα που έχει σήµερα) στο «Kingdom»; Επειδή ο βασιλιάς έπρεπε να αναστηθεί πάση θυσία για να εξυπηρετήσει τα συµφέροντα της οικογένειας της βασίλισσας.
Οι Κορεάτες µέσα από τον τρόµο µιλάνε για τα πραγµατικά προβλήµατα της κοινωνίας τους –αυτό άλλωστε έκαναν από παλιά– επειδή η κοινωνία τους είναι χτισµένη πάνω στον τρόµο. Εχοντας ζήσει κατοχές από την Κίνα και την Ιαπωνία, έχοντας περάσει από χούντα τη δεκαετία του ’80, αυτή η εύθραυστη και µε την καλή έννοια αλαφροΐσκιωτη κοινωνία –που κρατάει τις παραδόσεις, που κρεµάει ακόµη φυλαχτά διαβασµένα από τους σαµάνους της στις πόρτες– προτιµά να µιλά τη γλώσσα του τρόµου, η οποία είναι ευκόλως αντιληπτή από όλους, µικρούς και µεγάλους.
Young-hee, να µια δολοφονική κούκλα
Στο «Παιχνίδι του καλαµαριού» (Squid game, 2021), την άλλη µεγάλη επιτυχία της Νότιας Κορέας στο Netflix, η ανέχεια και οι τοκογλύφοι, τα δάνεια και το όνειρο της καλύτερης ζωής στέλνουν απλούς ανθρώπους στον θάνατο, ανθρώπους οι οποίοι µε τη συναίνεσή τους συµµετέχουν σε παραδοσιακά κορεατικά παιχνίδια. Ξέρετε τι µου έκανε εντύπωση; Οτι ενώ σε αρκετές χώρες δάσκαλοι και καθηγητές έστελναν µήνυµα κινδύνου στους γονείς ώστε να µην επιτρέψουν στα παιδιά τους να δουν τη σειρά γιατί στα προαύλια των σχολείων τους έπαιζαν βίαια παιχνίδια, στα σχολεία της Νότιας Κορέας στήνονταν φεστιβαλάκια διάδοσης των παραδοσιακών παιχνιδιών, αυτών που µεγάλωσαν γενιές και γενιές Κορεατών. Η Young-hee, η ηρωίδα των παλιών σχολικών αναγνωστικών –αντίστοιχη της δικής µας Ελλης («να ένα µήλο»)–, αν και έγινε φρικιαστικά θανάσιµο όπλο στο παιχνίδι «red light, green light», ήρθε στην επικαιρότητα και πολλά πιτσιρίκια στη Νότια Κορέα έµαθαν ποια είναι. Κανένα περιστατικό βίας, κανένα παράπονο στα σχολεία. Μόνο φεστιβάλ και γιορτές. Και πολλά dalgona, που σηµαίνουν πολλές θερµίδες.
Τέλος, θα ήθελα να επισηµάνω –έτσι σαν µπόνους– πως αυτό που διαχωρίζει στα δικά µου µάτια ή καλύτερα στα δικά µου αυτιά τον κορεατικό τρόµο από εκείνον που σερβίρει η ∆ύση στη µεγάλη οθόνη ή στις πλατφόρµες είναι ο ήχος. Τα τµήµατα ήχου και ηχητικών στις ταινίες και τις σειρές κάνουν τη µεγαλύτερη και κυριότερη δουλειά. Οχι τα οπτικά εφέ, όχι. Ο ήχος. Ο ήχος που µπορεί να είναι ένα απλό αλλά µαεστρικό βουητό και σε κάνει να εγκαταλείπεις το σώµα σου από τον φόβο. ∆οκιµάστε να δείτε µια αγωνιώδη σκηνή, που στο 90% των δυτικών παραγωγών καταλήγει σε jump scene, στο mute. Στην Κορέα αυτό δεν µπορεί να συµβεί.
Υποκλίθηκα στον παραλληλισµό που έγινε στο «Είµαστε όλοι νεκροί» µε την εξέγερση της Γκουάνγκτζου το 1980. Τότε ήταν η τελευταία φορά που είχε επιβληθεί στρατιωτικός νόµος. Ο στρατός µάλιστα απέκλεισε την πόλη, όπως γίνεται και στη σειρά, ώστε να µη γίνουν γνωστά τα εγκλήµατα που συντελούνταν ενάντια στους αγωνιστές του ∆ηµοκρατικού Κινήµατος οι οποίοι αγωνίζονταν ενάντια στο δικτατορικό καθεστώς. Στη σειρά η κυβέρνηση και ο στρατός έθεσαν το Χιοσάν υπό καθεστώς στρατιωτικού νόµου και το απέκλεισαν, αφήνοντας αβοήθητους τους αποκλεισµένους στο σχολείο τους µαθητές. Μαντέψτε ποιοι ξεκίνησαν την εξέγερση στις 18 Μαΐου 1980 στην Γκουάνγκτζου. Σωστά, οι µαθητές και οι φοιτητές.
Θέλω να κλείσω back το µάτι στους δηµιουργούς του «All of us are dead», που µε τη σειρά τους έκλεισαν το µάτι στους συναδέλφους τους στο «Train to Busan». Οι επιζώντες του Hyosan High School έφτασαν στα οδοφράγµατα που σηµατοδοτούν την ασφαλή περιοχή περπατώντας πάνω σε γραµµές τρένου. Αυτό.