Ελευθερία Αρβανιτάκη: «Όλοι έχουμε σκληρύνει τα χρόνια που πέρασαν»

Λίγες ημέρες πριν από την εμφάνισή της στο Ηρώδειο συζητήσαμε με τη γνωστή ερμηνεύτρια με διάθεση άκρως ψυχαναλυτική.

Στις 29 Ιουνίου η Ελευθερία Αρβανιτάκη θα αναµετρηθεί στο Ηρώδειο µε δύο από τα πιο οριακά µουσικοποιητικά έργα που έχει τραγουδήσει, τα «Τραγούδια για τους µήνες» του ∆ηµήτρη Παπαδηµητρίου και το «Γρήγορα η ώρα πέρασε» του Νίκου Ξυδάκη. Τη συνάντησα ιδιαιτέρως αγχωµένη· µου µίλησε για τις αυξηµένες ερµηνευτικές υποχρεώσεις αυτών των τραγουδιών µετά τη δεύτερη καραντίνα που µοιραία στέρησε και από την ίδια την επαφή µε τη µουσική. Μου έβγαλε καφέ και γλυκό σταφύλι από την πατρίδα της την Ικαρία. Γνώρισα τον 25άχρονο γιο της και την 95άχρονη γλυκύτατη µητέρα της. Με συγκίνησε όταν µου εξοµολογήθηκε πως «πριν από έξι χρόνια πήγα στο πατρικό µου στον Πειραιά και είδα τη µάνα µου να έχει το πιο θλιµµένο βλέµµα. Της είπα αµέσως: “Παράτα τα όλα και έλα να µείνεις µαζί µου”. Από τότε ζούµε πάλι όλοι µαζί σαν οικογένεια». Ισως αυτή η εξοµολογητική της διάθεση διαµόρφωσε το κλίµα της συνέντευξής µας, που κινήθηκε σε ένα άκρως ελεύθερο πεδίο, αγγίζοντας τα όρια της ψυχανάλυσης σύµφωνα µε την ίδια.

(© Πάνος Γιαννακόπουλος)

 

Πού σας είχε βρει ο σεισµός του 1981;

Το 1981 ήταν η χρονιά που ο ∆ιονύσης Σαββόπουλος έκανε παραγωγή στα «Μπαράκια» του Βαγγέλη Γερµανού. Ηµουν σπίτι του Βαγγέλη και κάναµε πρόβα όταν ξεκίνησε ο σεισµός. Κόντεψε να πέσει πάνω µου η βιβλιοθήκη και βγήκαµε σαν τρελοί από το δωµάτιο. Μου είχε κάνει µεγάλη εντύπωση που ο Βαγγέλης από την ταραχή του πήρε ένα µήλο από την κουζίνα και το έφερε στο σαλόνι προτού βγούµε όλοι από το σπίτι. Ο κόσµος ήταν ανάστατος, τα τηλέφωνα δεν λειτουργούσαν κι εγώ έπρεπε να επιστρέψω στον Πειραιά για να δω τη µάνα µου και τη γιαγιά µου που έµενε µαζί µας για έναν χειµώνα. Γινόταν χαµός µε τα αυτοκίνητα στους δρόµους και ούτε ξέρω πώς έφτασα στον Πειραιά.

Ο σεισµός, όχι ως φυσικό φαινόµενο αλλά ως οριακή κατάσταση, γίνεται για κακό ή και για καλό;

Σεισµός για µένα ήταν η πρώτη φορά που έπαιξα στη σκηνή µαζί µε τον Σαββόπουλο και την Οπισθοδροµική Κοµπανία. Αυτή ήταν µια γερή δόνηση, αφού βρέθηκα πολύ ξαφνικά σε έναν άλλο κόσµο. Ηµουν στα 22 τότε και δεν είχα συνείδηση τι πάω να κάνω. Ανέβηκα µε πολύ θάρρος και χωρίς κανένα άγχος. Αργότερα συνειδητοποίησα τι έγινε και από τότε, νοµίζω, άρχισε το άγχος της σκηνής, το οποίο δεν µε έχει εγκαταλείψει ποτέ. Να λοιπόν ένας σεισµός που ήταν για καλό.

∆εν σας αρέσει να περιαυτολογείτε.

Όχι, καθόλου. Όχι από συστολή, απλώς το θεωρώ υπερβολή. Ο χρόνος και ο απέναντι άνθρωπος θα µπορέσει να µιλήσει γι’ αυτά. Μπορεί να έχω µια σιγουριά ότι αυτό που έχω κάνει δεν πετιέται στα σκουπίδια ύστερα από τόσα χρόνια αλλά γράφει µια πολύ µικρή ιστορία στην ελληνική µουσική.

Ισχύει ότι είχατε συµπράξει πριν από σαράντα χρόνια µε τον Παύλο Σιδηρόπουλο;

Ναι. Τους γνώρισα όλους αυτούς τη χρονιά που έπαιξα µε τον Σαββόπουλο, το 1979-80, γιατί στην οµάδα του ήταν και ο Πουλικάκος. Μέσω του Πουλικάκου είχα γνωρίσει τον Σιδηρόπουλο και πήγα σε µια συναυλία που κάνανε στο Σπόρτιγκ, άσχετη τελείως εγώ από όλο αυτό το κλίµα µα και συνεπαρµένη. Ενας άλλος κόσµος.

Είστε αυτάρεσκη σε σηµείο να µαγεύεστε από αυτό που είστε ή από τη φωνή σας;

Κάποιες φορές ναι, είµαι. Χτες, ας πούµε, πήγα και τραγούδησα σε ένα τηλεοπτικό αφιέρωµα για τον Σπανουδάκη το «Εφυγες νωρίς», το «Ζωή κλεµµένη» και την «Ακτή». Τα είπα µια κι έξω, δεν χρειάστηκε καν πρόβα. Τότε είπα στον εαυτό µου: «Μπράβο σου που τα είπες µια κι έξω και ωραία τραγουδηµένα». Είχα πολύ καιρό να µου πω µπράβο, να αυτοεπιβεβαιωθώ, γιατί η δεύτερη καραντίνα µας κράτησε µέσα πολύ καιρό και µας γέµισε θλίψη.

(© Γιώργος Καπλανίδης)

 

Αναρωτιέµαι για την επιτυχία της ερµηνείας σας στο «Οχι µαζί» του Μαµαγκάκη και του Ιωάννου. Συµφωνείτε ότι το τραγουδάτε πραγµατικά σαν µια γυναίκα ελευθέρων ηθών εν µέσω κοινωνικού κατατρεγµού;

Με βοήθησε πάρα πολύ ο Μαµαγκάκης. Χωρίς να µου πει πώς να το πω, ήξερε ότι θα έβγαινε µε µια σοπράνο φωνή, όπως ήταν η δική µου στο ξεκίνηµά µου, το πολύτιµο που περιείχε ο στίχος του Ιωάννου. Μπορεί κάποια τραγούδια να βγάζουν ένα τόσο δυνατό αίσθηµα που δεν σου ανήκει, ώστε να γίνεσαι ηθοποιός. Προσπάθησα να το πω σαν ηθοποιός, ούσα απέξω και πάλι.

Τότε, ίσως και σήµερα, µπορείτε να δείτε κάποιον ερωτικά µε την πρώτη µατιά ή θα πρέπει να το ψάξετε παραπάνω;

∆εν έχω ζήσει έρωτα µε την πρώτη µατιά. Εχω ζήσει σχέσεις πολύ δυνατές, οι οποίες είχαν και την κουβέντα, τον διάλογο. Γνώριζα έναν άνθρωπο που µπορεί να µου άρεσε εξωτερικά, αλλά θα έπρεπε να τον συζητήσω. Καλώς ή κακώς, από µικρή υπήρξα εγκεφαλική σε αυτά. Θέλω πρώτα να µιλήσω µε τον άλλο, να πούµε πράγµατα, όσο κι αν µου αρέσει. Μόνο έτσι θα φτιαχτεί σιγά σιγά η ερωτική διάθεση.

Στρωτό µου ακούγεται.

Εχω ένα µέτρο, είµαι άνθρωπος του µέτρου. ∆εν είµαι των άκρων. Ακόµη κι αν λειτουργώ µε το ένστικτο, συχνά µπαίνει µπροστά η λογική.

Ως µητέρα το έχετε περάσει αυτό στα παιδιά σας;

∆εν ξέρω. Ναι, νοµίζω το έχουν και τα παιδιά µου. Ανέκαθεν είχα στενή σχέση µε τα παιδιά µου. Είµαστε άρρηκτα δεµένοι µε τον γιο µου και την κόρη µου και τα αγαπώ εξίσου. Μεγάλη ευτυχία να τα παρακολουθώ να παίρνουν τον δρόµο τους. Η κόρη µου ζει πια στο Λονδίνο, εκεί δουλεύει, αλλά πηγαινοερχόµαστε τακτικά. Ο γιος µου ζει και δουλεύει στην Ελλάδα.

Είναι αλήθεια πως τρεις δίσκοι σας από τη δεκαετία του 1990, το «Μένω εκτός», τα «Κορµιά και τα µαχαίρια» και τα «Τραγούδια για τους µήνες», άνοιξαν δρόµους. Ακούγονται µέχρι σήµερα µε την ίδια αµείωτη ένταση. Σας αγγίζει ότι ένα µεγάλο µέρος του κοινού και της κριτικής έχει υψηλές προσδοκίες για τις σηµερινές δουλειές σας σε σχέση µε τις προαναφερθείσες;

Την εποχή που έγιναν οι τρεις δίσκοι που λέτε και που µε γεµίζουν µε περηφάνια –λογικό είναι– ήµασταν όλοι σε µια έξαρση αναζήτησης. Μιλάω για µια αναζήτηση καινούργιων πραγµάτων µέσα από πολλές κουβέντες. Οι κουβέντες, ας πούµε, που κάναµε µε τη Λίνα Νικολακοπούλου όταν σχεδιάζαµε το «Μένω εκτός» ήταν µεγάλο σχολείο για µένα. Σήµερα έχει αλλάξει λίγο το πλαίσιο, έχουµε αποστασιοποιηθεί. Εχουν αλλάξει η επικοινωνία των ανθρώπων, η δισκογραφία, πώς βγαίνει ένας δίσκος, οι συνεργασίες που µπορείς να κάνεις. Εγώ δούλεψα µε νέα παιδιά, µε τον Θέµη Καραµουρατίδη και τη Λήδα Ρουµάνη. Μπορεί ο δίσκος αυτός να µη στέκεται δίπλα στους προαναφερόµενους, είναι όµως η πορεία του σήµερα. Από τη στιγµή δηλαδή που είµαι ακόµη εν ενεργεία και επί σκηνής θα συνεργαστώ και µε νέα παιδιά χωρίς να προσδοκώ έναν αριστουργηµατικό –αν το θέτετε έτσι– δίσκο. Μπαίνεις πιο εύκολα εσύ στα παπούτσια των άλλων.

Τελευταία συνεργάζεστε αποκλειστικά σχεδόν µε τη στιχουργό Λήδα Ρουµάνη, µε την οποία σας συνδέουν πολλά χρόνια σταθερής φιλίας. Πόσο ασφαλής είναι η συνεργασία µε έναν δικό σας άνθρωπο;

Το ότι γνωρίζεσαι καλά µε έναν άνθρωπο σου δίνει µια ελευθερία. Με τη Λήδα είχαµε κάνει µαζί δυο τρία τραγούδια πριν από τον τελευταίο µου δίσκο µε τον Καραµουρατίδη. Ο δίσκος έγινε κατόπιν πρότασης του Θέµη: «Ελευθερία, θες να κάνουµε έναν δίσκο µε τη Λήδα για σένα;». Και είπα: «Βεβαίως, πάµε, γιατί όχι;». Ισα ίσα που γνωρίζοντας καλά τον άλλο βγαίνει εκεί και µια άλλη ψυχή. Ο Μιχάλης Γκανάς, που είναι ένας άλλος καρδιακά δικός µου άνθρωπος, δεν γράφει πια στίχους για τραγούδια, απέχει συνειδητά. Θα ήθελα πολύ να ξανακάναµε πράγµατα, αλλά βρίσκεται στη φάση που λέω.

Ποια ήταν η αιτία που σας έκανε να θέλετε να αποσυρθείτε;

Η δεκαετία 2010-20 ήταν για µένα πολύ δύσκολη περίοδος. Μπορεί να έκανα ωραίες συνεργασίες, να έπαιξα µε την Αλκηστη που µου άρεσε πολύ, να πήγα στην Αµερική στο Κάρνεγκι Χολ, αλλά για λόγους προσωπικούς και κοινωνικούς, κατάρρευσης της Ελλάδας, µε πήγε πίσω. Εµπλεξα µε δικαστήρια και µε δικηγόρους, µε πολλά βαριά πράγµατα. Είχα φοβηθεί πολύ σε σχέση µε το µέλλον. Ο σώζων εαυτόν σωθήτω ήταν εκείνα τα χρόνια.

Τι είναι αυτό που θα θέλατε να πετάξετε από πάνω σας;

Θα ήθελα να ζήσω άλλη µια περίοδο ξεγνοιασιάς. Ξέγνοιαστη, τελείως ξέγνοιαστη, ένιωσα µόνο την περίοδο µε την Οπισθοδροµική Κοµπανία. Ετρεχαν άλλοι τότε. Αρχηγός του γκρουπ ήταν ο Αγγελος Σφακιανάκης και είχε την ευθύνη για όλα.

Πώς ορίζετε την ξεγνοιασιά;

Να µη χρειάζεται να πάρω αποφάσεις, να µη χρειάζεται να οργανώσω τίποτε, να είναι πιο εύκολη η συνάντηση µε ανθρώπους. Νοµίζω πως όλοι έχουµε σκληρύνει τα τελευταία χρόνια που έχουν περάσει. ∆εν αγγίζονται εύκολα οι ψυχές.

Η νεότητα σας γυρνάει σε µνήµες ενδεχοµένως µαζοχιστικές;

Πέρασα πολύ δύσκολη εφηβεία γιατί δέκα χρόνων έχασα τον µπαµπά µου και από κει και πέρα έβγαλα σπαθιά πολλά, άµυνες. Αγρίεψα, έγινα σκληρό κορίτσι, κάτι που επηρέασε τη σχέση µου µε τα αγόρια κυρίως. Εγώ υπήρξα αγοροκόριτσο, γι’ αυτό και όλα τα χρόνια συνεργάζοµαι µε άντρες.

Σας λείπει η πατρική παρουσία;

Τώρα πια; Ούτε που το σκέφτοµαι. Μια και το συζητάµε, όµως, πιστεύω πως αν δεν πέθαινε τότε ο πατέρας µου, η ζωή µου θα είχε εξελιχθεί πολύ διαφορετικά. Είµαι σίγουρη γι’ αυτό. Μπορεί να µην είχα την τόλµη να γινόµουν τραγουδίστρια.

Και να παίρνατε σύνταξη ως γραµµατέας;

Ναι. Τότε είχε φύγει στην Αµερική ο αδερφός µου για να σπουδάσει αρχιτεκτονική και εγώ δεν πέρασα τις εξετάσεις για το πανεπιστήµιο. Σκεφτόµουν να κάνω τις σπουδές που ήθελα στην Ιταλία, αλλά συνάντησα την Οπισθοδροµική και τα πράγµατα πήραν άλλη πορεία. Μου άρεσε ξαφνικά που ήµουν το κορίτσι µέσα σε τόσους άντρες.

Τα προβλήµατα στη σχέση µε τα αγόρια πότε υποχώρησαν;

Ακόµη συνεχίζονται (γέλια). Ισως τα προβλήµατά µου µε τους άντρες να πηγάζουν από εκείνα τα χρόνια.

Στα πάντα αποδίδετε µια ασυνείδητη ερωτική διάσταση.

∆ίνω µια οικεία ζεστή διάσταση σε όλα. Θα εξαιρέσω από αυτό την τελευταία δεκαετία που έλεγα πριν. Ευτυχώς που υπήρξαν πολλές περίοδοι που είχα αφεθεί.

Εχετε εισπράξει όσο και όπως θα θέλατε την αγάπη του κόσµου;

Ναι. Ο κόσµος µε έχει κάνει πολλές φορές να αισθανθώ βασίλισσα. Τον ευγνωµονώ βαθιά γι’ αυτό. Ανέκαθεν ήµουν επικοινωνιακή µε το κοινό. Είµαι κοινωνική γιατί είµαι ευγνώµων. Μου αρέσει όταν βρίσκοµαι έξω και µου χαµογελάνε.

INF0

Ωδείο Ηρώδου Αττικού, 29 Ιουνίου στις 21.00. Η Ελευθερία Αρβανιτάκη παρουσιάζει δύο προσωπικούς δίσκους της που ξεχώρισαν στο πεδίο της μελοποιημένης ποίησης: τα «Τραγούδια για τους μήνες» και το «Γρήγορα η ώρα πέρασε». Την Καμεράτα – Ορχήστρα Φίλων της Μουσικής διευθύνει ο Γιώργος Πέτρου