Το ελευθέρας για συμμετοχή του ανώτατου και κατώτερου κλήρου στο συλλαλητήριο της Αθήνας έδωσε νωρίτερα η Διαρκής Ιερά Σύνοδος υπό το βάρος των αντιδράσεων που ήγειραν πολλοί ιεράρχες.
“Κάθε έκφραση υπερασπίσεως των δικαίων της Μακεδονίας μας είναι επαινετή αρκεί αυτή να είναι γνήσια, ανιδιοτελής και πηγαία και πάντα στο πνεύμα μια νόμιμης και δημοκρατικής εκδήλωσης”, αναφέρεται στο ανακοινωθέν. Η διατύπωση αυτή καταδεικνύει την θέληση του αρχιεπισκόπου να λάβει η Εκκλησία αποστάσεις από τα ακραία στοιχεία που επιχειρούν καπηλεία μέσω της διοργάνωσης συλλαλητηρίων και την απόφασή του να μην εξωθήσει σε καταστάσεις διάσπασης μεταξύ Εκκλησίας και ποιμνίου.
Το ανακοινωθέν καλύπτει τους Ιεράρχες που μετείχαν στο συλλαλητήριο της Θεσσαλονίκης, επισημαίνοντας ότι συμμερίζεται την “εύλογη αγωνία” των ιεραρχών που διαποιμαίνουν στην Μακεδονία και κυρίως επιχειρεί την απεμπλοκή της Εκκλησίας από οποιεσδήποτε πολιτικές προσδέσεις.
Η Ιερά Σύνοδος δηλώνει ρητά ότι “δε μετέχει σε πολιτικές διεργασίες και μεθοδεύσεις, ούτε αποδέχεται να παίζει ο οιοσδήποτε πολιτικά παίγνια εις βάρος της. Τα εθνικά θέματα δεν χωρούν μικροκομματικές ή μικροπολιτικές προσεγγίσεις και ερμηνείες”, καταλήγει το ανακοινωθέν, το οποίο αφήνει αιχμές για παρερμηνεία των δηλώσεων του αρχιεπισκόπου για αντιμετώπιση του ζητήματος με όρους εθνικής συναίνεσης.