Η καταδίκη των ηγετών της εγκληματικής συμμορίας και των παρατρεχάμενών τους φαίνεται ότι έκατσε για τα καλά στον λαιμό αρκετών δεξιών και ιδιαίτερα πολλών ακροκεντρώων.
Γιατί ναι μεν δηλώνουν δημοκράτες αλλά δεν θέλουν να υπάρξει ούτε για ένα λεπτό η παραμικρή σκέψη που να ξεφεύγει από τα αυστηρά νεοφιλελεύθερα κουτάκια τους. Ναι μεν να καταδικαστούν οι νεοναζιστές, αλλά να μείνουν στο απυρόβλητο όσοι τους υπέθαλψαν, τους ανέδειξαν και τους χρησιμοποίησαν.
Ναι μεν αυτοί που δολοφονούν να πληρώσουν, αλλά οι «άλλοι» που δεν ομνύουν στον νεοφιλελευθερισμό να μην πιάνουν στο στόμα τους όσους προσπάθησαν να δημιουργήσουν «σοβαρή Χρυσή Αυγή», όσους επί χρόνια ξέπλεναν τους δολοφόνους και όσους τους ανέθεταν τα σκοτεινά συμβόλαια.
Γιατί οι δολοφόνοι ήταν –και είναι– και μπράβοι και συμμορίτες ποικίλων δραστηριοτήτων του «λιμανιού» και της νύχτας και μαγαζάτορες και άνθρωποι «νόμιμων»… επιχειρηματιών για κάθε βρομοδουλειά, αλλά και «πατριώτες» διαδηλωτές κατά των Πρεσπών και στυλοβάτες των κινητοποιήσεων των νοικοκυραίων κατά των μεταναστών.
Οπότε, εξηγήσιμη η επωδός κάθε τοποθέτησης ακροκεντρώου: ναι μεν να τιμωρηθούν οι ηγέτες της εγκληματικής οργάνωσης, αλλά να καταδικαστούν και όσοι βγαίνουν έξω από τις «επιτελικές» νόρμες.
Γιατί όπως έχει πει και ο Βορίδης, «ο Κυριάκος Μητσοτάκης πρέπει να κάνει παρεμβάσεις στο κράτος και στους θεσμούς για να μην ξαναέρθει η Αριστερά στην εξουσία γιατί οι ιδέες της είναι ελαττωματικές».
Αυτή η αντιδημοκρατική άποψη είναι που ενοποιεί σήμερα τους ναιμεναλλάδες με τον Μητσοτάκη και τον Βορίδη.
Γι’ αυτό χειροκροτούν την απόφαση του δικαστηρίου ώστε να φτιαχτεί η… λεζάντα, αλλά χειροκροτούν και τη διάλυση της αντιφασιστικής διαδήλωσης επειδή οι πολίτες δεν πρέπει επ’ ουδενί να συναντιούνται και ειδικά στους δρόμους.