O Έκτορ Αµπάδ Φασιολίνσε θεωρείται ένας από τους σηµαντικότερους σύγχρονους συγγραφείς της Κολοµβίας. Πρόσφατα κυκλοφόρησε στα ελληνικά το βιβλίο του «Ο χαµένος παράδεισος» (Εκδόσεις Πατάκη) µε θέµα την ιστορία µιας οικογένειας που κατέχει µια φάρµα.
Ο συγγραφέας γεννήθηκε και µεγάλωσε στην πόλη Μεδεγίν της Αντιόχειας, µια από τις πιο δύσκολες περιοχές της χώρας, η οποία όπως χαρακτηριστικά λέει «έχει παράδοση στο να βγάζει ναρκέµπορους και προέδρους». Αναγκάστηκε να φύγει από τη χώρα του όταν παραστρατιωτικοί σκότωσαν τον πατέρα του και ο ίδιος δέχτηκε απειλές για τη ζωή του. Αυτήν τη στιγµή έχει επιστρέψει στην Κολοµβία, όπου δεν είναι εύκολο να νιώσει κανείς ασφαλής, όπως είπε µεταξύ άλλων στη συνάντηση που είχαµε πριν από λίγο καιρό στο πλαίσιο του 10ου Ιβηροαµερικανικού Φεστιβάλ Λογοτεχνίας Εν Αθήναις (ΛΕΑ).
Ο ισπανικός τίτλος του βιβλίου σας είναι «La Oculta», δηλαδή το όνοµα της φάρµας που ανήκει στην οικογένεια. Τι σηµαίνει για σας αυτή η φάρµα;
Στην Κολοµβία συνηθίζουµε να δίνουµε ονόµατα στις φάρµες, αρκετές φορές γυναικεία. «La Oculta» σηµαίνει «η κρυµµένη». Το µυθιστόρηµά µου βασίζεται στην ιστορία της οικογενειακής µας φάρµας, της «La Inez», η οποία πέρασε σ’ εµάς από τον παππού και τον προπάππου µου. Ολοι οι άνθρωποι έχουν ένα µέρος είτε πραγµατικό είτε φαντασιακό που νιώθουν σπίτι τους. Οπως και η Ιθάκη του Καβάφη, η φάρµα αυτή είναι το µέρος όπου πάντα θέλω να επιστρέφω.
Μέσα από την ιστορία της φάρµας παρακολουθούµε τη σύγχρονη ιστορία της Κολοµβίας. Πώς είναι σήµερα τα πράγµατα στη χώρα σας;
Προσπαθούµε να κατανοήσουµε ο ένας τον άλλο και να αφήσουµε στην άκρη το ιστορικό βίας. Οµως παρά τις προσπάθειες που γίνονται για να φτάσουµε σε διαδικασία ειρήνευσης, δεν νιώθουµε ασφαλείς.
Η λογοτεχνία µπορεί να προσφέρει κάποιας µορφής βοήθεια σε όλο αυτό;
Η λογοτεχνία δεν προσφέρει λύσεις, αλλά έναν τρόπο κατανόησης της πραγµατικότητας. Αν κατανοείς τον τρόπο που σκέφτονται οι άλλοι, τις µύχιες σκέψεις τους, τα συναισθήµατά τους, τον τρόπο που αντιδρούν στις δύσκολες καταστάσεις, τότε έχεις τη δυνατότητα να συγχωρήσεις. Το θέµα είναι να βρει κανείς την ισορροπία µεταξύ µνήµης και λήθης, γιατί είναι πολύ σηµαντικό να θυµάσαι αλλά ταυτόχρονα είναι σηµαντικό και να µπορείς να ξεχνάς. Οπότε πρέπει κάθε φορά να βρίσκεις τη σωστή ποσότητα της µνήµης που θα σε γλιτώσει από τις επιπτώσεις της αφέλειας και από την άλλη τη σωστή ποσότητα της λήθης που θα σε προστατέψει από την καχυποψία.
Πόσο σηµαντική είναι η ιδιοκτησία στη χώρα σας; Από το βιβλίο σας καταλαβαίνω ότι αν κάποιος δεν κατέχει γη είναι σαν να µην έχει κοινωνική υπόσταση.
Καθένας στην Κολοµβία που έχει κάποια χρήµατα το πρώτο πράγµα που κάνει είναι να αγοράζει ένα κοµµάτι γης. Το ίδιο έκανα κι εγώ όταν κάποια στιγµή πήρα κάποια χρήµατα από τις πωλήσεις του προηγούµενου βιβλίου µου. ∆εν ήρθα για παράδειγµα να αγοράσω ένα µικρό διαµέρισµα στην Αθήνα, την οποία αγαπώ πολύ. Φρόντισα να αποκτήσω ένα µικρό κοµµάτι γης στη χώρα µου. Αν έχεις αυτή την εµµονή µε την ιδιοκτησία, θέλεις ένα µέρος για να πεθάνεις. Στην Κολοµβία έχουµε µια έκφραση όταν θέλουµε να περιγράψουµε κάποιον πολύ φτωχό, λέµε «δεν έχει µέρος να σωριαστεί όταν πεθάνει». Η γη είναι το θεµέλιο των πάντων. Είναι πολύ πιθανό να πρόκειται για τη νοοτροπία των κονκισταδόρ, τύπου «θα φύγεις από τη χώρα σου όπου δεν έχεις γη για να πας σε άλλο µέρος µακριά από εδώ να αποκτήσεις. Και αυτή η γη θα σου δώσει τα πάντα». Οι Κολοµβιανοί µπορεί να αγοράζουν αυτοκίνητα, να φτιάχνουν σπίτια, να κάνουν επενδύσεις, όµως η εµµονή τους αφορά την ιδιοκτησία γης. Περίεργο δεν είναι;
Όχι τόσο. Και στην Ελλάδα την ίδια εµµονή έχουµε. Με έναν τρόπο πιστεύουµε ότι όταν αγοράζουµε γη αγοράζουµε και ζωή. Ισως όµως αυτό αφορά περισσότερο ανθρώπους που έχουν παιδιά.
Ναι, ίσως. Η αλήθεια είναι ότι ο τρόπος σκέψης µου άλλαξε µε τη γέννηση του πρώτου παιδιού µου. Μέχρι τότε συνήθιζα να ζω στο τώρα. ∆εν σκεφτόµουν το µέλλον. ∆εν µε ένοιαζε αν είχα σπίτι ή όχι, αλλά αυτό άλλαξε. Αλλαξε ο τρόπος που έβλεπα τα πράγµατα, έγινα πιο προσεκτικός αλλά και πιο άπληστος. Σκεφτόµουν ότι ανά πάσα στιγµή θα µπορούσα να πεθάνω από ατύχηµα, από ασθένεια, κάποιος θα µπορούσε να µε σκοτώσει. Και αναρωτιόµουν τι θα απογίνουν τα παιδιά µου χωρίς τη βοήθειά µου.
Όντως κάποια εποχή ο µεγαλύτερος φόβος των Κολοµβιανών ήταν ότι τα παιδιά τους µπορούσαν να τα πάρουν οι αντάρτες;
Υπήρξαν στο παρελθόν αρκετές τέτοιες περιπτώσεις και ήταν φρικτό για τις οικογένειες που το βίωσαν. Αυτό όµως σταµάτησε κάποια στιγµή γιατί υπήρξε πολύ έντονη αντίδραση.
Έχει γραφτεί για το βιβλίο σας ότι είναι η απάντηση στο «Εκατό χρόνια µοναξιά».
Αυτό γράφτηκε σε µια σουηδική εφηµερίδα και το θεωρώ υπερβολικό. ∆εν θέλω να µε συγκρίνουν µε τον Μάρκες. Είναι πολύ σπουδαίος συγγραφέας και το συγκεκριµένο βιβλίο έφερε επανάσταση όχι µόνο για την κολοµβιανή αλλά και για την παγκόσµια λογοτεχνία. ∆εν έχω αυτήν τη φιλοδοξία. Ξέρω ποιος είµαι.
Ποιο είναι το µέλλον της κολοµβιανής λογοτεχνίας;
Νιώθω πως δεν είµαστε µια ήπειρος. Είµαστε ένα αρχιπέλαγος µε διαφορετικά νησιά και ίσως στο µέλλον κάποιος θα µπορούσε να βρει κάποιες γέφυρες που τα ενώνουν.
Λειτουργεί ακόµη ο µαγικός ρεαλισµός;
Πρόκειται για ένα χρυσωρυχείο που πλέον έχει στερέψει. Ο χρυσός έχει εξορυχτεί και εκεί πλέον υπάρχουν µόνο πέτρες και βράχια.
Info
Το βιβλίο του Έκτορ Αμπάδ Φασιολίνσε «Ο χαμένος παράδεισος» κυκλοφορεί σε μετάφραση Τιτίνας Σπερελάκη από τις Εκδόσεις Πατάκη