Στην τρίτη χρονιά που εκπονείται, η έκθεση της Deloitte «Women@Work 2022: A Global Outlook», στην οποία συμμετέχουν 5.000 γυναίκες σε 10 χώρες, εντοπίζει κάποια σημάδια προόδου όσον αφορά τις γυναίκες στον χώρο εργασίας. Κατά την περίοδο της έρευνας, μειώθηκαν τα ποσοστά επαγγελματικής εξουθένωσης και οι συμπεριφορές αποκλεισμού και βελτιώθηκαν οι εμπειρίες τους με την υβριδική εργασία. Ωστόσο, τα ζητήματα αυτά εξακολουθούν να δυσκολεύουν πολλές γυναίκες, ενώ παράλληλα άλλα προβλήματα φαίνεται να έχουν επιδεινωθεί σε σχέση με την περσινή χρονιά. Ενδεικτικά, σημειώθηκε σημαντική μείωση στον αριθμό των ερωτηθέντων που αισθάνονται άνετα να μιλούν για την ψυχική υγεία στον χώρο εργασίας και λιγότερες γυναίκες αισθάνονται ότι λαμβάνουν επαρκή υποστήριξη από τον εργοδότη τους αναφορικά με ζητήματα ψυχικής υγείας. Περισσότερες γυναίκες αισθάνονται ότι πρέπει να συνεχίσουν να εργάζονται για τον εργοδότη τους ακόμη και εκτός του ωραρίου εργασίας τους, παρόλο που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για τις οικιακές εργασίες. Επιπρόσθετα, η έλλειψη ευελιξίας στην εργασία καθορίζει σε σημαντικό βαθμό τις αποφάσεις που λαμβάνουν οι γυναίκες για την καριέρα τους και αναφέρεται ως ένας από τους κύριους λόγους που περισσότερες γυναίκες παγκοσμίως έχουν παραιτηθεί από τη δουλειά τους τους τελευταίους 12 μήνες, από ό,τι το 2021 και το 2020 συνδυαστικά.
Για πρώτη φορά, η φετινή έκθεση δείχνει το πώς τα θέματα υγείας των γυναικών επηρεάζουν την επαγγελματική τους ζωή. Πιο συγκεκριμένα, μία στις πέντε γυναίκες αναφέρει ότι αντιμετωπίζει προβλήματα υγείας που σχετίζονται με την έμμηνο ρύση ή την εμμηνόπαυση και αρκετές γυναίκες υποστηρίζουν ότι εξακολουθούν να εργάζονται ενώ μπορεί νιώθουν πόνο ή ενόχληση, και ένας απ’ τους λόγους είναι ο στιγματισμός που περικλείει αυτού του είδους τα θέματα.
«Ενώ η έρευνά μας παρουσιάζει κάποια σημεία βελτίωσης για τις γυναίκες στον εργασιακό χώρο τον περασμένο χρόνο, αναδεικνύει ταυτόχρονα όλη τη δουλειά που πρέπει να γίνει», σημειώνει η Emma Codd, Deloitte Global Inclusion Leader. «Βλέπουμε μια εικόνα που χειροτερεύει όσον αφορά κρίσιμες πτυχές του χώρου εργασίας, όπως η υποστήριξη της ψυχικής υγείας και η συντριπτική πλειοψηφία των ερωτηθέντων δεν πιστεύει ότι ο εργοδότης τους λαμβάνει συγκεκριμένα μέτρα για να εκπληρώσει τις δεσμεύσεις του που σχετίζονται με την ισότητα των φύλων. Οι εργοδότες πρέπει να υπερβούν τον καθορισμό στόχων και πολιτικών και να προωθούν συνεχώς ένα περιβάλλον εργασίας χωρίς αποκλεισμούς που υποστηρίζει τον σεβασμό και όπου όλες οι γυναίκες θα έχουν τη δυνατότητα να επιτύχουν».
Η ευελιξία ενός εργασιακού περιβάλλοντος μπορεί να καθορίσει τις επιλογές των γυναικών που σχετίζονται με την καριέρα τους, ενώ οι εμπειρίες από το υβριδικό μοντέλο εργασίας βελτιώνονται — για ορισμένες.
Η φετινή έκθεση ανέδειξε την ευελιξία στο εργασιακό περιβάλλον ως βασική προσδοκία των γυναικών και ως κορυφαίο παράγοντα ο οποίος επηρεάζει τις αποφάσεις που αφορούν την καριέρα τους. Ωστόσο, λιγότερο από το ένα τέταρτο των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι έχουν υψηλό βαθμό ευελιξίας σχετικά με τον τόπο και τον χρόνο εργασίας, ενώ η έλλειψη ευελιξίας σχετικά με το ωράριο εργασίας είναι ένας από τους τρεις σημαντικότερους λόγους που ανέφεραν γυναίκες οι οποίες εγκατέλειψαν έναν εργοδότη την περασμένη χρονιά.
Υπάρχει συσχέτιση μεταξύ της ευελιξίας στο εργασιακό περιβάλλον και της αφοσίωσης στον εργοδότη, με τα δύο τρίτα των γυναικών σε εξαιρετικά ευέλικτες εργασιακές συνθήκες να αναφέρουν ότι σκοπεύουν να παραμείνουν στην εταιρεία τους για περισσότερα από τρία χρόνια, συγκριτικά με ένα ποσοστό μόλις 19% των γυναικών που δεν εργάζονται σε περιβάλλον με ευελιξία. Ωστόσο, πολλές γυναίκες δεν αισθάνονται άνετα να επωφεληθούν από ευέλικτες επιλογές εργασίας—καθώς το 97% πιστεύει ότι το να ζητήσουν ή να επωφεληθούν από ευέλικτη εργασία θα επηρεάσει την πιθανότητα προαγωγής τους και το 95% πιστεύει ότι είναι απίθανο ο φόρτος εργασίας τους να προσαρμοστεί ανάλογα, εάν προβούν σε συμφωνία ευέλικτης εργασίας.
Περίπου το ένα τρίτο των γυναικών που συμμετείχαν στην έρευνα δηλώνουν ότι δεν μπορούν να προβλέψουν τις ώρες δουλειάς σε συνθήκες υβριδικής εργασίας και δεν είχαν αρκετή ευελιξία όσον αφορά τον τρόπο που δούλευαν. Ενώ οι εμπειρίες με την υβριδική εργασία έχουν βελτιωθεί φέτος με λιγότερες γυναίκες να αναφέρουν ότι έχουν αποκλειστεί από συναντήσεις, το 37% των γυναικών εξακολουθούν να αναφέρουν ότι έχουν βιώσει εργασιακό αποκλεισμό ενώ εργάζονταν υβριδικά το περασμένο έτος (έναντι ποσοστού 58% στην προηγούμενη έρευνα) και σχεδόν το ένα τρίτο αναφέρει ότι δεν έχει αρκετή πρόσβαση σε ανώτερα ηγετικά στελέχη (έναντι ποσοστού 45% στην προηγούμενη έρευνα). Αν και τα παραπάνω στοιχεία υποδεικνύουν κάποια πρόοδο, υπάρχει σαφώς λόγος ανησυχίας.
Οι γυναίκες φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη για τις οικιακές εργασίες και συχνά αισθάνονται ότι πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στην επαγγελματική σταδιοδρομία των συντρόφων τους
Εκτός από την αμειβόμενη εργασία τους, οι γυναίκες εξακολουθούν να φέρουν το μεγαλύτερο μέρος της ευθύνης για τις οικιακές εργασίες. Αυτή η τάση μάλιστα, είναι πιο διαδεδομένη στις γυναίκες που ανήκουν σε ομάδες εθνικών μειονοτήτων, οι οποίες είναι πιο πιθανό να εκτελούν την πλειονότητα των οικιακών εργασιών.
Ακόμη, πάνω από το ένα τρίτο των γυναικών δηλώνουν ότι αισθάνονται την ανάγκη να δώσουν προτεραιότητα στην καριέρα του συντρόφου τους σε σχέση με τη δική τους, συχνά επειδή ο σύντροφός τους κερδίζει περισσότερα χρήματα, ενώ πάνω από τα δύο τρίτα των γυναικών αναφέρουν ότι ο σύντροφός τους είναι η κύρια πηγή εισοδήματος. Ωστόσο, ακόμη και μεταξύ των γυναικών που αποτελούν οι ίδιες κύρια πηγή εισοδήματος, σχεδόν μία στις πέντε εξακολουθεί να αναφέρει ότι πρέπει να δώσει προτεραιότητα στην καριέρα του συντρόφου της έναντι της δικής της. Αυτή η προσέγγιση θα μπορούσε να συμβάλλει μακροπρόθεσμα σε μείωση των πιθανοτήτων των γυναικών να αμείβονται καλύτερα.
Παρά τις βελτιώσεις, η κακή ψυχική υγεία και οι συμπεριφορές αποκλεισμού παραμένουν, εν μέσω ευρύτερων ανησυχιών για την υγεία και την ασφάλεια
Ομοίως με την έρευνα του 2022, η ψυχική υγεία παραμένει κορυφαίο μέλημα για τις εργαζόμενες γυναίκες. Ενώ οι ερωτηθείσες αναφέρουν μια μικρή βελτίωση στο θέμα της ψυχικής ευεξίας και λιγότερες γυναίκες σημειώνουν ότι αισθάνονται εξαντλημένες σε σύγκριση με πέρυσι (28% έναντι 46%), μόνο το 37% αξιολογεί την ικανότητα «αποσύνδεσης» από την εργασία μετά το πέρας αυτής ως «καλή», σημειώνοντας μείωση σε σχέση με το 45% πέρυσι. Καθώς το στίγμα σχετικά με την ψυχική υγεία στον χώρο εργασίας συνεχίζει να υφίσταται, μόνο το ένα τέταρτο των ερωτηθέντων αισθάνεται άνετα να συζητά για την ψυχική υγεία στον χώρο εργασίας – σημειώνοντας σημαντική μείωση σε σχέση με το 43% στην τελευταία έκθεση, ενώ αρκετές γυναίκες δεν αισθάνονται ότι λαμβάνουν επαρκή υποστήριξη της ψυχικής υγείας τους από τους εργοδότες τους. Αυτά τα ζητήματα είναι ιδιαίτερα εμφανή μεταξύ γυναικών που ανήκουν σε υπο-εκπροσωπούμενες ομάδες, οι οποίες είναι πιο πιθανό να αναφέρουν ότι αισθάνονται εξαντλημένες και είναι λιγότερο πιθανό να αισθάνονται άνετα να συζητούν για την ψυχική υγεία στον χώρο εργασίας.
Παράλληλα με αυτές τις προκλήσεις, ευρύτερα κοινωνικά ζητήματα επηρεάζουν τις γυναίκες. Σχεδόν έξι στις δέκα (59%) ερωτηθείσες δηλώνουν ότι ανησυχούν πολύ για τα δικαιώματα των γυναικών, γεγονός που τα καθιστά την κύρια ανησυχία τους, ακολουθούμενη από την οικονομική ασφάλεια (58%), την ψυχική και σωματική υγεία (και τα δύο σε ποσοστό 56%) και την προσωπική ασφάλεια (54%). Οι γυναίκες της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας είναι πιο πιθανό να ανησυχούν για τα δικαιώματα των γυναικών, ενώ οι γυναίκες που ανήκουν σε ομάδες εθνικών μειονοτήτων είναι πιο πιθανό να ανησυχούν για την οικονομική τους ασφάλεια.
Περισσότερες από τέσσερις στις δέκα γυναίκες (44%), αναφέρουν ότι έχουν υποστεί παρενόχληση ή/και μικροεπιθετικές συμπεριφορές. Αν και πρόκειται για μικρότερο ποσοστό από το 59% του περασμένου έτους, αυτοί οι αριθμοί εξακολουθούν να είναι πολύ υψηλοί και περισσότερες από τις μισές γυναίκες που βίωσαν αυτές τις συμπεριφορές δεν ένιωθαν άνετα να τις αναφέρουν στους εργοδότες τους. Ανησυχητικό είναι επίσης, ότι οι γυναίκες της ΛΟΑΤΚΙ κοινότητας (σε ποσοστό 76%) και οι γυναίκες σε ομάδες εθνικών μειονοτήτων (σε ποσοστό 53%) βιώσαν περισσότερες συμπεριφορές αποκλεισμού τους τελευταίους 12 μήνες.
Όσον αφορά τα ζητήματα υγείας των γυναικών, πολλές μάχονται σιωπηλά
Πολλές εργαζόμενες γυναίκες στον κόσμο αντιμετωπίζουν προκλήσεις που αφορούν την υγεία τους, οι οποίες σχετίζονται με την έμμηνο ρύση και την εμμηνόπαυση. Μεταξύ αυτών, ένα ποσοστό πάνω από 40% αναφέρει ότι εργάζεται ενώ βιώνει πόνο ή συμπτώματα που σχετίζονται με την έμμηνο ρύση και το 20% εργάζεται ενώ αντιμετωπίζει συμπτώματα που σχετίζονται με την εμμηνόπαυση.
Όταν ρωτήθηκαν για τα οφέλη που μπορούν να προσφέρουν οι εργοδότες για να στηρίξουν τις γυναίκες, περισσότερες από τις μισές ερωτηθείσες ανέφεραν ότι πιστεύουν πως οι εργοδότες πρέπει να προσφέρουν άδεια μετ’ αποδοχών σε γυναίκες που αντιμετωπίζουν προβλήματα υγείας τα οποία σχετίζονται με την έμμηνο ρύση και την εμμηνόπαυση. Ωστόσο, λιγότερες από ένα τρίτο ανέφεραν ότι ο εργοδότης τους προσφέρει επί του παρόντος άδεια μετ’ αποδοχών που σχετίζεται με συμπτώματα εμμήνου ρύσεως και μόνο ένας στους πέντε προσφέρει άδεια μετ’ αποδοχών για συμπτώματα εμμηνόπαυσης.
Οι ηγετικοί οργανισμοί στα ζητήματα ισότητας των φύλων συνεχίζουν να πράττουν σωστά
Αυτή είναι η τρίτη χρονιά που η έρευνα της Deloitte εντόπισε μια ομάδα οργανισμών «Gender Equality Leaders» οι οποίοι -σύμφωνα με τις γυναίκες που συμμετείχαν στην έρευνα-, έχουν δημιουργήσει πράγματι μια κουλτούρα συμπερίληψης που υποστηρίζει την επαγγελματική σταδιοδρομία τους και την ισορροπία εργασίας-προσωπικής ζωής. Οι γυναίκες που εργάζονται σε αυτούς τους οργανισμούς είναι πιο αφοσιωμένες και εμφανίζουν υψηλότερα επίπεδα ευημερίας και ικανοποίησης από την εργασία τους. Όντας μέρος αυτών των οργανισμών είναι πιο πιθανό να επωφεληθούν από υψηλά επίπεδα υποστήριξης και καλύτερη υβριδική εργασιακή εμπειρία, αλλά αναφέρουν ότι αισθάνονται και πιο συνδεδεμένες με τον εργοδότη τους, έχουν περισσότερα κίνητρα να εργαστούν και είναι πιο παραγωγικές στην εργασία τους. Οι γυναίκες που εργάζονται σε αυτούς τους οργανισμούς αναφέρουν τρεις κοινές εμπειρίες: όλες αισθάνονται άνετα να αναφέρουν συμπεριφορές που «αποκλείουν» κάποιους εργαζόμενους, αισθάνονται ότι υποστηρίζονται από τους εργοδότες τους όσον αφορά την ισορροπία μεταξύ εργασίας και προσωπικής ζωής και όλες πιστεύουν ότι η καριέρα τους εξελίσσεται όσο γρήγορα θα ήθελαν.
«Μόλις το 5% των γυναικών θεωρούν τους εργοδότες τους ως Gender Equality Leaders και αυτό είναι ένα «καμπανάκι» για όλους μας που μας τονίζει πως πολύ σημαντικές δράσεις πρέπει να γίνουν ακόμα», λέει η Michele Parmelee, Αναπληρώτρια Διευθύνουσα Σύμβουλος της Deloitte Global και Chief People and Purpose Officer. «Οι γυναίκες αποτελούν ομάδα ζωτικής σημασίας στο εργατικό δυναμικό και τα δεδομένα μας δείχνουν ότι όταν οι οργανισμοί δίνουν προτεραιότητα στη βελτίωση των εμπειριών των γυναικών στον χώρο εργασίας, είναι πιο αφοσιωμένες, πιο παραγωγικές και επιθυμούν να παραμείνουν με τους εργοδότες τους για περισσότερο χρόνο. Πέρα από το ότι είναι το σωστό, αποτελεί και συνθήκη win-win για τους ηγέτες να καλλιεργήσουν μια κουλτούρα χωρίς αποκλεισμούς, όπου όλες οι γυναίκες θα έχουν τη δυνατότητα να ευδοκιμούν».