Εκρηξη χαράς και χρώματος

Εκρηξη χαράς και χρώματος

Στην ανεμόσκαλα της φαντασίας με τη ζωγραφική του Θανάση Λάλα μέχρι 7 Ιανουαρίου

Η «ζωγραφική είναι ησυχία για μένα. Μπορώ να σηκωθώ στις 8 το πρωί, να φτιάξω καφέ, να ξεκινάω να ζωγραφίζω και να μην πιω ούτε μια γουλιά. Είναι σαν να πέφτω μέσα σε μια θάλασσα και να γίνομαι ψάρι». Αυτά είναι τα πρώτα λόγια του Θανάση Λάλα όταν άρχισε η κουβέντα μας για την έκθεσή του που ξεκίνησε στις 15/12 και θα τελειώσει στις 7/1, μια έκθεση, όπως λέει ο ίδιος, «που δεν είναι ακριβώς συνοπτική, αλλά ολιστική» και περιλαμβάνει τη δουλειά του πάνω σε χρηστικά αντικείμενα: παπούτσια, σκεύη, πορσελάνες, καρέκλες κ.ά. «Στην ουσία επαναλαμβάνεται το περσινό κόνσεπτ» εξηγεί ο Λάλας, «αφού βοηθάει τους ανθρώπους να πάρουν ένα δώρο για τις γιορτές που θα ’ναι έργο τέχνης χωρίς απλησίαστη τιμή». Μιλάει για μια «αγκαλιά της τέχνης» με τον θεατή να μπαίνει στην έκθεση και να γεμίζει από χαρά και χρώμα. «Το χρώμα στη ζωγραφική κρύβει αυτό που μας στενοχωρεί στην πραγματικότητα. Είναι το υλικό μιας μικρής βιοτεχνίας χαράς που χρησιμοποιεί κάθε δημιουργός για να παραγάγει θετικά συναισθήματα σε μια χάλια περίοδο για την κοινωνία. Και μια στιγμή χαράς μπορεί να σου δημιουργήσει τις προϋποθέσεις για να ανοίξεις ένα δρόμο αποθέωσης στη ζωή σου. Αλλωστε η τέχνη πρέπει να είναι η άλλη διάσταση της πραγματικότητάς μας».

Ο Γιάννης Μόραλης ήταν η αφορμή για να σκεφτεί ο Λάλας πως όλα όσα έκανε τα προηγούμενα χρόνια στις παρέες, τις συσκέψεις και τις ταβέρνες, όπου πάντα είχε μπροστά του ένα χαρτί και σχεδίαζε, μπορούσαν να γίνουν έργα τέχνης. «Εγώ συγγραφέας ήθελα να γίνω» εξομολογείται ο ίδιος «και η εμπλοκή μου με τα έντυπα με αποπροσανατόλισε. Ενα Σάββατο μεσημέρι που πίναμε κρασί με τον Μόραλη στο υπόγειο της γκαλερί Ζουμπουλάκη γύρω στο 2000 άκουσα τη φωνή του να λέει: “Ποιανού είναι αυτά;” για κάτι τετράδια με σημειώσεις μου ζωγραφισμένα από μένα, σαν οπτικό καρδιογράφημα της ζωής μου. Τα χαρακτήρισε έργα τέχνης και με βοήθησε να τα δείξω κάπου. Μετά προστέθηκαν οι παροτρύνσεις του Φασιανού, της Ρογκάν, της Πλάκα, του Τέτση και έτσι μπήκα στην ιστορία όλη».

Documento Newsletter