Έκρηξη γυναικοκτονιών και έμφυλης βίας

Έκρηξη γυναικοκτονιών και έμφυλης βίας

Η Σούζαν, η Βίκυ, η Αΐντα, η Τασούλα, η Γεωργία, η Ελεονώρα, η μικρή Νικολέτα αποτελούν μόνο μερικές από τις γυναίκες που άφησαν βίαια την τελευταία τους πνοή τους πρώτους οκτώ μήνες του 2022. Το 2021 καταγράφηκαν δώδεκα γυναικοκτονίες στην Ελλάδα, ενώ το 2019 και το 2020 έχασαν τη ζωή τους τουλάχιστον 39 γυναίκες.

Μέσα σε περίπου 30 ώρες, από την περασμένη Κυριακή μέχρι και αργά το βράδυ της περασμένης Δευτέρας, τρεις γυναίκες έχασαν τη ζωή τους: μία στο Ρέθυμνο, μία στη Ζάκυνθο και μία στο Περιστέρι.

Η 56άχρονη Γεωργία δολοφονήθηκε την Κυριακή στο Ανω Μαλάκι Ρεθύμνου από τον σύζυγό της, ο οποίος τη μαχαίρωσε επειδή του ζήτησε να χωρίσουν.

Λίγες μόνο ώρες αργότερα στη Ζάκυνθο η 41 ετών Ελεονώρα χτυπήθηκε και μαχαιρώθηκε μέχρι θανάτου από τον εν διαστάσει σύζυγό της, κατά του οποίου μάλιστα είχε υποβάλει μήνυση για ενδοοικογενειακή βία δύο φορές και του είχαν επιβληθεί περιοριστικά μέτρα.

Το βράδυ της ίδιας μέρας η μόλις 17 ετών Νικολέτα εντοπίζεται νεκρή στο σπίτι της από συγγενικά της πρόσωπα. Το κορίτσι έφερε μώλωπες και ο θάνατός της επήλθε από ασφυξία. Οι αρχές αναζητούν τον σύντροφό της.

Κυβερνητική υποκρισία

Σε δηλώσεις της η υφυπουργός Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων και πρώην γγ Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων Μαρία Συρεγγέλα κάλεσε μεν τα θύματα να ζητήσουν βοήθεια, χωρίς όμως να αναφερθεί στην αναποτελεσματικότητα των αστυνομικών αρχών στην περίπτωση της 41χρονης Ελεονώρας, που δεν την προστάτευσαν παρά τις μηνύσεις και τα περιοριστικά μέτρα. Η υφυπουργός δεν ανέφερε καν τη λέξη γυναικοκτονία, όρο στον οποίο η κυβέρνηση της Νέας Δημοκρατίας αρνείται να δώσει νομική υπόσταση παρά την όξυνση του φαινομένου.

Από την πλευρά του ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Τάκης Θεοδωρικάκος, προσπαθώντας να δικαιολογήσει την απραξία της αστυνομίας στη γυναικοκτονία της Ζακύνθου, είπε με λίγα λόγια ότι η 41χρονη θα έπρεπε να είχε ζητήσει συμβουλές ή να είχε απευθυνθεί σε κάποια δομή (!) γιατί ακόμη κι αν κάποιος αστυνομικός τη συνόδευε στο σπίτι της, ο δράστης θα έλειπε εκείνη την ώρα.

Η γυναικοκτονία αποτελεί το τελευταίο στάδιο της έμφυλης βίας. Μιας βίας που βρίσκεται σε έξαρση ως φαινόμενο και τα θύματά της πια μιλούν. Μιας βίας που κάποτε θεωρούνταν φυσιολογική και δεδομένη σε μια κοινωνία στην οποία τα στερεότυπα ήθελαν τη γυναίκα κατώτερη, υποχείριο του άντρα, υποχρεωμένη να υπομένει, να μη ζητά, να μη θέλει και γενικώς να μη ζει, αλλά να νομίζει παράλληλα ότι κάνει όλα τα παραπάνω.

«Δεν προλαβαίνουμε τα περιστατικά»

«Τα περιστατικά έχουν μια τεράστια έκρηξη, ειδικά το τελευταίο τρίμηνο. Δεν τα προλαβαίνουμε. Είναι πάρα πολλά σε σχέση με τις άλλες χρονιές. Από τον Σεπτέμβριο θα έχουμε πιο ολοκληρωμένη εικόνα, ωστόσο αυτό που βλέπουμε καθημερινά στο νοσοκομείο είναι δυστυχώς πάρα πολλά περιστατικά» σημειώνει μιλώντας στο Documento η Αννα Ράζου, ιατροδικαστής στο Γενικό Νοσοκομείο Ασκληπιείο Βούλας και γενική γραμματέας της Ελληνικής Ιατροδικαστικής Εταιρείας, και προσθέτει ότι στο νοσοκομείο που βρίσκεται η ίδια «δεν έχει αλλάξει η ηλικιακή ομάδα των γυναικών σε σχέση με τις προηγούμενες χρονιές ούτε η κοινωνική ούτε η οικογενειακή τους κατάσταση. Οι περισσότερες είναι έγγαμες με παιδιά, Ελληνίδες από 30 με 50 χρονών».

Η Αν. Ράζου υπογραμμίζει ότι εκείνο που την ανησυχεί είναι ότι πληθαίνουν τα νέα περιστατικά. «Δυστυχώς έχουμε πάρα πολλά καινούργια περιστατικά τα οποία δεν έχουν ξαναέρθει ποτέ στο ιατρείο. Εχουμε μια έκρηξη της βίας, την οποία δεν μπορώ να εξηγήσω κοινωνικά» λέει και συμπληρώνει πως «αυτό που βλέπουμε στο Ασκληπιείο της Βούλας είναι γυναίκες οι οποίες κατά βάση δεν έχουν οικονομική εξάρτηση από τον σύντροφο ή τον σύζυγό τους. Τα περιστατικά που βλέπουμε εμείς είναι περισσότερο συναισθηματικά εξαρτημένα από τον θύτη».

Αναφερόμενη στις γυναίκες που παίρνουν την απόφαση να επισκεφθούν ιατροδικαστή, η ίδια εξηγεί ότι «η κακοποίηση δεν είναι σε αρχικό στάδιο επειδή πάντα ξεκινάει ψυχολογικά, λεκτικά και μετά καταλήγει στη σωματική βία. Οι γυναίκες που έρχονται στον ιατροδικαστή δεν είναι γυναίκες οι οποίες έχουν το πρώτο περιστατικό. Υπάρχει αυτός ο κύκλος της βίας που συνήθως στο πρώτο περιστατικό ο δράστης ζητάει συγγνώμη, υπόσχεται ότι δεν θα το ξανακάνει και το θύμα συναισθηματικά το δέχεται. Στον ιατροδικαστή έρχονται όταν αντιλαμβάνονται ότι η βία επαναλαμβάνεται και φοβούνται για την ασφάλειά τους, για τη ζωή τους».

«Οι γυναίκες μιλούν περισσότερο»

Από τη δική του πλευρά ο ψυχολόγος Ιωάννης Νίκου υποστηρίζει πως παρατηρείται αύξηση των περιστατικών κακοποίησης αλλά και περισσότερες καταγγελίες.

«Δυστυχώς παρατηρούμε μια αύξηση. Αυτό που είναι περισσότερο θλιβερό είναι ότι η κοινωνία μας παρακολουθεί το φαινόμενο σαν να περιγράφει μια σκηνή ταινίας. Ζούμε σε μια κοινωνία η οποία έχει δομηθεί στην πατριαρχία. Εχει δομηθεί πάνω στη διεκδίκηση του ελέγχου και της εξουσίας που είναι τα κύρια χαρακτηριστικά της έμφυλης βίας και δη της κακοποίησης μέσα σε οικογενειακό περιβάλλον. Πολλά χρόνια δεν ήταν εμφανές αυτό το φαινόμενο, αλλά υπήρχε. Πολλοί ξέραμε τι γίνεται στο διπλανό σπίτι ή ακόμη και στο δικό μας αλλά κανείς δεν τολμούσε να το αγγίξει και να το επικοινωνήσει» σημειώνει ο Ι. Νίκου και προσθέτει:

«Είχαμε μια πολύ σοβαρή ευκαιρία με το #ΜeΤoo και με τις εκδηλώσεις έκφρασης από γυναίκες οι οποίες υπήρξαν θύματα κακοποίησης, βιασμού, έμφυλης βίας, σεξιστικών συμπεριφορών κ.λπ. και όλο αυτό άρχισε να αναδεικνύεται και να γίνεται όλο και πιο εμφανές. Οι γυναίκες κινητοποιούνται και μιλούν περισσότερο. Διεκδικούν την ελευθερία και την απόσταση από την κακοποίηση. Ζητούν πιο εύκολα βοήθεια. Παρ’ όλα αυτά, βλέπουμε το φαινόμενο να εξελίσσεται και να αναπτύσσεται».

Ο ίδιος στέκεται ιδιαιτέρα στην έλλειψη κρατικής υποστήριξης στα θύματα που ζητούν βοήθεια. «Από τη στιγμή που παίρνει θάρρος μια γυναίκα –και όλο το γυναικείο φύλο που κακοποιούνταν για χρόνια– να διεκδικήσει τη βοήθεια και την αποστασιοποίηση από κακοποιητικές συμπεριφορές είναι πολύ θετικό φαινόμενο. Από την άλλη, στο μεσοδιάστημα τι γίνεται; Πού βρίσκεται ο κοινωνικός ιστός; Πού βρίσκεται ο κρατικός ιστός; Πώς το άτομο ζητάει βοήθεια; Θα την πάρει; Πώς θα την πάρει; Πού είναι το σύστημα το οποίο θα το βοηθήσει;» αναρωτιέται και συμπληρώνει κλείνοντας: «Μια γυναίκα μπορεί να τολμάει πιο εύκολα να φύγει από μια τέτοια κακοποιητική συμπεριφορά, θα αναζητήσει βοήθεια. Πού θα τη βρει; Υπάρχει αδράνεια των αρχών. Υπάρχει μια ευκαιρία να διορθωθεί αυτό το φαινόμενο και απλώς καθόμαστε και το κοιτάμε».

Documento Newsletter