Εκπαιδευτικές προκλήσεις στην εποχή του κορονοϊού

Περισσότερες από 160 χώρες στον κόσμο έχουν προχωρήσει στο κλείσιμο των σχολείων και των πανεπιστημίων στο πλαίσιο των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού.

Πρακτικά, πάνω από 1,5 δισεκατομμύριο παιδιά και νέοι καθώς και 60 εκατομμύρια εκπαιδευτικοί παγκοσμίως βρίσκονται εκτός τάξης. Στη χώρα μας η απόφαση για το κλείσιμο σχολείων και ΑΕΙ λήφθηκε έγκαιρα, περιορίζοντας την ανεξέλεγκτη εξάπλωση του ιού.

Εκτοτε το υπουργείο Παιδείας προσπαθεί να καλύψει το χαμένο έδαφος και να θέσει σε λειτουργία το σύστημα ηλεκτρονικής τηλεκπαίδευσης. Το εγχείρημα δεν είναι εύκολο. Ούτε οι εκπαιδευτικοί ούτε οι μαθητές διαθέτουν την απαραίτητη εξοικείωση, ενώ τα τεχνικά προβλήματα είναι σημαντικά, με το σύστημα πολλές φορές να πέφτει ή να σέρνεται.

Η προσπάθεια διατήρησης μιας κάποιας εκπαιδευτικής αλλά και ψυχοκοινωνικής συνέχειας μεταξύ σχολείου και μαθητών στηρίζεται στην υπερπροσπάθεια των εκπαιδευτικών, οι οποίοι αν και διαχρονικά κατασυκοφαντημένοι από τις νεοφιλελεύθερες φωνές, αποδεικνύουν για άλλη μια φορά την αξιοσύνη τους.

Στα μέσα της εβδομάδας η υπουργός Παιδείας Νίκη Κεραμέως παρουσίασε μια σειρά από στατιστικά στοιχεία για τη συμμετοχή μαθητών και εκπαιδευτικών στην τηλεκπαίδευση. Η εκπαιδευτική πολιτική όμως δεν γίνεται μόνο με αριθμούς και ποσοστά, αλλά κυρίως με ποιοτικά χαρακτηριστικά, με παιδαγωγικά εργαλεία και μεθόδους, με κατάλληλο περιεχόμενο καθώς και με καταγραφή και αποκωδικοποίηση της εμπειρίας αυτών που βρίσκονται στην πρώτη γραμμή.

Εως και σήμερα το υπουργείο Παιδείας έχει δαπανήσει το μεγαλύτερο μέρος της ενέργειάς του στη λειτουργία της ψηφιακής πλατφόρμας –παραδίδοντας τα κλειδιά στην εταιρεία Cisco σε βάρος του δημόσιου συστήματος τηλεκπαίδευσης– και την καταγραφή στατιστικών. Από εκεί και έπειτα, βαφτίζει ως δικό του έργο την υπερπροσπάθεια

των εκπαιδευτικών, των μαθητών και των οικογενειών τους, οι οποίοι συχνά αυτενεργούν και αυτοσχεδιάζουν. Πέρα από την έκδοση κάποιων ολιγοσέλιδων οδηγιών, υπουργείο και Ινστιτούτο Εκπαιδευτικής Πολιτικής (ΙΕΠ) έχουν να επιδείξουν ελάχιστα όσον αφορά το εκπαιδευτικό περιεχόμενο.

Μια ακόμη σημαντική παράμετρος είναι η πρόσβαση όλων σε ψηφιακά μέσα (π.χ. φορητούς υπολογιστές, ταμπλέτες, σταθερή σύνδεση στο ίντερνετ). Αν και για τα μεσοαστικά στρώματα η ύπαρξη σύγχρονου εξοπλισμού και οι υψηλές ταχύτητες στα δίκτυα θεωρούνται δεδομένες, είναι βέβαιο πως για ένα σημαντικό μέρος των μαθητών, των φοιτητών και των εκπαιδευτικών είναι πολυτέλεια την οποία δεν διαθέτουν. Το υπουργείο Παιδείας ζήτησε μόλις πριν από λίγες μέρες, έναν μήνα μετά το κλείσιμο των σχολείων, την καταγραφή των αναγκών σε εξοπλισμό. Οχι όμως για τη διάθεσή του σε αυτούς που δεν έχουν, αλλά για τον εξοπλισμό των κλειστών σχολείων…

Κανένας σχεδιασμός και καμία μέριμνα δεν υπάρχει ούτε για την πρόσβαση των μαθητών των ορεινών, νησιωτικών και απομακρυσμένων περιοχών, ενώ εκκωφαντική είναι η απουσία οποιουδήποτε προγραμματισμού για την εκπαίδευση των μαθητών με αναπηρία ή/και ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, των προσφυγόπουλων, των Ρομά, καθώς και αυτών που φοιτούν σε σχολεία δεύτερης ευκαιρίας.

Αδικαιολόγητη καθυστέρηση υπάρχει και για το μείζον θέμα των πανελλήνιων εξετάσεων, τον χρόνο διεξαγωγής τους και την απαραίτητη περικοπή της εξεταστέας ύλης. «Δημιουργική ασάφεια» υπάρχει και για την ολοκλήρωση των διαδικασιών μόνιμων διορισμών 10.000 εκπαιδευτικών, οι οποίοι πρέπει να βρίσκονται στις θέσεις τους τον ερχόμενο Σεπτέμβριο.

Για τους λόγους αυτούς η υπουργός Νίκη Κεραμέως οφείλει να απομακρυνθεί από την επικοινωνιακή διαχείριση του ζητήματος και να επικεντρωθεί στην άμεση και ουσιαστική υποστήριξη της εκπαιδευτικής κοινότητας. Γι’ αυτό το έργο θα κριθεί και όχι για την καλαισθησία των πανάκριβων αναρτήσεων στα κυβερνητικά και προσωπικά της social media.

Η Μερόπη Τζούφη είναι αναπλ. τομεάρχης παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ και βουλευτής Ιωαννίνων