Γνωμοδότηση της ΑΑΔΕ για φάρμακο ογκολογικών εξετάσεων παρέμεινε… γνωμοδότηση
Μια χαρακτηριστική υπόθεση κρατικής ολιγωρίας από την πλευρά των αρμόδιων υπηρεσιών, η οποία έχει αποτέλεσμα να επιβαρύνεται το ελληνικό δημόσιο με εκατοντάδες χιλιάδες ευρώ ετησίως, παρουσιάζει σήμερα το Documento. Δύο εταιρείες οι οποίες δραστηριοποιούνται στον χώρο της υγείας προμηθεύουν δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με το ίδιο προϊόν, το οποίο χρησιμοποιείται στις εξετάσεις καρκινοπαθών. Η μια ωστόσο επιβαρύνεται με ΦΠΑ ύψους 24% και η άλλη με 6%. Αν και η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων (ΑΑΔΕ) έχει αποφανθεί για το συγκεκριμένο ζήτημα, εντούτοις μέχρι στιγμής η αρμόδια ΔΟΥ Φορολογίας Ανωνύμων Εταιρειών δεν έχει προβεί στις δέουσες ενέργειες.
Οι δύο εταιρείες προμηθεύουν δημόσιο και ιδιωτικό τομέα με το φάρμακο 18F-FDG. Είναι ραδιενεργό και απαραίτητο για τη διενέργεια των ιατρικών εξετάσεων τύπου PET/CT, οι οποίες αφορούν καρκινοπαθείς και θεωρούνται καθοριστικής σημασίας. Το φάρμακο εισάγεται στον ασθενή υπό τη μορφή ενέσιμου διαλύματος. Η υψηλή συγκέντρωσή του σε κύτταρα στην ουσία δείχνει αυξημένο μεταβολισμό γλυκόζης. Κάτι που αποτελεί χαρακτηριστικό γνώρισμα των καρκινικών κυττάρων. Πιο απλά η συγκεκριμένη εξέταση ανιχνεύει πιθανή νόσο από καρκίνο αλλά και μεταστάσεις.
Στην Ελλάδα λειτουργούν περί τα δεκατρία διαγνωστικά τμήματα PET/CT σε δημόσιο και ιδιωτικό τομέα. Κάθε χρόνο εκτιμάται ότι περίπου 20.000 άνθρωποι πραγματοποιούν τις σχετικές εξετάσεις, με τη συνολική δαπάνη να ανέρχεται στα 14 εκατ. ευρώ. Μέχρι και σήμερα για την παραγωγή του φαρμάκου 18F-FDG λειτουργεί μόνο ένα εργοστάσιο στην Ελλάδα, το οποίο εδρεύει στο Λαύριο και ανήκει στη μια από τις δύο εταιρείες. Από τις αρχές του 2018 στην υπόθεση της προμήθειας του συγκεκριμένου φαρμάκου μπήκε ακόμη μία εταιρεία, η οποία εισάγει το συγκεκριμένο φάρμακο από τη Βουλγαρία και μέχρι στιγμής έχει προμηθεύσει σχεδόν τα μισά από τα δεκατρία PET/CT της χώρας. Οι δύο εταιρείες έχουν συμμετάσχει σε διαγωνισμούς προμήθειας νοσοκομείων, στους οποίους συμβαίνει το εξής ευτράπελο: αν και προμηθεύουν το ίδιο προϊόν, εντούτοις η μία εταιρεία καταβάλλει ΦΠΑ
Η διαφορά στον ΦΠΑ για ένα φάρμακο από δύο εταιρείες προκαλεί αθέμιτο ανταγωνισμό αλλά και απώλεια δημόσιων εσόδων, καθώς παρά τις γνωμοδοτήσεις δεν λύνεται το ζήτημα ύψους 6%, όπως ίσχυε για τα φάρμακα προ του 2015, και η δεύτερη 24%, όπως ίσχυε για τα φάρμακα προ του 2015.
Υπάρχει γνωμοδότηση
Για το θέμα έχει γνωμοδοτήσει σχετικά –έπειτα από καταγγελία της μιας εκ των δύο εταιρειών– και η ΑΑΔΕ. Συγκεκριμένα, η αίτηση υποβλήθηκε προς την ΑΑΔΕ στις 14 Μαρτίου 2018. Τέσσερις μήνες μετά και συγκεκριμένα στις 25 Ιουλίου 2018 η Ανώτατη Επιτροπή Τελωνειακών Υποθέσεων της ΑΑΔΕ γνωμοδότησε επί του θέματος. Ανέφερε χαρακτηριστικά: «Το κρινόμενο είδος υπόκειται σε συντελεστή ΦΠΑ 24% σύμφωνα με τον νόμο 2859/2000 όπως τροποποιήθηκε και ισχύει».
Την ίδια απάντηση έδωσε η ΑΑΔΕ και προς το Αντικαρκινικό Νοσοκομείο Μεταξά έπειτα από ερώτηση που απηύθυνε το νοσηλευτικό ίδρυμα προς το υπουργείο Οικονομικών αναφορικά με τον προσδιορισμό του συντελεστή ΦΠΑ. Το νοσοκομείο ανέφερε ότι η μια εταιρεία πρόσφερε το προϊόν σε τελική τιμή ύψους 742 ευρώ ανά δόση με ΦΠΑ 6% και η δεύτερη σε 798,56 ευρώ με ΦΠΑ 24%. Για τον λόγο αυτό ζητούσε να ξεκαθαριστεί τι ακριβώς συνέβαινε με το συγκεκριμένο φάρμακο. Η απάντηση της ΑΑΔΕ, με ημερομηνία 5 Νοεμβρίου 2018, ξεκαθάριζε ότι για το συγκεκριμένο προϊόν «ο συντελεστής ΦΠΑ που εφαρμόζεται είναι 24%», δίχως να αφήνει καμία αμφιβολία.
Το θέμα ακόμη… αιωρείται
Αν και έχει αποφανθεί η ΑΑΔΕ, εντούτοις μέχρι στιγμής το όλο θέμα δεν έχει ξεκαθαριστεί. Από την πλευρά της αρμόδιας ΔΟΥ Φορολογίας Ανωνύμων Εταιρειών δεν έχει γίνει ο απαραίτητος καταλογισμός ώστε να συμμορφωθεί με το 24% και η πρώτη εταιρεία. Κι αυτό παρά το γεγονός ότι έχει υπάρξει σχετική ενημέρωση για τις γνωμοδοτήσεις της ΑΑΔΕ.
Πρόκειται για διαφορά ΦΠΑ η οποία εκτιμάται σε περίπου 2 εκατ. ευρώ τον χρόνο, εάν αναλογιστεί κανείς ότι η σχετική ετήσια δαπάνη για την προμήθεια του φαρμάκου ανέρχεται στα 14 εκατ. ευρώ.
Με λίγα λόγια η ΑΑΔΕ στάθηκε μόνο στη γνωμοδότηση, δίχως να προχωρήσει στις δέουσες ενέργειες για τη συμμόρφωση της εταιρείας. Ετσι, ακόμη και σήμερα οι εταιρείες κατεβαίνουν σε διαγωνισμούς με διαφορετικό ΦΠΑ, με επακόλουθο να ασκούν νομικές ενέργειες και οι δύο πλευρές και να καθυστερούν δημόσιοι διαγωνισμοί, κάτι που συνεπάγεται επιπρόσθετη ταλαιπωρία για ασθενείς που πάσχουν από καρκίνο. Επιπλέον ο ΕΟΠΥΥ εξακολουθεί να αποζημιώνει τις δύο εταιρείες με βάση τα τιμολόγια που προσκομίζουν. Αυτό πρακτικά σημαίνει ότι η μία εταιρεία αποζημιώνεται για το ίδιο προϊόν με ΦΠΑ ύψους 6% και η δεύτερη με ΦΠΑ ύψους 24%. Δύο μέτρα δηλαδή και δύο σταθμά παρά το γεγονός ότι υπάρχουν γνωμοδοτήσεις από την αρμόδια ανεξάρτητη αρχή.
Σε κάθε περίπτωση η όλη υπόθεση αναδεικνύει την ολιγωρία των κρατικών αρχών και τη μεγάλη καθυστέρηση που επιδεικνύουν για την εφαρμογή της νομοθεσίας, στερώντας έτσι έσοδα από το δημόσιο.