Εισαγγελική έφοδος στον φίλο του Μητσοτάκη

Το αποδεικτικό υλικό για το «ψάρεμα πελατών» στην Ελλάδα παρά το νομικό κώλυμα. Τον Νοέμβριο του 2015 το κρατίδιο της Βόρειας Ρηνανίας – Βεστφαλίας διαβίβασε στις ελληνικές αρχές λίστα με περισσότερα από 10.000 στοιχεία τραπεζικών λογαριασμών Ελλήνων δικαιούχων σε κατάστημα της τράπεζας UBS στη Γενεύη.

Το συνολικό υπόλοιπο των λογαριασμών, που έχουν γίνει γνωστοί ως λίστα Μπόργιανς, ανέρχεται σε 4 δισ. ευρώ, ποσά που, όπως όλα δείχνουν, δεν έχουν δηλωθεί στις φορολογικές αρχές της χώρας μας.

Στο πλαίσιο διερεύνησης της προέλευσης των χρημάτων η Εισαγγελία Οικονομικού Εγκλήματος τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους διεξήγαγε επιτόπια έρευνα στον χώρο του γραφείου αντιπροσωπείας της UBS στο Ψυχικό προκειμένου να διαλευκανθεί ο ρόλος της τράπεζας στη μεταφορά αδήλωτων εισοδημάτων στην Ελβετία. Κατά την έφοδο των αρχών, η οποία αποσκοπούσε στη συλλογή αποδεικτικού υλικού για τη συστηματική οργάνωση και συνέργεια των στελεχών της τράπεζας UBS στην απόκρυψη φορολογητέας ύλης στην Ελβετία, κατασχέθηκαν υπολογιστές, έγγραφα και τμήματα της ηλεκτρονικής αλληλογραφίας των υπαλλήλων του γραφείου αντιπροσωπείας. Παρά το γεγονός ότι τα κατασχεθέντα αρχεία επιβεβαιώνουν τις σοβαρές υπόνοιες ότι η UBS εφάρμοσε στην Ελλάδα την ίδια συνταγή που είχε ακολουθήσει στις ΗΠΑ, στη Γερμανία και τη Γαλλία, στη χώρα μας η έρευνα φαίνεται να έχει βαλτώσει, ενώ στο εξωτερικό η τράπεζα έχει λογοδοτήσει για τις πρακτικές της καταβάλλοντας αστρονομικά ποσά στα δημόσια ταμεία των χωρών στις οποίες δραστηριοποιήθηκε.

Συγκεκριμένα, τον Φεβρουάριο του 2019 οι γαλλικές αρχές επέβαλαν στη UBS πρόστιμο ύψους 3,7 δισ. ευρώ, το 2014 η τράπεζα κατέβαλε 300 εκατ. ευρώ στη Γερμανία, ενώ τον Μάιο του 2019 οι αρχές ανακοίνωσαν πως έχουν κινήσει εκ νέου διαδικασίες επιβολής ποινής ύψους 83 εκατ. ευρώ. Οι ΗΠΑ ήδη από το 2008, ως συνέπεια των αποκαλύψεων του πληροφοριοδότη δημόσιου συμφέροντος Μπραντ Μπέρκενφελντ, υποχρέωσαν την τράπεζα σε καταβολή προστίμου ύψους 780 εκατ. δολαρίων επειδή η UBS έστελνε στελέχη της από την Ελβετία στις ΗΠΑ προκειμένου να πουλήσουν χρηματοπιστωτικά προϊόντα για τη μεταφορά αδήλωτων εισοδημάτων στην Ελβετία, γνωρίζοντας ότι αυτό ήταν παράνομο.

Ο Μπέρκενφελντ, ο οποίος εξετάστηκε ως μάρτυρας από τις ελληνικές αρχές, τονίζει τη σημασία του ελβετικού τραπεζικού απορρήτου για τη λειτουργία του «συστήματος UBS», την οποία χαρακτηρίζει εγκληματική οργάνωση. Στην ένορκη εξέτασή του με ημερομηνία 21 Ιουνίου 2016 αναφέρει: «Ξέρω ότι η έρευνά σας εστιάζει στη UBS αλλά είναι σημαντικό να καταλάβετε ότι στη Γενεύη υπάρχουν 150 τράπεζες, σε αυτήν την δουλειά όλες αυτές οι τράπεζες έχουν υπεράριθμες τραπεζικές δραστηριότητες. Ολες οι τράπεζες που δραστηριοποιούνται στην Ελβετία, ανεξαρτήτως της προέλευσής τους, αδειοδοτούνται από την Ελβετία και λειτουργούν ως ελβετικές τράπεζες. Αυτό είναι σημαντικό γιατί εφαρμόζεται η ελβετική νομοθεσία ως προς το τραπεζικό απόρρητο υπέρ της τράπεζας και των καταθετών, το οποίο κάνει και τη δική σας δουλειά [σ.σ.: των ελεγκτικών αρχών] πιο δύσκολη. Μόλις ένας Ελβετός τραπεζίτης βγει από την Ελβετία δεν προστατεύεται πλέον από την ελβετική νομοθεσία, υποκείμενος στους νόμους της χώρας όπου θα βρεθεί».

Η UBS και τα στελέχη της αξιοποιούσαν το τραπεζικό απόρρητο, όπως προκύπτει από ειδικό διαφημιστικό εγχειρίδιο με τίτλο Bank Client Confidentiality in Switzerland, προκειμένου να προσελκύσουν εύπορους πελάτες, οι οποίοι κατά την εκτίμησή τους ήταν πιθανό να διαθέτουν χρήματα τα οποία επιθυμούσαν να αποκρύψουν από τις αρχές της χώρας τους. Με άλλα λόγια το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο, το οποίο καθιστά τη σύνδεση χρημάτων με τον ιδιοκτήτη τους αδύνατη, χρησιμοποιήθηκε από τη UBS ως θέλγητρο για την απόκτηση νέων πελατών.

Κοινωνικές εκδηλώσεις

Με σκοπό την προσέγγιση πελατών και τη μεταφορά μαύρου χρήματος από το εξωτερικό στην Ελβετία, οι τοπικές αντιπροσωπείες της UBS αναλάμβαναν τη διοργάνωση κοσμικών εκδηλώσεων, στις οποίες προσκαλούσαν υποψήφιους και παλιούς πελάτες. Στο περιβάλλον αυτό συναντούσαν τους αρμόδιους για την εκάστοτε χώρα τραπεζίτες, οι οποίοι ταξίδευαν για τον σκοπό αυτό από την Ελβετία για να λάβουν μέρος στις εν λόγω κοινωνικές συναντήσεις. Ετσι στην ηλεκτρονική αλληλογραφία της Μαρίας Πυλαρινού-Λουκάτου, στελέχους της αντιπροσωπείας στην Αθήνα, βρίσκονται λίστες προσκεκλημένων σε γεύματα, αθλητικές εκδηλώσεις, παρουσιάσεις καλλυντικών της εταιρείας Korres, αλλά και εκθέσεις αναφοράς για την επικοινωνία με υποψήφιους πελάτες, ακόμη και ονόματα και αριθμοί λογαριασμών που έχουν ανοιχτεί από Ελληνες. Οι εκδηλώσεις αυτές χρησιμοποιήθηκαν από τα στελέχη της τράπεζας –ενδεχομένως εν αγνοία των διοργανωτών τους– για την προσέγγιση νέων πελατών.

Στον ετήσιο απολογισμό 2006 της αντιπροσωπείας της UBS στην Αθήνα διαβάζουμε ότι μόνο εκείνη τη χρονιά μπήκε νέο χρήμα (Net New Money) ύψους 148 εκατ. ελβετικών φράγκων σε συνολικά 66 τραπεζικούς λογαριασμούς, ενώ την προηγούμενη χρονιά μέσω του αθηναϊκού γραφείου είχαν μπει «μόλις» 111.000.000. Σύμφωνα με την παρουσίαση απολογισμού, το 2006 πραγματοποιήθηκαν στην Ελλάδα 13 κοσμικές εκδηλώσεις όπως επιδείξεις μόδας, εκθέσεις τέχνης αλλά και φιλανθρωπικό γεύμα της Γραμμής Ζωής (Lifeline Charity Lunch), ενώ ως επιτεύγματα αναφέρονται η επέκταση της διάρκειας διαμονής Ελβετών τραπεζιτών στην Ελλάδα και η υπέρβαση του αρχικού στόχου κατάθεσης νέου χρήματος.

Τραπεζίτες-ταξιδιωτικοί σύμβουλοι

Καθώς η τράπεζα αποβλέπει στην όσο το δυνατό πιο αποτελεσματική αύξηση των κερδών της είχε συγκροτήσει στην Ελβετία ομάδες τραπεζιτών για κάθε χώρα στόχευσης. Η επιλογή και προσέγγιση πελατών ήταν δηλαδή προσεκτικά σχεδιασμένη, καθώς, όπως εξηγεί ο Μπέρκενφελντ, «σε κάθε τμήμα που αφορούσε μια χώρα υπήρχαν στελέχη με ειδικές γνώσεις στη γλώσσα, την πολιτική, στον αθλητισμό και σε άλλες τομείς της χώρας αυτής». Στα κατασχεθέντα από τις ελληνικές αρχές αρχεία βρίσκουμε έγγραφο στο οποίο αναγράφονται τα πρόσωπα και οι αρμοδιότητες των στελεχών, που εργάζονται στα «Greek desk» σε Ζυρίχη και Γενεύη, δηλαδή στην ομάδα στελεχών η οποία ασχολείται αποκλειστικά με την προσέγγιση και εξυπηρέτηση Ελλήνων πελατών και προς τον σκοπό αυτό ταξίδευε από την Ελβετία στην Ελλάδα.

Η παράνομη αυτή διασυνοριακή εξυπηρέτηση πελατών αποτελεί κομβικό στοιχείο της λειτουργίας της UBS και φαίνεται να αποτελούσε πάγια πρακτική της τράπεζας στην Ελλάδα παρά το γεγονός ότι σύμφωνα με τον νόμο 3606/2007 αλλά και προγενέστερη νομοθεσία τα τραπεζικά ιδρύματα που εδρεύουν εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν δικαιούνται να δραστηριοποιούνται με τον εν λόγω τρόπο σε χώρες της ΕΕ. Οτι η παραβίαση του νόμου δεν συνιστά τυχαίο γεγονός και δεν συντελείται από αμέλεια αλλά με σκοπό την αποκόμιση οικονομικού οφέλους προκύπτει από εσωτερικό σημείωμα με ημερομηνία σύνταξης τον Νοέμβριο του 2006, σχετικά με τις δραστηριότητες τραπεζικών και χρηματοοικονομικών υπηρεσιών εκτός συνόρων (Cross-Border Banking and Financial Service Activities – Country Paper Greece) όπου αναφέρονται τα ακόλουθα:

«1. Η UBS δεν έχει την άδεια να αναλάβει ρυθμιζόμενες τραπεζικές εργασίες ή να προσφέρει ρυθμιζόμενες επενδυτικές υπηρεσίες στην Ελλάδα. Η άσκηση των ρυθμιζόμενων δραστηριοτήτων χωρίς άδεια αποτελεί ποινικό αδίκημα σύμφωνα με το νόμο 2076/1992 και μπορεί να οδηγήσει σε φυλάκιση μέχρι τριών ετών ή/και πρόστιμα ύψους έως 3.000.000 ευρώ για πρόσωπα ή νομικές οντότητες που συμμετέχουν. Σύμφωνα με τον νόμο 2396/1996 η Επιτροπή Κεφαλαιοαγοράς δύναται να επιβάλει πρόστιμα μέχρι 206.000 ευρώ κατά φυσικών ή νομικών προσώπων που παραβιάζουν τη νομοθεσία επενδυτικών υπηρεσιών, παρέχοντας βασικές επενδυτικές υπηρεσίες χωρίς να έχουν λάβει άδεια.

1.3 Η τοπική παρουσία της UBS Global WM & BB στην Ελλάδα σήμερα αποτελείται από το UBS Γραφείο Αντιπροσώπων Αθήνας. Εκτός από την τοπική παρουσία, η UBS ενδιαφέρεται να συμμετέχει ενεργά, στον βαθμό που επιτρέπεται στην ελληνική αγορά μέσω ταξιδιωτικών συμβούλων. Ο σύμβουλος δεν μπορεί να προωθήσει τα προϊόντα ή τις υπηρεσίες της UBS στην Ελλάδα σε υποψήφιους πελάτες/ πελάτες, εφόσον αυτές οι δραστηριότητες θεωρούνται ως διασυνοριακές τραπεζικές και χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες για τα οποία η UBS δεν έχει άδεια. Ωστόσο οι υποψήφιοι πελάτες/πελάτες μπορούν να συναντηθούν με τους συμβούλους πελατών, όταν αυτοί επισκέπτονται την Ελλάδα εφόσον όλες οι συζητήσεις είναι γενικής φύσεως (π.χ. γενικά τραπεζικά και χρηματοοικονομικά θέματα, το προφίλ της UBS).

4.2. Ανοιγμα λογαριασμών στην Ελλάδα

Οι ταξιδιωτικοί σύμβουλοι δεν θα πρέπει να φέρουν μαζί τους έγγραφα για άνοιγμα λογαριασμού. Κάθε τέτοιο έγγραφο θα πρέπει να υπογράφεται από τον πελάτη είτε έξω από την Ελλάδα ή μέσω αλληλογραφίας».

Την εικόνα της προμελετημένης συνέργειας στη φοροδιαφυγή και στο ξέπλυμα μαύρου χρήματος επιβεβαιώνει και ο Μπέρκενφελντ διευκρινίζοντας: «Ποτέ δεν ρωτούσε η τράπεζα αν τα χρήματα ήταν δηλωμένα και φορολογημένα στη χώρα προέλευσης. Ενίοτε ρωτούσε για την πηγή των χρημάτων, αλλά απλώς τυπικά. […] Οι κατευθυντήριες γραμμές προς τους τραπεζίτες ήταν πολύ επιθετικές για την προσέλκυση πελατών, κεφαλαίων και εσόδων για την τράπεζα. Συνεπώς, η τράπεζα δεν ενδιαφερόταν να κάνει ερωτήσεις που θα δυσκολεύουν την επίτευξη αυτού του στόχου».

Παρότι το υλικό, το οποίο βρίσκεται στα χέρια των εισαγγελικών αρχών δημιουργεί μια αρκετά σαφή εικόνα για τη σχεδιασμένη μεταφορά και απόκρυψη μη δηλωθέντων εισοδημάτων στην Ελβετία, η τύχη της έρευνας αγνοτείται από το καλοκαίρι του 2016, όταν είχε πραγματοποιηθεί έρευνα στο σπίτι του Χρήστου Σκλαβούνη, πρώην στελέχους της τράπεζας στην Αθήνα. Ο κ. Σκλαβούνης είχε αποχωρήσει από τη UBS, στην οποία είχε εργαστεί από το 1986 όταν ορίστηκε επί υπουργίας Στουρνάρα επικεφαλής του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας (ΤΧΣ) το 2013.

Το 2016 ο Σκλαβούνης είχε τοποθετηθεί επικεφαλής του τομέα ανάπτυξης της ΝΔ από τον πρόεδρο Κυριάκο Μητσοτάκη, θέση από την οποία παραιτήθηκε λόγω των αντιδράσεων που είχε προκαλέσει η εμπλοκή του στις έρευνες που ακολούθησαν τη λίστα Μπόργιανς.

Μαύρο… ελβετικό τραπεζικό απόρρητο

Το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο τέθηκε σε ισχύ το 1935. Απαγορεύει στις τράπεζες να δίνουν τα στοιχεία ταυτότητας των πελατών τους σε τρίτους, ακόμη και στις φορολογικές και εισαγγελικές αρχές. Η παραβίαση του τραπεζικού απορρήτου συνιστά ποινικό αδίκημα και επισύρει βαρύτατες ποινές. Με τον τρόπο αυτό η σχέση μεταξύ τράπεζας και πελάτη ανακηρύσσεται εκ των πραγμάτων σε ύψιστο αγαθό.

Επιχειρώντας να αποκρούσει τις επικρίσεις τις οποίες δέχονται η Ελβετία και τα χρηματοπιστωτικά ιδρύματά της για λειτουργία του τραπεζικού της συστήματος ως παγκόσμιου πλυντηρίου βρόμικου χρήματος, η Credit Suisse το 1966 εφηύρε ένα δικό της αφήγημα. Σύμφωνα με αυτό η Ελβετία αυστηροποίησε με νόμο το τραπεζικό απόρρητο το 1934 προκειμένου να προσφέρει στους κυνηγημένους από τους ναζί Εβραίους της Ευρώπης τη δυνατότητα να διασώσουν τις περιουσίες τους. Ο ισχυρισμός ότι το τραπεζικό απόρρητο έσωσε τη ζωή και την περιουσία χιλιάδων ανθρώπων εμφανίζεται για πρώτη φορά σε έκθεση τετραμήνου του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος το 1966, χωρίς κανένα στοιχείο τεκμηρίωσης. Υιοθετήθηκε στη συνέχεια από τους υπερασπιστές του ελβετικού τραπεζικού απορρήτου για να του αποδοθεί ηθική και ανθρωπιστική διάσταση στο αυστηρό προστατευτικό πλέγμα που παρέχουν οι τράπεζες με έδρα την Ελβετία στους πελάτες τους.

Σε μελέτη για τη λειτουργία φορολογικών παραδείσων ο καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Μπέρκλεϊ Γκάμπριελ Ζούκμαν σχετικά με το ελβετικό τραπεζικό απόρρητο τονίζει πως είναι εξαιρετικά σημαντικό να κατανοήσουμε ότι «οι ξένοι που διατηρούν λογαριασμούς στην Ελβετία δεν επενδύουν στην Ελβετία. Χρησιμοποιούν τα χρήματά τους για να επενδύσουν αλλού, στις ΗΠΑ, στη Γερμανία ή τη Γαλλία, με τις τράπεζες να παίζουν τον ρόλο μόνο του διαμεσολαβητή. Γι’ αυτό τον λόγο είναι παράλογο να πιστεύουμε ότι η Ελβετία οφείλει την οικονομική θέση της στη δύναμη του ελβετικού φράγκου, στον χαμηλό πληθωρισμό της ή στην πολιτική σταθερότητα που τη διέπει, όπως οι υμνητές της συνεχίζουν να ισχυρίζονται. Διά μέσου των λογαριασμών στη Ζυρίχη ή στη Βέρνη οι ξένοι καταθέτες κάνουν τις ίδιες επενδύσεις που κάνουν και από τους ανάλογους λογαριασμούς που διατηρούν στο Παρίσι ή στη Ρώμη. […] Είτε τα χαρτιά φυλάσσονται στην Ελβετία είτε αλλού, τίποτε επί της ουσίας δεν αλλάζει, το μόνο θέλγητρο προκειμένου να εμπιστευτούν τις μετοχές τους σε μια ελβετική τράπεζα είναι –και πάντοτε ήταν– η φοροδιαφυγή […] καθώς οι ελβετικές τράπεζες δεν παρέχουν καμία πληροφόρηση σε καμία αρχή (είτε πρόκειται για το ελβετικό δημόσιο είτε κατά μείζονα λόγο για τα ξένα κράτη), ο φορολογούμενος μπορεί να φοροδιαφεύγει με το να μην καταγράφει τίποτε στη φορολογική του δήλωση». Παρότι τα τελευταία χρόνια η σημασία άλλων φορολογικών παραδείσων έχει αυξηθεί, η Ελβετία παραμένει η σημαντικότερη χώρα για όσους επιθυμούν να αποκρύψουν τα εισοδήματά τους από τις φορολογικές αρχές της χώρας τους. Ετσι το 30% έως 50% του υπεράκτιου πλούτου εξακολουθεί να κρατείται στις τράπεζες της ελβετικής συνομοσπονδίας. Τον Απρίλιο του 2017 στις ελβετικές τράπεζες βρίσκονταν ξένα κεφάλαια ύψους 2,3 τρισ. δολαρίων.

Ετικέτες