Από τις λίγες επανεκδόσεις του καλοκαιριού που είχαν θετική πορεία στα θερινά σινεμά, το «Mulholland Dr.» του Ντέιβιντ Λιντς βλέπει τη φήμη της να γιγαντώνεται χρόνο με το χρόνο, καθώς πολλοί ιστορικοί και θεωρητικοί του κινηματογράφου την αναδεικνύουν ως την κορυφαία του 21ου αιώνα.
Η «Οδός Μαλχόλαντ» (Mulholland Drive) του Ντέιβιντ Λιντς κλείνει φέτος 20 χρόνια από την πρεμιέρα της στο φεστιβάλ των Κανών τον Μάιο του 2001. Τότε, ο σκηνοθέτης του «Blue Velvet» και του «Άνθρωπος Ελέφαντας» κέρδισε το βραβείο σκηνοθεσίας στο Φεστιβάλ της Κρουαζέτ, δέκα σχεδόν χρόνια μετά από την κατάκτηση του Χρυσού Φοίνικα στον ίδιο χώρο με το «Wild at Heart».
Έχει ενδιαφέρον να δούμε πως αντιμετώπισαν οι εκλέκτορες των Οσκαρ τα δύο εμβληματικά έργα του ιδιοσυγκρασιακού αμερικανού δημιουργού. Το «Wild at Heart» είχε μόλις μία υποψηφιότητα για τον β ρόλο της Νταιάν Λαντ ενώ το «Mulholland Drive» παρουσίασε ένα μοναδικό παράδοξο που ίσως να μην έχει όμοιο του στην οσκαρική ιστορία: ο Ντέιβιντ Λιντς προτάθηκε για το όσκαρ σκηνοθεσίας αλλά η ταινία δεν είχε καμιά άλλη υποψηφιότητα!
Με το πέρασμα του χρόνου οι συζητήσεις για την αξία – αλλά και την απόπειρα αποκάλυψης- των επτασφράγιστων μυστικών του φιλμ κορυφώνονται. Η αίσθηση μυστηρίου, το ονειρικό κλίμα, οι ψυχολογικές προεκτάσεις του σεναρίου που έριχνε κλεφτές ματιές στα άδυτα του Χόλιγουντ, το νέο-νουάρ σκηνικό, η παράδοξη ερωτική αύρα μεταξύ Ναόμι Γουότς και Λόρα Χάρινγκ , το σουρεαλιστικό δέσιμο φαντασίας-πραγματικότητας, η αλληγορική χρήση της δυαδικότητας καθώς ουκ ολίγες φορές οι μορφές των δύο γυναικών ταυτίζονται (θυμίζοντας την «Περσόνα» του Μπέργκμαν), η αναζήτηση της πραγματικής ταυτότητας, το ανακάτεμα ονομάτων και ρόλων, η αντιστροφή του χρόνου είναι τα βασικά κλειδιά μιας πυκνής σε νοήματα και συμβολισμούς ιστορίας.
Κριτικοί και θεωρητικοί διαρρηγνύουν τα ιμάτια τους για το τι θέλει να πει ο «ποιητής», με τον ίδιο τον Λιντς να αρνείται να αποκαλύψει ποια είναι η αλήθεια της ταινίας, αρκούμενος στην σιβυλλική φράση: “Είναι μια ιστορία αγάπης στην πόλη των ονείρων”.
Για όσους δεν έχουν δει το φιλμ να πούμε λίγα λόγια για την υπόθεση του. Πρόκειται για την ιστορία μιας νεαρής και φιλόδοξης ηθοποιού, την οποία υποδύεται η Γουότς, που φτάνει από ένα μικρό χωριό του Οντάριο στο Λος Άντζελες με το όνειρο να γίνει μεγάλη σταρ. Ακόμα αμόλυντη από τις ψεύτικες υποσχέσεις της αδηφάγου κινηματογραφικής βιομηχανίας, η νεαρή Μπέτι μετακομίζει στο ακριβό διαμέρισμα της θείας της Ρουθ, επίσης ηθοποιού που πραγματοποιεί το αντίθετο δρομολόγιο και πάει στον Καναδά για να γυρίσει την επόμενη ταινία της.
Η Μπέτι θα βρει στο σπίτι της θείας της μια όμορφη γυναίκα που έχει γλιτώσει από ένα τροχαίο ατύχημα, χάνοντας όμως εντελώς τη μνήμη της, εκτός από κάποιες εκλάμψεις ονομάτων και λέξεων. Στην προσπάθειά της να τη βοηθήσει, η Μπέτι θα βυθιστεί σε έναν παράδοξο κόσμο, όπου πραγματικότητα και όνειρα μπερδεύονται αξεδιάλυτα και η ψευδαίσθηση είναι ο μόνος νόμος.
Ο Λιντς είχε αρχικά την ιδέα να δημιουργήσει μια τηλεοπτική σειρά που θα αποκάλυπτε τον κόσμο του θεάματος με τους δικούς του όρους, μα τελικά ολοκλήρωσε το σενάριο ως κινηματογραφική ταινία, υπερβαίνοντας τη συμβατική δομή και παίζοντας με το συλλογικό ασυνείδητο και με τη δύναμη της χολιγουντιανής μυθολογίας. Για τη σύλληψη της αφήγησης είπε πως λειτούργησε σαν τους πρώτους σουρεαλιστές που «έπαιρναν μια σειρά από σκόρπιες λέξεις, ιδέες και εικόνες που τα πετούσαν στον αέρα και μετά παρατηρούσαν το πέσιμο τους σε μια τυχαία σειρά».
Η μουσική επένδυση του φιλμ έγινε από τον Άντζελο Μπανταλαμέντι, με τον οποίο ο Λιντς είχε συνεργαστεί και σε προηγούμενα έργα του με αποκορύφωμα το βραβευμένο με Γκράμι θέμα του «Τουίν Πικς». Σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του «Sight & Sound», τo «Οδός Μαλχόλαντ» είναι μέσα στις τριάντα καλύτερες ταινίες που έγιναν ποτέ, ενώ βρίσκεται στην κορυφή της λίστας του BBC Culture για τις καλύτερες ταινίες που γυρίστηκαν από το 2000 και μετά.
Η φήμη της ταινίας έχει οδηγήσει στη δημιουργία αρκετών βιβλίων και ταινιών, ενώ έχει προκαλέσει δεκάδες κουβέντες στο διαδίκτυο, σε κάποιες από τις οποίες μάλιστα έχει πάρει μέρος κι ο ίδιος ο Λιντς. Με βάση όλα αυτά καθώς και από συνεντεύξεις που έχει δώσει κατά καιρούς, ο αμερικανός σκηνοθέτης έχει παραθέσει κάποια χρήσιμα στοιχεία για τη λύση του μυστηρίου του «Οδός Μαλχόλαντ» . Εφαρμόζοντας στην πράξη την θεωρία του για τις “κινηματογραφικές ιδέες”, δηλαδή οπτικές και ακουστικές ακολουθίες απελευθερωμένες από την καθαρά αφηγηματική τους λειτουργία κι ανοιχτές σε άπειρες ερμηνείες, ο σκηνοθέτης προκαλεί κάθε θεατή να δώσει τη δική του στην ταινία. Για να βοηθήσει κάπως έχει συμβουλέψει τα εξής:
1.Δώστε ιδιαίτερη προσοχή στην αρχή της ταινίας, πριν από την εμφάνιση των τίτλων.
2.Παρατηρήστε πότε εμφανίζεται το κόκκινο πορτατίφ.
3.Μπορείτε να ακούσετε τον τίτλο της ταινίας για την οποία γίνεται η οντισιόν των ηθοποιών; Ο τίτλος αυτός αναφέρεται ξανά;
4.Παρατηρήστε την τοποθεσία όπου λαμβάνει χώρα το τρομερό ατύχημα.
5.Ποιος δίνει το κλειδί και γιατί;
6.Παρατηρήστε την ρόμπα, το τασάκι και το φλιτζάνι του καφέ.
7.Τι νιώθει και συνειδητοποιεί κανείς μέσα στο κλαμπ Σιλέντσιο; Ποιοι είναι εκεί;
8.Η Καμίλα βοηθήθηκε μόνο από το ταλέντο της;
9.Παρατηρήστε τα δρώμενα γύρω από τον άνδρα που βρίσκεται πίσω από τo Winkies.
10.Πού είναι η θεία Ρουθ;
Όσον αφορά το ερώτημα για το αν το «Mulholland Dr.» είναι η «καλύτερη ταινία του 21ου αιώνα»; Σίγουρα είναι υπερβολικός ο χαρακτηρισμός αν και η δημιουργία του Λιντς βρίσκει με άνεση μια θέση στη λίστα των κορυφαίων ταινιών που έχουν γυριστεί τις τελευταίες δύο δεκαετίες.