Τον Δεκέμβριο που μας πέρασε ο κ. Μητσοτάκης έβγαλε στη Βουλή έναν ακόμη λαγό από το ταλαιπωρημένο πια καπέλο του μαθητευόμενου μάγου. Ανακοίνωσε το Market Pass. Αυτό, σύμφωνα με τον πρωθυπουργό, θα ήταν ένα επίδομα καταπολέμησης της ακρίβειας. Δύο μόλις μήνες μετά ούτε οι συνήθεις χειροκροτητές της κυβέρνησης δεν τολμούν να ισχυριστούν κάτι τέτοιο. Το Market Pass είναι ανεπαρκές μέτρο. Δεν είναι το πρώτο στις μέρες της Νέας Δημοκρατίας. Θα είναι όμως το τελευταίο. Οι εκλογές θα σημάνουν το τέλος της επιχείρησης εξαπάτησης και εμπαιγμού του ελληνικού λαού.
Το Market Pass, όπως και τα ανάλογης έμπνευσης κουπόνια που είχαν προηγηθεί, έχει δύο κύρια προβλήματα. Το πρώτο αφορά την ίδια την αρχιτεκτονική του. Η κυβέρνηση από πολύ νωρίς επέλεξε να μη συγκρουστεί με την ακρίβεια. Επέλεξε να την επιδοτήσει. Αυτό έκανε στην αγορά της ενέργειας και στα καύσιμα και αυτό κάνει –με ελαφρά διαφορετικούς όρους– και στην αγορά των ειδών πρώτης ανάγκης. Το Market Pass δεν θα μειώσει τις τιμές των προϊόντων. Το αντίθετο. Θα τροφοδοτήσει τα ήδη διογκωμένα κέρδη των ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων, θα πιέσει τα μικρά και μεσαία καταστήματα και κυρίως θα «νομιμοποιήσει» αυξήσεις σε συγκεκριμένα είδη. Τυπικά την αύξηση θα την καλύπτει το Market Pass. Στην ουσία όμως θα την πληρώνουν οι καταναλωτές.
Το δεύτερο αφορά το περιεχόμενό του. Στο μικρό διάστημα που έχει μεσολαβήσει από τις κυβερνητικές εξαγγελίες οι τιμές των καταναλωτικών αγαθών έχουν εκτοξευτεί. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, η αύξηση σε πολλά είδη τροφίμων και πρώτης ανάγκης αγγίζει το 25%. Σε μια τέτοια συνθήκη, όπου κάθε μέρα η ακρίβεια μεταφέρεται σε νέες τιμές στα ράφια, το ειδικό βάρος του όποιου επιδόματος μειώνεται. Το Market Pass τον Δεκέμβριο έμοιαζε με σταγόνα στον ωκεανό. Σήμερα δεν είναι καν αυτό. Η σταγόνα έχει εξατμιστεί μέσα από την ασφυκτική πίεση των διαδοχικών αυξήσεων. Η λύση στη μεγάλη δυσκολία που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία δεν βρίσκεται στις παλαιοκομματικές πρακτικές των κακοσχεδιασμένων επιδομάτων και της έμμεσης στήριξης των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων. Η μάχη με την ακρίβεια απαιτεί σχέδιο σύγκρουσης και συγκεκριμένα μέτρα που εστιάζουν στον πυρήνα της. Τα δημόσια οικονομικά αντί να κατασπαταλιούνται σε ανεπαρκή επιδόματα μπορούν να τροφοδοτήσουν ένα φιλόδοξο πρόγραμμα καταπολέμησης του πληθωρισμού.
Το πρώτο βήμα αφορά τη μείωση του ΦΠΑ στα τρόφιμα και τα είδη πρώτης ανάγκης, την εφαρμογή συστηματικών ελέγχων στην αγορά και την αποφασιστική ρύθμιση των τιμολογίων στην ενέργεια. Αυτή η πρώτη δέσμη μπορεί να φέρει άμεσα αποτελέσματα στο ράφι των καταστημάτων, προσφέροντας πολύτιμη ανάσα στην ελληνική οικονομία και φυσικά και στους καταναλωτές. Το δεύτερο βήμα αφορά την τιμαριθμική αναπροσαρμογή των μισθών στον ιδιωτικό και τον δημόσιο τομέα και τη βιώσιμη ρύθμιση του ιδιωτικού χρέους σε 120 δόσεις με «κούρεμα» της βασικής οφειλής. Ο πληθωρισμός ροκανίζει το εισόδημα. Μόνη λύση είναι η ανάλογη ενίσχυση του κόσμου της μισθωτής εργασίας και της πραγματικής οικονομίας.
Τα δύο αυτά βήματα συγκροτούν τον πυρήνα της πρότασης του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ για το μέτωπο της ακρίβειας και του πληθωρισμού. Πρόκειται για μέτρα με σαφές πολιτικό και κοινωνικό πρόσημο. Στόχος τους είναι η καταπολέμηση της ακρίβειας με κάθε δυνατό μέσο και σε βάρος των συμφερόντων των μεγάλων –και ακόμη περισσότερο των κερδοσκοπικών– παικτών της αγοράς. Η πολιτική δεν είναι αφηρημένες λέξεις και επικοινωνιακά πυροτεχνήματα. Είναι το κατεξοχήν πεδίο της αναμέτρησης ανταγωνιστικών προσανατολισμών και συμφερόντων. Η ΝΔ εφάρμοσε το σχέδιό της. Και αυτό που πληρώνουμε είναι ο λογαριασμός του. Ενας λογαριασμός άδικος. Είναι η ώρα της πολιτικής αλλαγής. Είναι η ώρα του ΣΥΡΙΖΑ – ΠΣ. Είναι η ώρα για δικαιοσύνη παντού.
*Ο Αλέξης Χαρίτσης είναι βουλευτής Μεσσηνίας ΣΥΡΙΖΑ, πρώην υπουργός